TRANSLATION

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

Παράλληλη αφήγηση δυο επιζώντων των Κερκυραϊκών - μέρος πρώτο

« Λέγομαι Θέρσιλος.

Στην καταγωγή είμαι Ταυλάντιος από την απέναντι ακτή, βάρβαρος όμως, όπως αποκαλούν τους συντοπίτες μου οι Κερκυραίοι. Μα έμαθα από τη μάνα μου, δούλα κι αυτή, Ελληνικά. Ο αφέντης που μεγάλωσα και υπηρέτησα το κτήμα του -όχι μακριά από τη Λευκίμμη- Κτησίας ονομάζεται. Καλός, δίκαιος άνθρωπος, μακάρι όταν ξαναπουληθώ να βρεθώ πάλι κοντά του. Όταν μάθαμε τα γεγονότα της Επιδάμνου είμασταν ανήσυχοι. Ξέραμε ότι θα γίνει πόλεμος με τους Κορίνθιους. Τα πράγματα πήγαιναν καλά στην αρχή για μας τους Κερκυραίους -λέω “εμάς” γιατί εγώ αναγκαστικά με τη μεριά τους βρίσκομαι. Πήραμε την Επίδαμνο -δική μας πόλη είναι (αν το πάμε ότι ο Φαλίας, ο αρχηγός της αποικίας, ήταν Ηρακλείδης, τότε κι εμείς οι Κερκυραίοι, άποικοι των Κορινθίων είμαστε). Αλλά οι δημοκρατικοί που κυβερνάνε στην Επίδαμνο έχουν σχέδια φιλόδοξα και θέλουν να την ξεκόψουν από την Κέρκυρα.

Ταυλάντιοι, και κάποιοι Ιλλυριοί, είμασταν με το μέρος της Κέρκυρας. Έκαναν όμως εκεί μετά τη νίκη της πολιορκίας οι Κερκυραίοι στρατηγοί πράξη ανόσια. Έσφαξαν όλους τους αιχμαλώτους κι άφησαν ζωντανούς μόνο τους Κορίνθιους πολίτες, έτσι, να τους κρατάνε ομήρους. Εμένα ακόμα δε με είχαν επιστρατεύσει. Στήθηκε, μετά τα γεγονότα της Επιδάμνου, τρόπαιο στη Λευκίμμη, με πήρε το αφεντικό μου ο Κτησίας να παρακολουθήσω τη γιορτή. Ήπια και κρασί. Μετά από λίγο καιρό οι Κερκυραίοι ρίχτηκαν στους Λευκαδίτες για τα δέκα καράβια που έστειλαν στους Κορίνθιους εναντίον μας.

Ύστερα από ενάμιση χρόνο από εκείνα τα γεγονότα ο Κτησίας με έστειλε στο καρνάγιο της Λευκίμμης, να δουλέψω. Ασταμάτητα σκαρώναμε καράβια για πενήντα κουπιά, με γερό πέτσωμα και ταρατσωμένα καταστρώματα να μπορεί να γίνει επάνω τους βαριά πεζομαχία. Το βράδυ δουλειά στον οίκο του Κτησία. Ένα πρωινό με πληροφόρησε ότι στρατολογούμαι. Θα κρατούσα, λόγω των συστάσεων του Κτησία προς τους στρατηγούς, βαρύ πέλεκυ. Δουλειά μου στην επικείμενη ναυμαχία να κατεβαίνω στα πλευρά του εχθρικού καραβιού και να ξεμερδίζω τις δεσιές στην ίσαλο γραμμή. Μπήκα σε ένα από τα εκατόν δέκα καράβια μας στις διαταγές του Ευρύβατου και φύγαμε για τα Σύβοτα, όπου και στρατοπεδεύσαμε. Απέναντι, μια ώρα δυτικά από την Εφύρα, που οι Μυκηναίοι έχτισαν, σ΄ ένα μέρος που λέγεται Χειμέριο στέκονταν οι Κορίνθιοι. Μαζί τους είχαν πάει αρκετοί συμπατριώτες μου Ταυλάντιοι κι άλλοι Ιλλυριοί.

Το τι έγινε στη ναυμαχία δε θέλω και δεν μπορώ να περιγράψω. Βρέθηκα στην αριστερή μεριά, με τους Αθηναίους δίπλα και τα καλύτερα καράβια των Κορινθίων απέναντι. Πρώτη φορά μύρισα τόσο αίμα. Δε χτυπηθήκαμε με ρόπαλα ή με ξύλα μα με σίδερα βαριά και κοφτερά. Γαντζωμένα τα καράβια μεταξύ τους δεν ξεχώριζαν Κερκυραϊκά ή Κορινθιακά. Άνθρωποι αλλόφρονες, αιμόφυρτοι, με αφρούς στα γένια. Εγώ, αποκαμωμένος από τις λυσσασμένες τσεκουριές στα ίσαλα, χάνω μεσ΄ στο νερό τον πέλεκυ κι αφήνομαι να παρασύρουν τα ρεύματα. Βρέθηκα στην ακτή μισολιπόθυμος, ευτυχώς, γιατί όσοι κολυμπούσαν τους πλεύριζαν και τους αποτέλειωναν με τόξα και ρόπαλα. Με πιάσανε οι Κορίνθιοι αιχμάλωτο. Βρίσκομαι τώρα στην Αίγινα, στη δούλεψη ενός Πράξανδρου. Καθώς οι Αιγινήτες είναι μουλωχτοί σύμμαχοι των Κορινθίων με βλέπω να μην ησυχάζω από τις αγριάδες ενός πολέμου που, ως φαίνεται, θα κρατήσει καιρό.

Λέγομαι Ναυκίδης.

Οι γονείς μου, Κερκυραίοι πολίτες με κτήματα και ζώα. Μεγάλωσα με τις ιστορίες για τους Φαίακες, το Ναυσίθοο και τον Οδυσσέα. Η γενιά μας κρατάει από τη πρώτη, την πιο παλιά ναυμαχία μεταξύ ελληνικών πόλεων, διακόσια εξήντα χρόνια πριν από αυτά εδώ τα γεγονότα, όταν νικήσαμε τη μητρόπολη μας, την Κόρινθο και πήραμε την ανεξαρτησία μας. Η περήφανη πόλη μας δε χρειάστηκε ποτέ να ζητήσει βοήθεια από κανένα και μείναμε έξω από τις συμμαχίες των Αθηναίων και των Σπαρτιατών. Μετά τους μηδικούς πολέμους είμασταν η δεύτερη, μετά την Αθήνα, ναυτική δύναμη. Οι δημοκρατικοί στην Επίδαμνο έκαναν το καλύτερο να αποφευχθεί η απόσχιση. Μα, εδώ, σ' εμάς κυβερνούν οι περισσότεροι απ' τη δική μου τάξη και είναι ολιγαρχικοί. Όπως παντού έτσι και οι Κερκυραίοι ολιγαρχικοί λοξοκοιτάνε προς τη Σπάρτη. Κι αφήσανε την Επίδαμνο στην τύχη της, βορά στο στόμα των Κορινθίων. Επιστράτευσαν και βάρβαρους, όπου μπορούσαν. Μα εμείς, οι νέοι άριστοι, ελεύθεροι πολίτες είμαστε πάνω απ' όλα Κερκυραίοι και θέλουμε την πατρίδα μας ελεύθερη και περήφανη.
Τώρα, καθυστερημένα, τα πράγματα πήγαν σε πόλεμο με τους καταραμένους Κορίνθιους. Γέμισα ενθουσιασμό όταν έμαθα πως μπαίνω αξιωματικός στο πλευρό του σπουδαίου Ευρύβατου. Απέναντί μας είχαμε τους επίλεκτους Κορίνθιους. Δίπλα μας τα δέκα -αρχικά- καράβια των Αθηναίων συμμάχων μας.
Ναυμαχία δεν την έλεγες. Κολλημένα μεταξύ τους τα αντίπαλα καράβια, ακίνητα, δίχως ελιγμούς. Τα καταστρώματα τους πλωτές εξέδρες οπλιτικής αγχιμαχίας. Εμείς, όλοι Κερκυραίοι στην αριστερή πλευρά, κάναμε και λάθη. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Οι Κορίνθιοι σκότωναν αδιάκριτα κάθε πληγωμένο ή στριμωγμένο, ακόμα και δικούς τους συμμάχους. Είπαν οι Κορίνθιοι πως νίκησαν. Ψέμμα. Το βραδάκι, όταν τραγουδούσαμε τον παιάνα για τελική επίθεση, είδαμε τους Κορίνθιους να υποχωρούν. Είχαν φανεί απ' το πουθενά είκοσι αθηναϊκά πλοία.

Κατάφεραν όμως οι Κορίνθιοι να αιχμαλωτίσουν οκτακόσιους δικούς μας δούλους – πουλήθηκαν τώρα όλοι – και διακόσιους πενήντα ελεύθερους πολίτες. Ανάμεσά τους τώρα βρίσκομαι κι εγώ, στην Κόρινθο. Μας έχουν σε χρυσό κλουβί, με περιποιήσεις και καλοπέραση που σ' αυτά οι Κορίνθιοι είναι μάστορες. Φροντίζουν να πάρουν όσο περισσότερους με το μέρος τους ώστε ελευθερώνοντας μας να έχουν στην Κέρκυρα μια φιλοκορινθιακή άρχουσα τάξη. Το βλέπω ήδη. Τα περισσότερα δικά μας καλόπαιδα, όχι μόνο ολιγαρχικοί, είναι έτοιμοι να παίξουν το παιχνίδι της Κορίνθου. Τα οκτακόσια τάλαντα εγγύηση -τάχα- ήδη έχουν συγκεντρωθεί. Μα, εγώ, όταν γυρίσω, πάλι την ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Κέρκυρας θα υποστηρίξω. »

Δεν υπάρχουν σχόλια: