TRANSLATION

Τετάρτη 19 Νοεμβρίου 2008

Aussprechen was ist, όπως θα έλεγαν ο Μακιαβέλι ή ο Lassale ή ...

«Ο κυνισμός, στην πραγματικότητα, δε βρίσκεται στα λόγια του Μακιαβέλι αλλά σ’ εκείνο που τα λόγια αυτά περιγράφουν» έγραφε το Νοέμβρη του 1934 ο Λεβ Κάμενεφ, ως διευθυντής του σοβιετικού οίκου Academia, στον Πρόλογο για την έκδοση των έργων του μεγάλου Φλωρεντινού. Τι σύμπτωση, αυτό το εκδοτικό γεγονός να αποφασίζεται σε μια μοιραία στιγμή για την ΕΣΣΔ, να εμφανίζεται σαν το «Μαύρο Καράβι» που έτρεμαν πάντα οι θαλασσόλυκοι στις καμπές του διαφεντέματος των θαλασσών.
Ένα μήνα αργότερα, την 1η Δεκεμβρίου 1934 ο Σεργκέι Μιρόνοβιτς Κίροφ, μέλος του Π.Γ. του ΚΚΣΕ, γραμματέας της κομματικής οργάνωσης του Λένινγκραντ έπεφτε νεκρός, δολοφονημένος από το νεαρό Λεονίντ Νικολάγιεφ. Δυο βδομάδες μετά ο Κάμενεφ συλλαμβανόταν. Το Γενάρη του 1935 «ομολογούσε» ότι ήταν συνυπέυθυνος ηθικά και πολιτικά για τη δολοφονία του Κίροφ. Τον Αύγουστο του 1936 ο Κάμενεφ στηνόταν στο απόσπασμα.

Ο Λεβ Κάμενεφ υπήρξε αγαπητός του Λένιν. Σ’ αυτόν εμπιστεύθηκε, όταν ήταν στην παρανομία, την έκδοση ενός τετραδίου με προσωρινό τίτλο «Ο μαρξισμός και το κράτος». Επρόκειτο για το έργο που στη συνέχεια τιτλοφορήθηκε «Κράτος και Επανάσταση». Ο Κάμενεφ επίσης ήταν εκείνος που επιμελήθηκε το 1920 την πρώτη συλλογή των έργων του Λένιν για τα 50 του. Ο Λένιν, εξάλλου, δεν θεωρούσε την αντιπολίτευση των Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ στην Οκτωβριανή Επανάσταση ως σπουδαίο λόγο για τη μη αξιοποίησή τους στο επαναστατικό σοβιετικό καθεστώς και γι αυτό ο μεν Ζηνόβιεφ τέθηκε επικεφαλής της Κομιντέρν ο δε Κάμενεφ διορίστηκε αντιπρόεδρος των Λαϊκών Επιτροπών.

Το Γενάρη του 1925 η ολομέλεια της Κ.Ε. έχει καταδικάσει τον τροτσκισμό ως «παραχάραξη του κομμουνισμού», ο Τρότσκι έχει απαλλαγεί από τα καθήκοντά του προέδρου του Επαναστατικού Στρατιωτικού Συμβουλίου και ο Ζηνόβιεφ ζητούσε τη διαγραφή του Τρότσκι από το κόμμα ή έστω από την Κ.Ε. ενώ ο Κάμενεφ από το Π.Γ. Ας σημειωθεί ότι τότε οι απαιτήσεις αυτές αποκρούστηκαν από τον Στάλιν, ο οποίος αρνήθηκε την καθαίρεση του Τρότσκι. Στο 14ο Συνέδριο ο Στάλιν απορρίπτει την απαίτηση των Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ για διαγραφή του Τρότσκι με το εξής σκεπτικό: «Ξέραμε πως αυτή η πολιτική των αποκλεισμών εγκυμονούσε κινδύνους για το κόμμα, ότι η μέθοδος της αιματοχυσίας –γιατί γυρεύανε αίμα– είναι επικίνδυνη και μεταδοτική: σήμερα αποκλείεται ο ένας, αύριο ένας άλλος, μεθαύριο ένας τρίτος – και τότε τι θα απομείνει από το κόμμα μας;» (Στάλιν, τόμος 7, σελ. 390)

Το 1925, στο ίδιο αυτό 14ο συνέδριο του ΚΚΣΕ ο Κάμενεφ ήρθε σε σύγκρουση με τον Στάλιν για το θέμα της προσωπολατρείας. Τέλειωσε το λόγο του λέγοντας ότι «είμαστε αντίθετοι στη θεωρία του προσωπικού ελέγχου και αντίθετοι στη δημιουργία αρχηγού». Για να θυμηθούμε, είναι η εποχή της «Νέας Αντιπολίτευσης» και της «Πλατφόρμας των 4». Ο Κίροφ τότε δήλωνε πως ο λόγος αυτός είχε προκαλέσει την πιο βαθειά εντύπωση από οποιονδήποτε άλλον της αντιπολίτευσης.
Μετά μια περίοδο δυσμένειας το 1933 ο Κάμενεφ διορίζεται από το κόμμα διευθυντής του σοβαρού και έγκυρου εκδοτικού οίκου Academia ο οποίος δημοσίευε πολυτελείς εκδόσεις κλασικών. Επίσης έγινε δεκτός ξανά στο 17ο συνέδριο του ΚΚΣΕ, το 1934, όπου, τυπικά, εμφανίστηκε ένθερμος υποστηρικτής της σταλινικής γραμμής.

Όπως ειπώθηκε, η σύλληψη του Κάμενεφ έγινε με την κατηγορία ότι μαζί με τον Ζηνόβιεφ είχαν σχεδιάσει τη δολοφονία του Κίροφ αλλά και ότι προετοίμαζαν τη δολοφονία και του Στάλιν. Αυτή η εκδοχή επικράτησε εύκολα και παραμένει μέχρι σήμερα ακλόνητη. Η υπόθεση Κίροφ είναι ουσιαστικά –μπροστά στο σύνολο των ζητημάτων της σταλινικής περιόδου–μια πτυχή για την οποία όμως ορισμένα στοιχεία δεν είναι ίσως τόσο γνωστά.
Φυσικά, την αποτίμηση της περιόδου εκείνης θα την κάνει η Ιστορία, όταν όλα τα στοιχεία θα βγουν στο φως. Εδώ θα εκτεθούν μόνο ορισμένες πληροφορίες που ίσως γεννήσουν ερευνητικά ερεθίσματα για την αναμφισβήτητα τρομερή περίοδο των σταλινικών εκκαθαρίσεων.

Ας θυμηθούμε ότι ο Γρηγόρι Ζηνόβιεφ είχε προλειάνει το έδαφος ήδη από το 14ο Συνέδριο, οπότε τον Απρίλιο του 1926 οι Τρότσκι, Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ παραμερίζουν τις μεταξύ τους διαφορές και συμπτύσσουν τη λεγόμενη «Συνασπισμένη Αντιπολίτευση», την οποία ο Στάλιν χαρακτήριζε «συμβιβασμό χωρίς αρχές». Ακολουθεί μια φάση εντάσεων, διοικητικής κομματικής αντιμετώπισης της μεγάλης πλειοψηφίας (ενός και πάνω εκατομ. μελών) αλλά και βίαιης παρεμπόδισης αυτού του μικρής απήχησης «Συνασπισμού» (που δεν αριθμούσε πάνω από 10.000 οπαδούς) ο οποίος αναγκάζεται να λειτουργεί φραξιονιστικά.

Στις 16 Οκτωβρίου 1926, μετά από στοιχεία που έχουν συγκεντρωθεί σε βάρος τους, αναγνωρίζουν δημόσια ότι λειτουργούν φραξιονιστικά και ζητούν να εκφράσουν τις απόψεις τους με γραπτό κείμενο στη 15η Συνδιάσκεψη. Στα τέλη Οκτωβρίου όμως η Κ.Ε. αποκλείει τον Τρότσκι από το Π.Γ., τον Κάμενεφ από αναπληρωματικό μέλος του Π.Γ. ενώ ο Ζηνόβιεφ καθαιρείται από Πρόεδρος της Κομμουνιστικής Διεθνούς. Ακολουθούν πολλά. Στο σημείο αυτό θα χρειαστεί να κάνουμε ένα μεγάλο χρονικό άλμα.

Το Δεκέμβριο του 1936 ο Τρότσκι γράφει, εν πλώ από τη Νορβηγία προς το Μεξικό, ένα κείμενο με τίτλο «Δίψα για Εξουσία», το οποίο θα αποτελούσε ένα από τα υπόλοιπα 26 κεφάλαια του βιβλίου του «Τα Εγκλήματα του Στάλιν», μία γαλλική έκδοση του οποίου κυκλοφόρησε το 1937 στο Παρίσι και μία ισπανική το 1938 στο Σαντιάγκο της Χιλής.
Η ιστορική αξία αυτού του κειμένου έγκειται στο ότι, αναφερόμενο στα γεγονότα του ’23 -’26 παρουσιάζει τη νοοτροπία της συσταθείσας «Συνασπισμένης Αντιπολίτευσης». Την πρόταση του Ζηνόβιεφ για κοινή δράση είχε μεταφέρει ο Κάμενεφ στον Τρότσκι. Η γνώμη του τελευταίου ήταν ότι ήταν πρακτικά αδύνατη μια ανοιχτή αντιπαράθεση με το τότε μπλοκ Στάλιν-Μπουχάριν και χαρακτήριζε υπερβολικά οπτιμιστικές τις προσδοκίες των Ζηνόβιεφ-Κάμενεφ. Απάντησε λοιπόν στον Κάμενεφ: «Το θέμα δεν είναι καθόλου ότι αισθάνομαι κουρασμένος αλλά ότι πρέπει να οπλιστούμε με υπομονή για πολύν καιρό, για μια μεγάλη ιστορική περίοδο. Σήμερα το θέμα δεν είναι να συγκρουστούμε για την εξουσία αλλά να προετοιμάσουμε τα ιδεολογικά μας εργαλεία και τις οργανωτικές μας μεθόδους για τη μάχη, καθώς θα περιμένουμε τη νέα επαναστατική άνοδο. Πότε θα έρθει αυτή η στιγμή δεν ξέρω.»
Στο κείμενο αυτό ο Τρότσκι σημειώνει ότι αυτό το σχετικό διάλογο με τον Κάμενεφ δεν τον αναφέρει σε κανένα άλλο έργο του και ότι ο λόγος που αποφάσισε να κάνει την αναφορά είναι για να διαλύσει την εντύπωση πως δήθεν θα μπορούσε να συμφωνήσει «χρησιμοποιώντας μια δράκα επαναστατών πιστολάδων για να γυρίσουν τα πράγματα στο 1917» (verbatim).

Την τελική συνομιλία του με τους Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ είχε ο Τρότσκι, όπως υποστηρίζει στο ίδιο κείμενο, τις παραμονές του 15ου Συνεδρίου, το Δεκέμβρη του 1927. Έκτοτε, λέει, ούτε γράμμα ούτε σημείωμα, καμία απολύτως επαφή.
Το Λαϊκό Επιτροπάτο Δικαιοσύνης δημοσίευσε το 1936 την εκδοχή της αστυνομίας για την υπόθεση των Ζηνόβιεφ/Κάμενεφ: τη στροφή από τον πολιτικό αγώνα στην τρομοκρατία. Σύμφωνα με αυτή την εκδοχή είχε αποφασιστεί το καλοκαίρι του 1934, στο διαμέρισμα του Κάμενεφ στη Μόσχα η δημιουργία πυρήνων τρομοκρατικής δράσης στο Λένινγκραντ και στη Μόσχα. Εκεί αποφασίστηκε και η δολοφονία του Σεργκέι Κίροφ. Οι Ζηνόβιεφ και Κάμενεφ, πάντα κατά την αστυνομία, μέσω του Ιβάν Μπακάεφ έδοσαν εντολή στον ανόητο μνησικακούντα και κατώτερου ηθικού ποιού νεαρό Λεονίντ Νικολάγιεφ να εκτελέσει τον Κίροφ. Στον δε Τρότσκι αποδόθηκε η κατηγορία ότι είχε στείλει τον Οκτώβριο του 1934 μυστικό σημείωμα γραμμένο με αόρατη μελάνη σε ένα γερμανικό περιοδικό με την εντολή να εκτελεστεί ο Βοροσίλοφ και ο Στάλιν. Ο Τρότσκι, σύμφωνα με το παραπάνω κείμενο αρνήθηκε οποιαδήποτε ανάμειξη στα σχέδια των Ζηνόβιεφ – Κάμενεφ αλλά και επιβεβαίωσε ότι μεθόδευαν την προσφυγή στην τρομοκρατική βία.

Το πλαίσιο μέσα στο οποίο αποσπάστηκε η «ομολογία» του Κάμενεφ ελάχιστα πείθει για την ειλικρίνεια της ομολογίας αυτής. Ωστόσο, ήδη από πολύ νωρίς, ο Μπόρις Νικολάεφσκι, ένας μενσεβίκος που ζούσε στο Παρίσι και οι πρώην πράκτορες της N.K.V.D. Αλεξάντερ Ορλόφ και Βάλτερ Κριβίτσκι άρχισαν να διαδίδουν ότι πίσω από τη δολοφονία του Κίροφ δεν ήταν άλλος από τον ίδιο τον Στάλιν, ενισχύοντας την εκδοχή αυτή από το γεγονός ότι την επομένη της δολοφονίας του Κίροφ σκοτώθηκε σε τροχαίο «ατύχημα» και ο προσωπικός του φρουρός.
Το 1956, στα πλαίσια της αποσταλινοποίησης, ο Χρουστσόφ εξέφρασε τον ίδιο ισχυρισμό. Οι δυτικοί σοβιετολόγοι καλλιέργησαν και αναπαρήγαγαν την άποψη αυτή ευρύτατα, παρά τις επιφυλάξεις δύο πανεπιστημιακών: του καθηγητή του Χάρβαρντ Άνταμ Ούλαμ και του καθηγητή του πανεπιστημίου της Καλιφόρνια Τζ. Άρτς Γκέτι.
Με βάση υλικό που δόθηκε στη δημοσιότητα μετά την κατάρρευση της ΕΣΣΔ και αφορούσε την υπόθεση της δολοφονίας του Κίροφ η ιστορικός Άλα Κιρίλινα, πρώην διευθύντρια του Μουσείου Κίροφ στην Πετρούπολη, ανακοίνωσε ότι με βάση τη δική της επιστημονική έρευνα, ο εκτελεστής του Κίροφ Λεονίντ Νικολάγιεφ έδρασε μόνος και απολύτως αυτόβουλα.

Το στοιχείο αυτό ενισχύεται και από μια ακόμη μαρτυρία. Εκείνη του Γκένριχ Σαμουήλεβιτς Λιουσκόφ, ενός κομισάριου της N.K.V.D. που αυτομόλησε τον Ιούνιο του 1938 στην Ιαπωνία και έκτοτε εντάχθηκε στις ιαπωνικές μυστικές υπηρεσίες. Ο Λιουσκόφ υπήρξε ορκισμένος αντισταλινικός και δεν θα είχε κανένα λόγο να μην αποδώσει τη δολοφονία του Κίροφ στον Στάλιν. Κατείχε καίρια θέση την εποχή των ανακρίσεων για τον Κίροφ. Βρισκόταν στο ίδιο τρένο μαζί με τον Γιαχόντα και τον Στάλιν πηγαίνοντας για τις ανακρίσεις στο Λένινγκραντ και επομένως είχε πληροφορίες από πρώτο χέρι.

Τον Απρίλιο όμως του 1939 ο Ιάπωνας δημοσιογράφος Κάιζο έδωσε στη δημοσιότητα ένα κείμενο του Λιουσκόφ με τίτλο «Ανοιχτή επιστολή στον Στάλιν» στο οποίο χαρακτηρίζει τον εκτελεστή Νικολάγιεφ δολοφόνο μοναχικό, μεγαλομανή και ανισόρροπο. Παρά την σφοδρή (πολιτικά) αντισταλινική τοποθέτησή του ο ανακριτής και πράκτορας των Ιαπώνων Λιουσκόφ δεν κατονομάζει τον Στάλιν ως ηθικό αυτουργό της δολοφονίας του Κίροφ. Ούτε βέβαια και τους Ζηνόβιεφ – Κάμενεφ.

Η ιστορική έρευνα εκείνης της ζοφερής περιόδου θα είναι επίπονη και μεγάλης διάρκειας. Εμείς εδώ δεν αποτολμούμε ούτε κάν υπαινιγμούς. Χρειάζεται να παραμείνει κανείς όσο μπορεί πιο υπομονετικός, αντικειμενικός και ψύχραιμος στην αποτίμηση της πρώτης εκείνης σπουδαίας εικοσαετίας της σοσιαλιστικής απόπειρας στην ΕΣΣΔ. Στα συμπεράσματα, ωστόσο, εκείνο που τελικά πάντα βαραίνει δεν είναι η όποια δικαστική ή αστυνομική περιπτωσιολογία αλλά η αξία της εκάστοτε πολιτικής επιλογής.

Θάνος Κωτσόπουλος

Δευτέρα 17 Νοεμβρίου 2008

ΕΝΑ ΜΗΝΥΜΑ ΓΙΑ ΤΟ ΝΟΕΜΒΡΗ

Ανήκουμε «και» εμείς στη γενιά του Πολυτεχνείου.
Θέλουμε να συνεχίσουμε όπως πορευτήκαμε ως τώρα.
Όχι σαν φάσματα και ίσκιοι, όχι σαν λέξεις ενός κειμένου, όχι σαν στολές μιας επετείου.
Χωρίς νοσταλγική αυταρέσκεια.
Με εμμονή στους στόχους εκείνης της Εξέγερσης.
Με βλέμματα που αναγνωρίζουν τη διαδρομή του καθενός και την ευθύνη του.
Με απόπειρες σπαραγμώδεις, ατελέσφορες, οραματικές.

Mέσα στο εμπειρικά αυτονόητο και στις παρυφές μιας ουσίας που διαφεύγει.
Αμήχανοι μα όχι πολυμήχανοι για μάταιες και ευτελείς νίκες.
Άτοποι και ουτοπικοί για να μη χαθεί η σκέψη και η αγωνία για τον άνθρωπο.
Διχασμένοι και ολόκληροι, ξένοι σ’ ένα τόπο που δεν παύει να μας καλεί.
Πάντα μιλώντας στον άλλο μας εαυτό γιατί κάθε πορεία στο καλύτερο θέλει δυο πόδια.

Άλλος ένας Νοέμβρης πέρασε.
Να πούμε κάτι... Τί;
Γι αυτό που υπάρχει;
Γι αυτό που συμβαίνει; Για τον πλανήτη, τον κόσμο, τον τόπο μας;
Ξέρουμε.
Μεγαλώσαμε, μάθαμε πια πολλά.
Πολυτεχνείο, Εριννύα πρώτα-πρώτα δική μας!
Εμείς, η Πόλη είναι που πρέπει να ξυπνήσουμε.
Ας μαζευτούμε!

Τετάρτη 5 Νοεμβρίου 2008

ΑΠΟΠΕΙΡΑ ΑΠΟΛΟΓΙΣΜΟΥ

Βαθύτερο κίνητρο, πιστεύω, για καθέναν από τους «12» -όπως συμβατικά ονομάσαμε την αρχική Ομάδα Πρωτοβουλίας- δεν υπήρξε η δημιουργία πολιτικής οργάνωσης αλλά η ψυχική επαφή και επικοινωνία σε ένα τοπίο κρίσης, κυνισμού, διαφθοράς και συναλλαγής.
Υπήρχε φυσικά ένα πολιτικό υπόβαθρο στη σχέση μας: αφενός ότι ανήκουμε στην ίδια γενιά και αφετέρου ότι ουδέποτε απαρνηθήκαμε την ιδιότητα του ενεργού πολίτη που θέλει να παρεμβαίνει χωρίς ιδιοτέλεια στα κοινά.
Στη διάρκεια της πρώτης πολύμηνης περιόδου οι «12» αναζήτησαν μορφές πολιτικής δράσης και έκφρασης με γνώμονα το καλό του τόπου. Την υπέρβαση του δικομματισμού, τη δημιουργία ενός χώρου επικοινωνίας για πολίτες αποκλεισμένους από το δημόσιο διάλογο. Προσδοκία και σκεπτικισμός, αυτοπεποίθηση και δισταγμός, ελπίδα και αμφιβολία ήταν τα συναισθήματα που οριοθέτησαν την προσπάθειά μας να φτάσουμε σε μια πρώτη δημόσια έκκληση.
Κάτι που έγινε με την πρώτη ανοιχτή μαζική συγκέντρωση στο αμφιθέατρο του Ε.Ι.Ε. στις 19 Ιουνίου 2008.
Η συγκέντρωση εκείνη είχε επιτυχία, υπό την έννοια ότι προσήλθαν παλιοί φίλοι και γνώριμοι με ανάμεικτες μεν διαθέσεις αλλά με όρεξη για συνέχιση της προσπάθειας.
Το ίδιο το γεγονός της αναζήτησης ενός ανοιχτού, μη κομματικού χώρου από ανθρώπους με πολιτική εμπειρία και γνώσεις έδειχνε κάτι. Όλοι όσοι συμμετείχαν ή έδειξαν ενδιαφέρον θα μπορούσαν κάλλιστα να θεωρούν ότι καλύπτονται από τις ήδη υπάρχουσες λύσεις που προσφέρουν οι οργανωμένες πολιτικές δυνάμεις. Κι όμως, υπάρχει η ανάγκη για κάτι περισσότερο, με στοιχεία διαπροσωπικής επικοινωνίας, ήθους, πολιτισμού. Κανείς δεν θέλει αλλά και δεν μπορεί να χρησιμοποιήσει ένα χώρο ώριμων και χειραφετημένων πολιτών για καπέλωμα ή προσωπικό όφελος. Αυτά όλα ήταν, νομίζω, φανερά στη συγκέντωση της 19ης Ιουνίου.
Γι αυτό και η αρχική επιτροπή πρωτοβουλίας των «12» διευρύνθηκε με τη συμμετοχή σημαντικών και αξιόλογων προσώπων που αναζωογόνησαν και εμπλούτισαν την ομάδα πρωτοβουλίας.
Το διάστημα των 4 μηνών που ακολούθησε παρουσίασε νέες δυσκολίες, αφού ορισμένα παλαιότερα μέλη των «12» βρέθηκαν σε αντικειμενική αδυναμία να προσφέρουν τη συμμετοχή τους στην ομάδα (χωρίς όμως να άρουν την εμπιστοσύνη τους ή την ηθική τους συμπαράσταση), ενώ μια καινούργια ώσμωση και ανασύνθεση άρχισε να δημιουργείται μεταξύ των νέων μελών, όπως άλλωστε ήταν φυσικό. Σ’ αυτή τη δεύτερη φάση της Πρωτοβουλίας, την οποία και πάλι συμβατικά ονομάσαμε της «19ης Ιουνίου», συνειδητοποιήθηκαν οι κρίσιμες αδυναμίες του εγχειρήματος. Ότι δηλαδή δεν μπορεί να λειτουργήσει το σχήμα αυτό με πρόσωπα που διαρκώς εναλλάσσονται, χωρίς μια σαφέστερη οργανωτική δομή και, το κυριότερο, χωρίς ταυτότητα. Η απόπειρα να συνταχθεί ένα κείμενο, με τίτλο «Ποιοι είμαστε και τι θέλουμε», δεν απέδωσε ουσιαστικά. Το κείμενο αυτό εντέλει δεν συνιστούσε την ειδοποιό διαφορά και, σωστά, επικρίθηκε ως πλαδαρό, γενικόλογο και ανεπαρκές για να εκφράσει το στίγμα μας.
Καθώς προχωρούσε το εγχείρημα αυτό στο χρόνο, τουλάχιστον από πλευράς μου, γινόταν όλο και πιο σαφές ότι δεν αποτέλεσε μια ευκαιριακή, παρορμητική και επιπόλαιη εκδήλωση. Ο στόχος που εμένα ενδιέφερε από την αρχή δεν ήταν προφανώς να κάνουμε κόμμα ή γκρουπούσκουλο αλλά να δημιουργήσουμε ένα χώρο (άλλον ένα, αν θέλετε) στον οποίο να μπορούν πολίτες (είτε ανήκουν σε κόμματα είτε όχι) να εκφραστούν με ένα διαφορετικό τρόπο για τα πολιτικά πράγματα. Έτσι όπως δεν μπορούν να το κάνουν ούτε στην κομματική τους οργάνωση, ούτε στο συνδικάτο ούτε στην όποια επιτροπή του Δήμου. Θα μου πει κανείς και γιατί δεν προχωρήσαμε στη δημιουργία χώρου δημοσιεύσεων. Κάναμε μια υποτυπώδη προσπάθεια με το ιστολόγιό μας. Η συμμετοχή μικρή, για διάφορους λόγους. Πιστεύω πως υπάρχει πολύς κόσμος που δεν μπορεί ή δεν θέλει να γράφει άρθρα. Ίσως ούτε ένα απλό σχόλιο σε μια ιστοσελίδα στο διαδίκτυο. Αντίθετα χρειάζεται την αμεσότητα, την προσωπική επαφή, τη συνελευσιακή διαβούλευση, την προφορική εναλλακτική ενημέρωση, τη συμμετοχή σε αποφάσεις.
Η δική μας απόπειρα δεν μπορεί να υποκαταστήσει τις θέσεις και τα προγράμματα των κομμάτων τα οποία στο κάτω-κάτω τα έχουν επεξεργαστεί συλλογικότητες ευρύτερες και εγκυρότερες από τη δική μας.
Η δική μας απόπειρα δεν μπορεί να υποκαταστήσει ούτε την ακτιβιστική δράση των οργανωμένων δυνάμεων παρά να έχει μια οριακή παράπλευρη συμμετοχή.
Η δική μας απόπειρα είχε ένα μοναδικό και πολύ σημαντικό στοιχείο: μια υπόσχεση ελεύθερης, μετα-κομματικής σύνδεσης και επικοινωνίας των πολιτών με κυρίαρχο στοιχείο την ιδέα της ΑΥΤΟΝΟΜΙΑΣ.
Δεν ζητάμε από τον πολίτη να μας «ακολουθήσει» σε κάτι, ο καθένας έχει τη δική του ωριμότητα, τις δικές του επιλογές. Τον καλούμε μόνο να έρθει σε επαφή και συνεννόηση με το συμπολίτη του σε ένα χώρο που κανείς άλλος αυτή τη στιγμή δεν του προσφέρει. Αυτό το χώρο θέλουμε να δημιουργήσουμε. Περιλαμβάνει ασφαλώς και την έντυπη και ηλεκτρονική επικοινωνία. Αλλά περισσότερο προϋποθέτει ένα δίκτυο το οποίο δεν θέτει καμιά άλλη προϋπόθεση παρά την αξία της αυτονομίας.

Στη σύσκεψη της Πρωτοβουλίας, που πραγματοποιήθηκε στο President στα μέσα Οκτωβρίου, οι αδυναμίες διαπιστώθηκαν με το λόγο ή τη σιωπή, με το νου ή με τη διαίσθηση. Οι νέοι φίλοι που μας πλαισίωσαν υπέδειξαν να συγκροτηθεί μια σταθερή ομάδα η οποία να αποτελέσει τον υποτυπώδη οργανωτικό κορμό για την –όποια– συνέχιση της απόπειρας, μια σχετική πρόταση είχα κάνει κι εγώ, μπορεί να συζητηθεί αν αυτό αξίζει να γίνει.
Μετά το πέρας της σύσκεψης ακολούθησε μια σιωπή, ίσως αναγκαία για να μπορέσει ο καθένας να σταθμίσει τι θέλει και τι πρέπει να κάνει. Ωστόσο, αυτή η σιωπή δεν είναι καλό να συνεχιστεί, γιατί θα παγιωθεί ως σιωπηρή συγκατάθεση στην απόλυτη διαγραφή της προσπάθειας που έγινε. Θέλουμε κάτι τέτοιο; Οφείλουμε να μιλήσουμε καθαρά, να πει ο καθένας τι σκέφτεται.

Θάνος Κωτσόπουλος