TRANSLATION

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα για τη chaise longue

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ


7
Είναι ή όχι δύσκολο το ερώτημα για ποιο λόγο η λατινική Δύση απέσυρε επί αιώνες το αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό ανάκλιντρο από τους χώρους ανθρώπινης επικοινωνίας; Πού μπορεί να οδηγήσει η έρευνα για την πληθωρική κανονιστικότητα επί της καθιστικής συμπεριφοράς;


Μια παλιότερη αλλά ενδιαφέρουσα ανθρωπολογική μελέτη του G. W. Hewes εντόπισε πολιτισμικές ταυτότητες σωματικών στάσεων και συγκρότησε μια τυπολογία εκατό κύριων “καθιστικών” στάσεων κατά φύλο από 480 σημεία πολιτισμών, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Από αυτές κράτησα μόνο εκείνες που μπορούν να θεωρηθούν αποδεκτές, για τον μέσο Ευρωπαίο, στάσεις γνήσιας καθιστικής ανάπαυσης. Εξαίρεσα, για παράδειγμα, τη Νιλωτική στάση η οποία στην πραγματικότητα είναι όρθια. (Εκτός από τους Σιλούκ του Σουδάν απαντάται και στη Νιγηρία, Ινδία και Κεντρική Ασία.) Στην εν λόγω, καθαρά ανδρική, στάση ανάπαυσης ο άνθρωπος στέκεται στο ένα πόδι, έχει ανασηκωμένο το άλλο σαν πελαργός και ισορροπεί υποβασταζόμενος από μακρύ μπαστούνι.


Αλλά επίσης εξαίρεσα και όλους τους τρόπους του οκλάξ κάθεσθαι ιδίως τις θέσεις sukhasana, baddha konasana ή hanka-fuza.


Είναι λοιπόν φανερό ότι, στη Μεσόγειο, στις ακτές της Αφρικής, σε πολλά μέρη της Ασίας και της Αμερικανικής ηπείρου, ιδίως οι γυναίκες που φροντίζουν βρέφη, εκτελούν λεπτές εργασίες, βρίσκονται σε μια σχέση κοινωνικού καταμερισμού αλλά και επικοινωνίας προτιμούν καθιστικές στάσεις με ή χωρίς κάποιο στήριγμα πλάτης αλλά κυρίως με τεντωμένα τα πόδια ή με τα πόδια σταυρωτά. Οι άνδρες βρέθηκαν να χρησιμοποιούν λιγότερο συχνά αυτή τη στάση. Ότι η αρχαία Αίγυπτος υπήρξε “πολιτισμός του καθίσματος” είναι βέβαιο. Δεν ξέρω όμως πόση εγκυρότητα έχουν ισχυρισμοί ότι πέραν όσων μπορούσαν να κάθονται λόγω κοινωνικής θέσης απεικονίζονται και κοινοί Αιγύπτιοι σε αξιοπρεπέστατα καθίσματα με ερεισίνωτα.


Οι εκτός Ευρώπης μακροχρόνια εφαρμοζόμενες εργονομικές πρακτικές των παραδοσιακών πολιτισμών και η λειτουργικότητα τους στις κινήσεις και τις στάσεις της καθημερινότητας διαμόρφωναν για τον Ευρωπαίο της Era dos Descobrimentos, της Εποχής των Ανακαλύψεων, ένα νέο habitus για το σώμα, το οποίο εγκαθίδρυε απαιτήσεις ανάκτησης όσων η πενία υλικών μέσων και η απουσία πνεύματος χειραφέτησης του είχαν στερήσει.


8
Σε ένα προηγούμενο σημείωμα, στο έκτο, έγραψα κάτι για το καφέ χρώμα. Παράθεσα μια σκέψη του Spengler αλλά, φυσικά, δεν είναι ζήτημα που μπορώ να διαπραγματευτώ. Προσπαθώ απλώς να πιάσω, στο όνομα της συντροφιάς και της συζήτησης, στο μέτρο των μικρών μου δυνάμεων, μέσα από λοξές ματιές, σε γωνιές που διαφεύγουν της ευθείας παρατήρησης, λίγες κρυμμένες στιγμές μιας πολυπλοκότητας που δημιουργεί το ήθος του πεπερασμένου. Μ' αρέσει ο τίτλος του βιβλίου του David Lowenthal, “Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα”. Πάντα περιμένουμε το παρελθόν να έρθει σε μας και κάποιοι ανυπομονούν γι αυτό περισσότερο από ότι για το μέλλον. Είναι η πρόθεση που κάνει το παρόν για κάποιους βολικό και για άλλους άβολο.


Για παράδειγμα, η γενίκευση της καύσης ξυλοκάρβουνου για θέρμανση και η βαριά ρύπανση του αέρα δημιούργησε στους ζωγράφους της Ευρώπης πολύ σοβαρά τεχνικά προβλήματα και επέδρασε στην αισθητική δύο αιώνων. Οι εποχές του καθαρού αιθέρα και φωτός και των λαμπερών χρωμάτων της αρχαίας Κίνας, Αιγύπτου, Ελλάδας και Ρώμης είχαν παρέλθει. Είναι όμως και αλήθεια πως σπουδαία καλλιτεχνικά αποτελέσματα έχουν επιτευχθεί με πολύ λίγη πρόσθεση χρώματος ή και αφαίρεση, όπως με το sfumatto του Leonardo ή τη σινική.


Για να επιστρέψουμε στον “ξύλινο κόσμο”, ένα από τα θαυμαστά αποτελέσματα των φυσικών βερνικιών εκείνων των εποχών ήταν οι αντανακλάσεις του φωτός πάνω στη γυαλισμένη επιφάνεια αναδεικνύοντας τις διαβαθμίσεις των χρωμάτων του ξύλου και δημιουργώντας την αίσθηση της διαφάνειας. Ένα γνωστό και παλιό εικαστικό πρόβλημα ήταν η απόδοση πάνω στον καμβά, με χρώματα και πινέλο μιας γυαλισμένης επιφάνειας επίπλου από βελανιδιά ή σφένδαμο.


Ας προσθέσουμε, παίζοντας με τους κανόνες του χρόνου, ότι τον 17ο και κυρίως τον 18ο αιώνα εμφανίζεται στις βόρειες περιοχές των Κάτω Χωρών η μόδα του καπλαμά από σφένδαμο ή σημύδα με κοντράστ ανοιχτόχρωμων και σκουρόχρωμων σχεδίων πάντα στις αποχρώσεις του καφέ. Πρόκειται ουσιαστικά για αναβάθμιση μιας παλιότερης τεχνοτροπίας του 16ου αιώνα, της μαρκετερί, αυτού που θα αποδίδαμε στα ελληνικά με τον όρο “ένθετη διακόσμηση με φύλλα ξύλου”. To παλιό ρωμαϊκό και ισλαμικό αραμπέσκ παίρνει τη μορφή του γκροτέσκ της Αναγέννησης (grottesche) -μέσω Ραφαήλ- και εν συνεχεία, απλοποιημένο και προσιτό ως μαρκετερί για τους μικρόκοσμους των ευκατάστατων τάξεων!
(Συνεχίζεται)

Δεν υπάρχουν σχόλια: