Ήμουν από τους πρώτους που αποχώρησαν από την πρεμιέρα της «Μήδειας» κατά Ανατόλι Βασίλιεφ στην Επίδαυρο, αν και δε δηλώνω φανατικός ροντηρικός. Τριάντα λεπτά ήταν αρκετά για να υποθέσω τι επρόκειτο να επακολουθήσει. Αποχώρησα κόσμια, δεν διαμαρτυρήθηκα, δε γιουχάισα. Φεύγοντας όμως, ομολογώ, δεν έκρυβα την απαισιοδοξία μου για τα αντανακλαστικά του κοινού. Πίστευα ότι οι θεατές, ιδίως οι νεώτεροι από μένα, δεν θα αντιδράσουν, ότι έχουν εθιστεί στα πάντα. Ευτυχώς διαψεύστηκα!
Μου έκαναν ωστόσο εντύπωση τα «μεθεόρτια». Ο τύπος κατέγραψε αρκετούς «επώνυμους» ενοχλημένους από τις αποδοκιμασίες του κοινού. Ευτυχώς ο Κ. Γεωργουσόπουλος, σε σχόλιό του στα «Νέα», υπεράσπισε το ιερό δικαίωμα των θεατών να αυτοπροστατεύονται. Οι περισσότεροι «καθωσπρέπει» θεώρησαν τη διαμαρτυρία «μη ορθή» συμπεριφορά. Κακώς. Διότι ο ίδιος ο Βασίλιεφ δήλωσε, αμέσως μετά, ενθουσιασμένος από τις αντιδράσεις του κοινού. Κρίμα, μόνο, που δεν εμφανίστηκε στο τέλος της παράστασης να εκφράσει τις ευχαριστίες του πρόσωπο με πρόσωπο με το έξαλλο κοινό. Αλλά και στην αντίθετη αντίδραση, δηλαδή του ενθουσιώδους χειροκροτήματος, πάλι θα ήταν ευτυχής – φαντάζομαι. Άρα, πρόκειται για έναν δημιουργό ο οποίος τελικά δεν ενδιαφέρεται για τη γνώμη του «αμύητου» κοινού. Στο ένθετο μάλιστα της «Κυριακάτικης Ελευθεροτυπίας» υπήρχε συνέντευξη της Αγλαϊας Παππά η οποία δήλωνε περιχαρής από τη στάση του κοινού αν και εντέλει αδιάφορη για την ουσία της αφού, όπως φαίνεται, αυτή ήταν και η «γραμμή» του σκηνοθέτη: πρόκληση, πρόκληση, πρόκληση για όλους «αυτούς» (τους «άλλους», τους καθυστερημένους, ημιμαθείς και τριτοκοσμικούς νεοέλληνες της Επιδαύρου. Άρα, δεν έχει κανένα νόημα να συζητά κανείς τι έκανε ή τι έπρεπε να κάνει το κοινό.
Θέλω, λοιπόν, να σταθώ αποκλειστικά στους λόγους για τους οποίους εγώ προσωπικά επέλεξα να αποχωρίσω από την παράσταση.
Απ’ ότι φαίνεται έχει γίνει συρμός, ιδίως για νέους ηθοποιούς, να θεωρούν σκηνοθέτες όπως ο Βασίλιεφ ως πνευματικούς γκουρού. Τα εργαστήρια και τα σεμινάρια τα οποία παρακολουθούν δεν περιορίζονται σε απλή εκμάθηση τεχνικών ή άσκηση υποκριτικών μεθόδων αλλά μετατρέπονται σε «μυητικές» τελετές μετά τις οποίες οι συμμετέχοντες βγαίνουν «αναβαθμισμένοι».
Ο Βασίλιεφ, ένας ανατολικός μυστικιστής (κάτι σε στάρετς), αποκαλείται πλέον επίσημα, στο δημόσιο λόγο, «γκουρού» και είναι, θεωρώ, ο κατεξοχήν εκπρόσωπος μιας τάσης που αποσκοπεί, να αποσπαστεί το αρχαίο δράμα από το φυσικό του χώρο, το δήμο και να μετατραπεί σε υπόθεση μυστικιστικής σέκτας.
Ο Βασίλιεφ, όπως κάθε πειραματιστής, αντλεί εμπνεύσεις από τις ανατολικές θρησκευτικές και φιλοσοφικές παραδόσεις (Κίνας, Ιαπωνίας, Ινδίας, Ινδονησίας), τις οποίες φαίνεται να σέβεται ιδιαίτερα. Στα εκπαιδευτικά του σεμινάρια π.χ. χρησιμοποιεί φόρμες και ασκήσεις αναπνοής και κίνησης στηριγμένες στις πολεμικές τέχνες. Πολύ ωραία όλα αυτά. Γιατί όμως δε δείχνει τον ίδιο σεβασμό και απέναντι στους κώδικες και τις φόρμες του αρχαίου ελληνικού θεάτρου; Αν ένας ηθοποιός θέλει για ατομικούς λόγους να ασκείται στο τάι- τσι, κανένα πρόβλημα. Το να ισχυριστεί όμως κάποιος ότι το τάι-τσι είναι ειδικός και ουσιώδης όρος για τη διδασκαλία του Προμηθέα το θεωρώ ακραίο.
Ο Βασίλιεφ ανήκει στην πλευρά που αναζητεί τις ρίζες του θεάτρου στον αρχαίο σαμανισμό. Η υπόθεση αυτή δεν είναι καινούργια και δε στερείται ενδιαφέροντος. Ίσως μάλιστα να αποτέλεσε ιδρυτική ιδέα και έναυσμα για τους ενδιαφέροντες και σημαντικούς πειραματισμούς του μεγάλου Στανισλάφσκι (με τον οποίο ο Βασίλιεφ συνδέεται έμμεσα: η μαθήτρια του Στανισλάφσκι Μαρία Κνέμπελ υπήρξε δασκάλα του και του μετέδωσε στοιχεία από την «ώριμη» περίοδό του). Τι σημαίνει όμως αυτό το άνοιγμα στο μυστικισμό, τη μεταφυσική, την αναζήτηση «κλιμάκων του Ιακώβ» για την αρχαία ελληνική τραγωδία; Διότι, αν το να παρακολουθεί κανείς μια αρχαία τραγωδία είναι σα να παίρνει μέρος σε μια θρησκευτική τελετή, δεν μπορεί και δεν πρέπει να συμβαίνει το αντίθετο: το αρχαίο ελληνικό δράμα είναι κάτι πέρα, πολύ πιο πέρα από θρησκευτική τελετή. Αν οι δυνάμεις του ουρανού και της γης, οι θετικές και αρνητικές ενέργειες, οι αόρατες σκάλες, η υπερβατικότητα και ο πουριτανισμός μπορούν (έστω!) να εκπροσωπηθούν ή να προσεγγιστούν μέσα από το κατά Βασίλιεφ υπερτονισμένο διονυσιακό στοιχείο, πού ήταν ο Απόλλωνας; Απουσίαζε, απλούστατα γιατί είναι ένας θεός ακατάληπτος για όποιον αρνείται το μεδούλι του αρχαίου ελληνικού δράματος: τον χειραφετημένο και αυτοθεσπιζόμενο άνθρωπο που είναι πριν απ’ όλα και εν τέλει πολιτικός.
Έφυγα από την παράσταση του Βασίλιεφ ενώ στα αυτιά μου ηχούσαν ακόμα οι διδασκαλίες που αντιμετώπιζαν το αρχαίο δράμα ως «μίμηση» με κατάληξη την κάθαρση όπως το ήθελε ο Αριστοτέλης. Οι μυθικοί αυτοί ήρωες, που γεννήθηκαν πριν ακόμα γεννηθεί ο δυτικός θεός, σε μια εποχή που η ανθρωπότητα αξιωνόταν τη γέννηση της δημοκρατίας μέσα στις μήτρες των αρχαίων αμφιθεάτρων δε σχετίζονται με τους κατά τα άλλα ενδιαφέροντες για το αστικό θέατρο πειραματισμούς του Στανισλάφσκι, του Βαχτάνγκοφ, του Μέγιερχολντ, του ρώσικου φουτουρισμού ή του Άκτορς Στούντιο.
Καταλήγοντας: δεν εγκατέλειψα τη Μήδεια του Βασίλιεφ ούτε για τα ρεμπέτικα (τα οποία λατρεύω) ούτε για τα υστερικά κατσικοπηδήματα του Ιάσονα ούτε για τα κιτς καροτσάκια ούτε για τη σκηνή της τρίγλωσσης αγγελικής ρήσης, ούτε για τον πρόχειρο εκλεκτικισμό της. Αν όλα αυτά είχαν παρουσιαστεί αλλού, έχοντας εκ των προτέρων εξηγήσει την πειραματική του πρόταση σε ένα κοινό ήδη ενημερωμένο για το τι πρόκειται να παρακολουθήσει δε θα είχα κανένα πρόβλημα. Γιατί όμως στην Επίδαυρο κε Λούκο; Γιατί θεωρείτε ότι σ’ ένα χώρο ύψιστης συμβολικής αξίας θα πρέπει να γίνονται πειραματισμοί στο αρχαίο δράμα; Γιατί ενοχλούμαστε όταν οι Τούρκοι οργανώνουν πολιτιστικά events στην Αγιά Σοφιά και όχι στον αρχαιολογικό χώρο της Επιδαύρου; Γιατί κε Λούκο πρέπει το Ελληνικό Φεστιβάλ να αποκλείει την πολυφωνία και να προβάλλει μόνο τον Α. Βασίλιεφ; Γιατί πρέπει να υποκρίνεται το «Ελληνικό Φεστιβάλ Α.Ε.» ότι ενδιαφέρεται για την προβολή του ελληνικού αρχαίου δράματος; Και μια τελευταία ερώτηση: μπορείτε κ. Βασίλιεφ να παρουσιάσετε σ’ εμάς, τους νεοέλληνες, τις θεωρητικές απόψεις σας για την έννοια του τραγικού;
Θάνος Κωτσόπουλος
Απαγορεύεται η αναδημοσίευση ή η αναπαραγωγή (ολική ή μερική) του περιεχομένου της ιστοσελίδας με οποιονδήποτε τρόπο, σύμφωνα με το νόμο 2121/1993 και τους κανόνες Διεθνούς Δικαίου που ισχύουν στην Ελλάδα.
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου