Είμαι απόμακρος –αλλά όχι αρνησίπολις. Κι ας αρχίσουμε μ’ ένα λογαριασμό που εδώ, μ’ ένα τρόπο, ίσως όχι τόσο συνειδητό, θα γίνει ή δε θα γίνει. Να το πούμε, πως υπήρξε κι ένα «άλλο» κομμάτι της γενιάς του Πολυτεχνείου. Εκείνο που αρνήθηκε την ενσωμάτωσή του στην εξουσία, εκείνο που από γενιά της δράσης προτίμησε, από τη δεκαετία του ’80, να γίνει η αγέρωχη απουσία και τελικά η άγρυπνη σιωπή. Τώρα, βέβαια, λέμε, και σωστά, να συνομιλήσουμε, όμως, ας μη μας διαφύγει, ότι μπορεί να μην είμαστε απαλλαγμένοι από κάποιο δόλο. Ας αναγνωρίσουμε, λοιπόν τουλάχιστον, αυτό που έλεγε ο Ντεμπρέ, ότι οι αληθινά εξεγερμένοι περνούν από τον ίσκιο στην υστεροφημία.
Μακάρι να ήρθατε σήμερα εδώ όλοι με το ιδιο κίνητρο των 12 που υπογράψαμε την πρωτοβουλία: να ειδωθούμε, να μοιραστούμε σκέψεις, να αποκτήσουμε μια χαλαρή επαφή. Μια σύναξη χωρίς προαπαιτούμενα, χωρίς ταυτότητα, χωρίς αποκλεισμούς, χωρίς «ιεραρχία», χωρίς «ειδική ιεροσύνη». Μια σύναξη αμεσότητας, με πολλές και αδιευκρίνιστες ακόμη προοπτικές, αν υπάρξουν τέτοιες.
Δε θα ’θελα να αναμασήσουμε πράγματα παλιά. Εδώ και καιρό οι αρχαίες γενεαλογίες χαλάστηκαν, αν και με τα φαντάσματα καλύτερα μη στοιχηματίζεις. Να βάζαμε μόνο μερικά πρώτα ερωτήματα: πού το συνέρχεσθαι και βουλεύεσθαι, πώς το συμπαρείναι, ποια η συνεκδοχή μας. Όσον αφορά εμένα, ήρθα εδώ επειδή μου λείπει ο δημόσιος τόπος, εκεί που πάει κάθε πολίτης και επικοινωνεί, διαβουλεύεται, αποφασίζει. Ο τόπος που ακούς: «πες μου, εσύ, τι πιστεύεις, πες μου ποιος είσαι». Ας πούμε, λοιπόν, ότι ζητώ το λόγο για κάτι που λείπει για ένα έλλειμμα που μετράνε ήδη οι δημοσκόποι και οι πελάτες τους. Για κάτι που βασανίζει τόσο τους ανένταχτους όσο και τους οργανωμένους σε κόμματα.
Αν εξαιρέσει κανείς τα κέντρα του συστήματος, ο υπόλοιπος κόσμος που μοχθεί ή αργεί, στις άκρες της ζωής, έχει την ίδια αίσθηση ότι κάτι πρέπει να γίνει.
Τα αρχηγικά ή γραφειοκρατικά κόμματα παράγουν ή επιτείνουν αυτό το έλλειμμα. Αποφεύγουν την εσωτερική δημοκρατία και τη συμμετοχή των πολιτών στις αποφάσεις. Φυσικά, τα κόμματα είναι θεσμοί, συγκεφαλαιώνουν το μεγαλύτερο μέρος της πολιτικής ύλης και είναι ανόητος όποιος τα αγνοεί. Αποδέχομαι κριτικά ορισμένες πολιτικές θέσεις και δράσεις κομμάτων ή οργανώσεων και θέλω ανοιχτές, ελεύθερες σχέσεις διαβούλευσης και σύμπραξης μαζί τους, ιδίως όπου χρειάζεται ενότητα.
Υπάρχει όμως ένα μεγάλο πολιτικό μέγεθος, στην ουσία ένας λαός, χωρίς εκπροσώπηση, μακροχρόνια αποκλεισμένος πολιτικά, λεία μιας κοινοβουλευτικής ολιγαρχίας. Πολιτική λύση για το κόσμο αυτόν, που αποκαλώ alter populus, που είναι εκτός της λεόντειας διανομής και δεν τον αφορά το μεγαλοκομματικό παιχνίδι, δεν έχει προταθεί ούτε από κόμματα ούτε από κανέναν άλλο και ούτε είναι εύκολη μια όποια λύση. Σ’ αυτή την κατάσταση της αβεβαιότητας πρέπει να υπάρξει εμπιστοσύνη στην Αυτοοργάνωση, στη διεκδίκηση της Συμμετοχής και στην απαίτηση για Άμεση Δημοκρατία.
Σήμερα ξεκινάμε αφήνοντας «κατ’ οικονομίαν» έξω απ’ την κουβέντα «επίμαχα» πολιτικά ζητήματα, της τρέχουσας προστριβής. Όχι για να τα συγκαλύψουμε. Όλοι ξέρουμε σε τι θηριώδη φάση βρίσκεται ο καπιταλισμός, βλέπουμε τη μεγάλη κρίση του. Οι αντιθέσεις δεν έχουν αλλάξει, είναι ριζικές, ταξικές και μ’ αυτές θα αναμετρηθεί αναγκαστικά κάθε επίδοξος Αναμορφωτής. Στις παρούσες συνθήκες τίποτα δεν είναι αυτονόητο. Η απόκλιση από τις εγκατεστημένες νόρμες των διεθνών συσχετισμών και του κοινωνικού κομφορμισμού πρέπει να πατήσει όχι μόνο σε αγανάκτηση αλλά και σε τεκμηρίωση. Αυτό που τώρα περνάει απ’ το χέρι μας είναι η επίταση του δημόσιου διαλόγου και προτείνω έναν άξονα: Ποιο είναι το όριο της ανοχής γι αυτό που αποφασίζεται ερήμην των πολιτών, ποιο είναι το όριο αξιοπρέπειας για την εθνική αυτεξουσιότητα και την εικόνα του ανθρώπου; Ποιο είναι το όριο για μια μεταρρύθμιση με ανατροπές; Ποιο είναι το Αδιαπραγμάτευτο; Τι κόστος είμαστε διατεθειμένοι να πληρώσουμε και που μπορούν να γίνουν συμβιβασμοί.
Tο χρειαζούμενο εύρος της συμπόρευσης για ένα ανασήκωμα του τόπου δεν καταφέρνω να το ορίσω με κομματικούς όρους. Μπορώ μόνο, για συντομία, να ονομάσω 2 πρόσωπα στα οποία καταφεύγω και που, παρά τη μεγάλη τους διαφορά, περιγράφουν για μένα, συμβολικά, την αινιγματική σύμπτωση της επιθυμίας για το εθνικό και το πανανθρώπινο: το Γιώργο Σεφέρη και τον άγνωστο κομμουνιστή στρατιώτη απ’ το Φραντάτο της Ικαρίας, Γιάννη Σαλά ...
Παρέμεινα πάνω από 25 χρόνια στην κατάσταση του «απόντα». Αναμετρήθηκα με εμπόδια φιλαρέσκειας, μνησικακίας και εγκλεισμού στο εγωκεντρικό cogito του «αταξινόμητου». Αλλά και, ως ρέκτης ανένταχτος έχασα, μακριά από τη συλλογικότητα, τη διαφορά μου από τον άνθρωπο του ντοστογιεφσκικού Υπογείου. Με καίει λοιπόν ο πόθος της πόλης. Γι αυτό είμαι εδώ, γιατί έχω ανάγκη τα πρόσωπα: φίλους, συνομιλητές, όμοιους και διαφορετικούς. Μακριά από βιογραφικά και βαθμοφόρους. Το πιο τίμιο, έλεγε ο Καβάφης, είναι η μορφή.
Φορές, έχω κάτσει στο παγκάκι αφηρημένος και σκεφτικός. Η όψη του κόσμου δεν είναι καλή. Ξέρω ότι «Μεγάλα Πράγματα» δε θα έρθουν σύντομα. Όταν όμως δεν απομένει παρά μόνο αυτό που υπάρχει βλέπει κανείς καθαρότερα το μέτρο του και το χρέος του.
Θάνος Κωτσόπουλος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
1 σχόλιο:
Χαίρε Θάνο
Προχτές Τρίτη (1/7) πήγα στη συζήτηση της "Ανοιχτής Πόλης". Οι κεντρικές ομιλίες μάλλον πλαδαρές και γενικόλογες. Μα δεν πέρασε ούτε μια μέρα από "τότε", δεν μάθαμε τίποτε; Μελαγχόλησα λίγο. Μετά όμως άκουσα καίρια πράγματα: Ότι και "παλιοί δεξιοί" δημοτικοί σύμβουλοι της σημερινής πλειοψηφίας αντιδρούν στη ρεμούλα που την χαρακτηρίζει. Ότι με τις μαφίες στις δημοτικές υπηρεσίες συχνά η ανάθεση έργων σε ιδιώτες ΜΑΖΙ ΜΕ ΤΗ ΜΙΖΑ συχνά κοστίζει φτηνότερα.
Άραγε μπορεί να συγκεντρωθεί κρίσιμη μάζα ("Σεφέρης-Σαλάς") για ουσιαστική Αλλαγή;
Διονύσης
Δημοσίευση σχολίου