TRANSLATION

Σάββατο 16 Φεβρουαρίου 2008

Lever doodt als Sklaav

Ενίοτε ο καθένας επιθυμεί έναν έλεγχο αυτοεκτίμησης. Αφήνοντας στην άκρη οποιαδήποτε ηθικολογική προσέγγιση υπενθυμίζω ότι αυτός ο έλεγχος διεξάγεται –απ’ όσο ξέρω– με δύο «φιλοσοφίες»: τη φιλελεύθερη και την εγελιανή.
Την πρώτη εκπροσωπούν οι Τ. Χομπς, Τζ. Λοκ, Μοντεσκιέ, Ντ. Χιούμ και οι Αμερικανοί Founding Fathers (Τζ. Μάντισον, Αλ.Χάμιλτον κ.ά.). Η δεύτερη διατυπώθηκε από τον Γκ. Χέγκελ και επέδρασε κυρίως στην κομμουνιστική αριστερά.

Σύμφωνα με τη φιλελεύθερη αντίληψη, ιδίως την «αγγλοσαξωνική», θεμελιώδες ηθικό γεγονός για τον άνθρωπο είναι η ατομική αυτοσυντήρηση και ευημερία. Ο Χομπς θεμελίωσε φιλοσοφικά έναν “πρωταρχικό άνθρωπο” ο οποίος βρίσκεται μεταξύ του κινδύνου ενός bellum omnium contra omnes και μιας ανάγκης για ασφαλή και ειρηνική ζωή. Ο φόβος του θανάτου και του γενικευμένου χάους πρέπει να κάνει, κατά τον Χομπς, τον άνθρωπο να παραιτηθεί από την αλαζονική απαίτηση για υπεροχή και αναγνώριση και να τον οδηγήσει στο συμβιβασμό του κοινωνικού συμβολαίου. Η ύπαρξη του κράτους και η εξασφάλιση της μέγιστης δυνατής συναίνεσης σε ένα καθεστώς το οποίο είναι νομιμοποιημένο (στην περίπτωση της εποχής του Χομπς η απόλυτη μοναρχία) εξασφαλίζει τον καθένα από την απειλή οιουδήποτε αλαζονικού Λεβιάθαν.
Στην ίδια γραμμή κινήθηκε η φιλοσοφική αντίληψη του Λοκ. Η ευημερία μέσα από την εξασφάλιση της ιδιοκτησίας κατέχει κεντρική θέση στο σύστημά του, με τη διαφορά ότι τα θεμελιώδη ανθρώπινα δικαιώματα προηγούνται, είναι σημαντικότερα, ακόμη και του πολιτικού καθεστώτος. Γι αυτό ο Λοκ προέτασσε, στο όνομα της αυτοσυντήρησης, το δικαίωμα αντίστασης κατά του τυράννου. Αυτή η αρχή ενσωματώθηκε στο αμερικανική Διακήρυξη της Ανεξαρτησίας.
Ο αγγλοσαξωνικός φιλελευθερισμός χρησιμοποίησε την ιδέα του κοινωνικού συμβολαίου ως ιδεολογική κατασκευή μέσα στην οποία συμπεριέλαβε την υποτιθέμενη παραδοχή ότι είναι προτιμότερο να ζήσει κανείς ως υπόδουλος μεταξύ όλων των υπολοίπων υποδούλων παρά να εμπλακεί σε μάχες γοήτρου, αναγνώρισης, κυριαρχίας, σχέσεων κυρίου – δούλου. Αυτό οδήγησε στο σχήμα του εγωιστή αστού, προσηλωμένου στα συμφέροντά του, την υλική ευημερία του και εντέλει αδιάφορου για τα κοινά.
Αλλά η φιλελεύθερη εμμονή στον εγωιστή άνθρωπο έφτανε σε σημεία εξωφρενικής αισιοδοξίας. Ο κλασικός ισχυρισμός υπήρξε ότι η γενική ευημερία όχι μόνο δεν πλήττεται αλλά τροφοδοτείται από το κυνήγι της προσωπικής ωφέλειας. Ο Καντ πίστευε ότι η κοινωνία μπορεί να ευημερεί ακόμη κι αν όλοι είναι διάβολοι –με την προϋπόθεση ότι θα είναι «ορθολογικοί»–, ενώ ο Α.Σμιθ είχε διατυπώσει μια θεωρία συναισθηματικής αλληλεγγύης. Ο φιλελευθερισμός δεν υποβάθμιζε την ανάγκη για υπεροχή και γόητρο. Στο έργο του Σμιθ «Η θεωρία των χρηστών αισθημάτων» διατυπώνεται η άποψη ότι το κίνητρο για τη μεγιστοποίηση του οικονομικού οφέλους δεν βρίσκεται στην ικανοποίηση των φυσικών αναγκών (γιατί όπως έλεγε αυτές καλύπτονται και με ένα στοιχειώδες εισόδημα) αλλά στον πλεονασμό, την αλαζονική επίδειξη. Ο φιλελευθεριαμός ισχυρίζεται ότι παραιτείται από τη μάχη της αναγνώρισης-μέσω-της-εξουσίας για να απομακρύνει οριστικά το θυμοειδές από την πολιτική ζωή και στη θέση του να βάλει τον οικονομικό ορθολογισμό ή την επιθυμία απόκτησης και κατανάλωσης πραγμάτων μέσω της οποίας ικανοποιείται η αλαζονική ανθρώπινη αδυναμία.

Από την άλλη πλευρά ο Χέγκελ, εμπνεόμενος από την πλατωνική και στωική παράδοση, διατύπωνε στη «Φαινομενολογία του Πνεύματος» την αρχή ότι μόνο με τη διακινδύνευση της ζωής επιτυγχάνεται η ελευθερία. Ο αρχικός άνθρωπος είναι και για τον Χέγκελ «φυσικός», με την έννοια του ζώου που πρέπει να καλύψει τις ανάγκες του αλλά με την ουσιώδη διαφορά ότι δεν καθορίζεται από το ένστικτο της αυτοσυντήρησης αλλά μπορεί να το υπερβαίνει. Έτσι στην πρωταρχική κατάσταση ο Χέγκελ φανταζόταν επίσης ένα καθεστώς βίας και πολέμου από το οποίο όμως προέκυψαν σχέσεις εξουσιαστή και εξουσιαζομένου (κυρίου και δούλου) και όχι ένα «συναινετικό» κοινωνικό συμβόλαιο. Γιατί; Διότι, κατά τον Χέγκελ, ο άνθρωπος είναι το μόνο ζώο που μπορεί να υπερβαίνει το φόβο του θανάτου εν ονόματι μιας υπέρτερης αξίας, που, σχηματικά, θα μπορούσαμε να περιγράψουμε ως «αυτοεκτίμηση» ή και «ελευθερία». Έτσι, όποιος ήταν ικανότερος να κατανικήσει το φόβο του θανάτου θα ήταν στη θέση του «κυρίου». Θα έδινε μια μάχη μέχρις εσχάτων. Αν έχανε θα τελείωνε μ’ έναν ηρωικό θάνατο. Αν νικούσε θα επιβεβαίωνε την αυτοεκτίμησή του ως «κύριος». Από την άλλη πλευρά εκείνος που θα υποτασσόταν στην αυτοσυντήρηση και το φόβο του θανάτου θα αποδεχόταν τη θέση του «δούλου».
Η ετοιμότητα για διακινδύνευση της ζωής είναι επομένως το ίδιον του ανθρώπου και μολονότι αντιλαμβανόταν τη σχέση κυρίου και δούλου ως κάτι το πρωτόγονο και ατελές θεωρούσε το κράτος του φόβου ως κατώτερο και ζωώδες. Με την έννοια αυτή η στάση του φιλελευθερισμού να ανταλλάσσει όχι μόνο την απλή επιβίωση αλλά και την άνεση και ευμάρεια με την παραίτηση από τον αγώνα για αυτεξουσιότητα έρχεται σε αντίθεση με την εγελιανή αντίληψη.
Ο φιλελευθερισμός αντιλαμβανόταν την ελευθερία ως απαλλαγή από φυσικά εμπόδια. Ο Χομπς όριζε ως ελεύθερο τον άνθρωπο στον οποίο δεν ασκούνται φυσικοί περιορισμοί στη δράση του. Στον Χέγκελ, αντίθετα, είναι ακριβώς η απόσπαση από τους φυσικούς περιορισμούς που δίνει νόημα στην ελευθερία. Ο άνθρωπος, για τον Χέγκελ, δεν υπερέχει από τα ζώα επειδή είναι μια πιο έξυπνη και αποτελεσματική μηχανή αλλά γιατί κάνει ηθικές επιλογές, απ’ όπου και απορρέει η ελευθερία του. Οπότε ελευθερία δε σημαίνει να ζεις ανεμπόδιστα «μέσα» στη φύση αλλά και πέρα από αυτήν.
Η εγελιανή αυτοεκτίμηση μέσα από την αυτεξουσιότητα έχει, όπως προαναφέρθηκε, ρίζες στην πλατωνική και στωική παράδοση. Για τον Πλάτωνα το θυμοειδές της ψυχής παίζει ουσιώδη ρόλο στην αντίληψη για τη δικαιοσύνη και τη διαμόρφωση μιας δίκαιης πολιτείας, με την προϋπόθεση ότι η τάξη που αντιστοιχεί σ’ αυτό –εκείνη δηλαδή των φυλάκων– είναι σωστά εκπαιδευμένη και έχει τιθασεύσει το θυμικό της. Σημασία δεν έχει να επεκταθεούμε σ’ αυτό όσο να επισημάνουμε ότι η παράδοση αυτή, σε αντίθεση με τον κλασικό φιλελευθερισμό, τοποθετούσε το θυμικό στο επίκεντρο της πολιτικού στοιχείου.
Αλλά δε θα ήταν σωστό να θεωρήσει κανείς ότι ο φιλελευθερισμός, ιδίως ο πρώτος «υπαρκτός» φιλελευθερισμός του αμερικανικού συντάγματος, εξοβέλιζε το θυμικό. Το έστρεφε κυρίως στη σφαίρα της οικονομίας, στην ικανότητα απόκτησης ιδιοκτησίας. Όσον αφορά στο πεδίο της πολιτικής διοχέτευε το θυμικό στην κοινοβουλευτική δημοκρατική διαδικασία: στην απόκτηση προσωπικού κύρους και φήμης μέσω της δημόσιας έκθεσης και της προεκλογικής εκστρατείας αλλά και σε ορθολογικές στρατηγικές διακανονισμού των συγκρουόμενων συμφερόντων μέσω θεσμικών συμβιβασμών. Αυτή η τελευταία φιλελεύθερη συνταγή ανάμειξης θυμικού και ορθολογικού στοιχείου σήμερα επικρατεί.
Γνώμη του γράφοντιος είναι ότι ο φιλελευθερισμός δεν αντιμετωπίζεται με αφορισμούς και καταδίκες. Ιστορικά εμφανίστηκε για να καλύψει πραγματικές ανθρώπινες ανάγκες και χαρακτηριστικά. Αποτέλεσε τον ιδεολογικό λόγο του καπιταλισμού και της αστικής τάξης αλλά, όπως κάθε ιδεολογία, έχει προσβάσεις και ρίζες έξω από τα στενά όρια της τάξης που εξυπηρετεί. Η εγελιανη σκέψη έχει αξία αντικειμενική και για πολλούς παραμένει μια ανεξάντλητη φλέβα. Η ύπαρξη όμως ενός έντονα βουλησιαρχικού στοιχείου μπορεί να οδηγήσει σε υπερβολές. Μπορεί επίσης να οδηγήσει σε ατελείς εξηγήσεις για το σχηματισμό των κοινωνικών τάξεων και την αιτιολόγηση των ταξικών αγώνων. Στην παρούσα όμως στιγμή έχει μια αξία και πρέπει να πάρει κανείς θέση. Αυτό θα κάνω στη συνέχεια.

Ποια είναι η επικαιρότητα και η σημασία όσων εκτέθηκαν;
Η κατάρρευση του «υπαρκτού» σοσιαλισμού συμπαρέσυρε την ούτως ή άλλως δοκιμαζόμενη αξιοπιστία του αυστηρά κομμουνιστικού προτάγματος αλλά και των σοσιαλιστών ιδεών. Ιδίως από τη δεκαετία του ’90 κάμφθηκε όχι μόνο το αριστερό φρόνημα αλλά και η ίδια η αυτοπεποίθηση των λαϊκών στρωμάτων ότι μπορούν να απαιτήσουν το αυτονόητο. Η ηττοπάθεια οδήγησε σε αδιαφορία και σε παραίτηση. Ο νεοφιλελευθερισμός θριάμβευσε σε όλη την Ευρώπη. Η σοσιαλδημοκρατία έχασε το ρόλο του αναχώματος στην αριστερά, αποσυνδέθηκε από τα ιδεολογικά της προσχήματα και κατέληξε στον «τρίτο δρόμο» του Μπλερ. Το ευρωπαϊκό υπερεθνικό διευθυντήριο αποτέλειωσε το κοινωνικό κράτος και επέβαλλε το μονόδρομο του νεοφιλελευθερισμού. Τα μικρά ευρωπαϊκά κράτη έχουν χάσει κάθε ίχνος «αυτοεκτίμησης» ενώ η έννοια της κυριαρχίας του έθνους αποτελεί πλέον απλώς διδακτέα ύλη στο πανεπιστήμιο. Όποιος σκεφτεί να μιλήσει για εθνική αξιοπρέπεια κινδυνεύει να κατηγορηθεί ως εθνικιστής. Όποιος θελήσει να πειράξει τη δημοσιονομική πολιτική των Βρυξελλών προς όφελος των φτωχών θα υποστεί έξωθεν και έσωθεν οικονομικά αντίποινα. Το σημαινόμενο του σημαίνοντος «παγκοσμιοποίηση» είναι «αποδοχή της υποταγής».

Πουθενά πια στην Ευρώπη δεν μπορεί να ακουστεί το παλιό ρητό των αγροτών της Φρισσίας: Lever doodt als Sklaav, που θα πει «καλύτερα νεκρός παρά σκλάβος».

Το αντάλλαγμα που υπόσχεται ο φιλελευθερισμός είναι «να χορτάσει το ζώο». Μόνο που λογαριάζει χωρίς να παίρνει υπόψη του μερικά πράγματα.

Τα εθνικά ζητήματα παραμένουν σε αβεβαιότητα. Ίσως κάποιοι λαοί να μπορούν να διαπραγματευτούν περισσότερο κυνικά την αξιοπρέπειά τους. Εμείς εδώ, θέλω να ελπίζω, δεν ανήκουμε σ’ αυτή την κατηγορία. Το δημοψήφισμα στην Κύπρο για το σχέδιο Ανάν εξέπληξε πολλούς.
Στο εσωτερικό μέτωπο η ηγεμονία του δικομματισμού τρίζει. Το αισιόδοξο στοιχείο δεν είναι μόνο η καταγραφή αυξητικών τάσεων σε κόμματα της Αριστεράς αλλά η μεγέθυνση της απροσδιοριστίας, την οποία προσπαθούν να ερμηνεύσουν απλοϊκά ή να εντάξουν σε διάφορα ανόητα σχήματα. Σήμερα πολλοί περισσότεροι γνωρίζουν ότι αξίζει να διακινδυνεύσουν, να μη φοβηθούν την απεξάρτησή τους από τους καθεστωτικούς εκβιασμούς.
Στο επίπεδο της ατομικής ύπαρξης. Οι ανένταχτοι αριστεροί, οι πολίτες που έμειναν για δεκαετίες στο περιθώριο της πολιτικής ζωής δεν το έκαναν από αδυναμία ή αμηχανία, δεν ιδιώτευαν. Η επιλογή της μη ωφέλειας από την ενσωμάτωση στο πολιτικό σύστημα ήταν μια διαρκής διακινδύνευση. Όχι χωρίς τις μικρές ιδιοτέλειες του ντοστογιεφσκικού Υπογείου, με κάποια μνησικακία, λίγη αρνησικοσμία, το ναρκισσιμό του «καθαρού» ή έναν αριστοκρατικό ριζοσπαστισμό.
Την ίδια στιγμή άλλοι έκαναν τον πολιτικό αγώνα τους με όποια μέσα διέθεταν, όσο τους επέτρεπαν οι δυνάμεις τους. Δράσεις που προσπάθησαν να διατηρήσουν ζωντανή την αξιοπρέπεια.
Δεν ήσαν λίγοι οι προβληματιζόμενοι και ενεργοί πολίτες που αναζήτησαν διεξόδους σκέψης πέρα και έξω από την παραδοσιακή αριστερά νοιώθωντας δυσαρέσκεια από τα αγκίστρια του παρελθόντος, ίσως και με περισσότερη διάθεση συμβιβασμού και συμφιλίωσης με το Πραγματικό. Στο μυαλό και την ψυχή όσων διάλεξαν δρόμους συμβιβασμού και αυτοσυντήρησης υπάρχει και σαλεύει η εγελιανή ανησυχία.
Ο Νίτσε ονόμαζε τον άνθρωπο «κτήνος που κοκκινίζουν τα μάγουλά του».

Θάνος Κωτσόπουλος

http:\\vagulatio.blogspot.com

Δεν υπάρχουν σχόλια: