Μόνο στο τέταρτο, το Κατά Ιωάννη Ευαγγέλιο, ο Πιλάτος από τον Πόντο απευθύνει την ερώτηση προς τον Ιησού «και τι είναι αλήθεια». Είναι μια καθαρά «πολιτική» ερώτηση, όχι φιλοσοφική. Η ερώτηση ενός εκπροσώπου του ρωμαϊκού κράτους, ο οποίος θεωρεί τον Ιησού αθώο για όσα τον κατηγορούν, γι αυτό και –σύμφωνα και με τους 4 Ευαγγελιστές– προσπαθεί να τον απαλλάξει από τη θανατική καταδίκη. Η απορία του είναι γνήσια και καλοπροαίρετη. Προσπαθεί, έστω την τελευταία στιγμή, να αντιμετωπίσει ένα Πεπρωμένο με ένα Διάλογο, αναζητά την υπέρβαση ενός ριζικού διχασμού. Σήμερα θα το περιγράφαμε ως χάσμα «πολιτικής και ιδεολογίας». Αλλιώς όμως θα το λέγαμε διχασμό του «κόσμου των γεγονότων» με τον «κόσμο των αληθειών».
Ίσως ο Ιησούς αποκρινόταν στην ερώτηση αυτή με μια νέα ερώτηση: «τι είναι η πραγματικότητα». «Για τον Πιλάτο η πραγματικότητα είναι το παν, για τον Ιησού δεν ήταν τίποτε», παρατηρεί ο Ο.Σ. (ένας φίλος που θέλει να μείνει εδώ μόνο με τα αρχικά του) και επισημαίνει ότι η ερώτηση του Πιλάτου συμπυκνώνει «όλο το νόημα της ιστορίας, ότι μόνο η πράξη μετράει, η παντοδυναμία του κράτους και της επιτυχίας».
Κάποιοι από μας περάσαμε τα νεανικά μας χρόνια πεισμένοι πως έχουμε ξεπεράσει αυτό το δραματικό δίλημμα. Γιατί δεν πιστεύαμε στο διχασμό της πολιτείας του θεού και της πολιτείας του ανθρώπου. Η ίδια η πολιτική, η πράξη του ενεργητικού ανθρώπου που αγωνίζεται όχι για τη σωτηρία της ψυχής του ή για την ενοχή και το προπατορικό αμάρτημα αλλά για την ανθρωπιά της ύπαρξής του αποτελεί –λέγαμε– τη δοκιμασία που σπάει το σύνορο μεταξύ πολιτικού γεγονότος και πολιτικής αλήθειας.
Μετά ήρθαν οι μέρες της «ωριμότητας». Το Σύστημα, νικηφόρο και πανίσχυρο αφού πρώτα ακύρωσε «επιστημονικά», στη συνέχεια απέσυρε «ως ξεπερασμένα» τα παλιά εργαλεία μας (δικαιοσύνη, κοιν.τάξεις, επανάσταση, σοσιαλισμός) και διέσπασε την ενότητα πολιτικού γεγονότος και πολιτικής αλήθειας. Θέλησε να μας βάλει στο νου πως όποιος διεκδικεί την αλήθεια μέσω της πολιτικής δράσης είναι ένας (αμετ)ανόητος. Η πολιτική, μας είπε, είναι για τους πολιτικούς (επαγγελματίες) του κοινοβουλευτισμού και η «αλήθεια» για τη θρησκεία (σ’ αυτό έβαλαν πλάτη κυρίως οι «επιστήμονες»).
Αν ξέχασαν οι «ρεαλιστές» μας πόσο βαθειά «θρησκευτικός» είναι ο κοινοβουλευτισμός (ιδίως ο δικομματικός) ας ανατρέξουν στις αγγλικές ρίζες του ή ας μας ρωτήσουν. Ή ξέχασαν ότι στην αρχαία ελληνική πόλη τέτοιοι διχασμοί δεν υπήρχαν;
Τώρα αρχίζουμε να συνερχόμαστε απ’ τη νάρκωση. Ίσως προλαβαίνουμε.
Θάνος Κωτσόπουλος
Εγγραφή σε:
Σχόλια ανάρτησης (Atom)
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου