TRANSLATION

Σάββατο 17 Δεκεμβρίου 2016

Ολίγη μελαγχολία προ των Χριστουγέννων, αν επιτρέπετε...

Τη vita contemplativa την ξέρουμε από την Summa. (In vita contemplativa est homo magis sibi sufficiens). Την πολιτική μελαγχολία γνώριζε ήδη ο17ος αιώνας. Αν η ιστορία δεν είναι παρά ένα τεφτέρι από τρέλες, ατυχίες και εγκλήματα -όπως έλεγε ο Γίββων- και ένα μελανοδοχείο συμφερόντων, ιδεών και πειραματισμών (ιδίως !), θα έλεγα, τότε γράφουμε τη σελίδα της vita activa (δεν πειράζει αν τη θυμόμαστε μόνο από την “Ανθρώπινη Κατάσταση”). Υπάρχουν περιοχές όπου οι “βάρβαροι” παραμένουν τουλάχιστον παραδοσιακοί. Ζώνονται τα εκρηκτικά στην κοιλιά τους. Αλλού, οι “πολιτισμένοι” τα φορτώνουν στο μυαλό τους.

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα για την chaise longue

ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ

13
Το αναγεννησιακό ύφος είχε εισαχθεί με την αυγή του 16ου αιώνα στη Γαλλία από την Ιταλία από τον Λουδοβίκο 12ο (1498-1515) και ενισχύθηκε από τον διάδοχό του, Francois “Πρεμιέ” (1515-1547). Η αρχιτεκτονική του Château de Chambord και του Château de Fontainebleau είναι τυπικά παραδείγματα αυτών των επιδράσεων. Κάνουν την εμφάνισή τους τα objets de luxe ενώ επί Ερρίκου Δ΄ η ζήτηση για έπιπλα από έβενο (παλαιότερα “ybenus”) ανεβαίνει κατακόρυφα, οπότε εμφανίζονται εξειδικευμένοι menuisier που ονομάζονται ébénistes .
Όλα αυτά μπορούν μια χαρά να συμβαίνουν στο σκληρό πλαίσιο των εμφύλιων θρησκευτικών συγκρούσεων. Ούτε δέκα χρόνια μετά τις αγριότητες (που για λόγους συνοπτικών διαδικασιών, τόσο αρεστών στους “μεταρρυθμιστές”, τα συγκεφαλαιώνουμε ως γεγονότα της “Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου”) εμφανίζονται στο Παρίσι τα ψάθινα καθίσματα καρέκλας.
Όπως τόσα άλλα επικυρωμένα αντίγραφα πολιτισμού έτσι και η βολή των οπισθίων, ασυγκίνητη απαιτεί εις το διηνεκές ισότιμη συνύπαρξη με το dragooning, την κρυμμένη βαρβαρότητα και την τραγικότητα του ανθρώπου.
Αλλά ας πάμε πάλι, επί Λουδοβίκου Γ', στις φλαμανδικές επιδράσεις οι οποίες εξισορροπούν τις αναγεννησιακές ενώ έπιπλα κατάφορτα με σκαλίσματα διακοσμητικής της Βουργουνδίας, όπως το cabinet (δηλαδή μια ιματιοθήκη πολυτελείας, ένα armoire de luxe) το οποίο εκτίθεται στο Μουσείο Metropolitan, κατασκευασμένο από τον γλύπτη Hugues Sambin, αποτελούν δείγματα του επικρατούντος Μανιερισμού. Έτσι είμαστε Κύριε.

14
Αξιοσημείωτο, ίσως, ότι όταν η Ιταλία, έχοντας βγει από την Αναγέννηση, βρισκόταν στον αστερισμό του κλασικισμού, η Γαλλία, ιδίως με τον Λουδοβίκο 13ο (1610-1643) και ενώ δαψίλευε άριστη υποδοχή Ιταλών καλλιτεχνών και μαστόρων, επέμενε να διοχετεύει κάθε αναγεννησιακό άνεμο μέσα σε γοτθικούς αεραγωγούς.
Πότε το γοτθικό ύφος στην επιπλοποιία φάνηκε να υποχωρεί ; Μετά το (συμβατικό) τέλος των γαλλικών θρησκευτικών πολέμων με το Έδικτο της Ναντ. Το όλο πνευματικό κλίμα είχε κι από ιησουιτικό “ratio studiorum”, είχε κι από γαλλικό σπιριτουαλισμό, είχε καρτεσιανισμό ως αναβίωση της “αυθεντικής” Αυγουστίνιας παράδοσης (κάποιοι προσφωνούσαν τον Descartes “διάδοχο” του Ιερού Αυγουστίνου), είχε ισχυρή τη θεολογία του Καρινάλιου Pierre de Bérulle και της Société de l' Oratoire de Jésus et de Marie και τέλος είχε και τη συγκολλητική ουσία “αγάπη ίσον τήρηση του Νόμου”.
Στη Γαλλία στρέφονται προς μια νέα αρχιτεκτονική, την ιησουιτική.
Πολλοί καλλιτέχνες ζουν με την καρδιά και το νου στη Ρώμη και το gran gusto τρέχει στα καλά σπίτια ασυγκράτητο.
Ενώ στη διακόσμηση τηρείται απαρεγκλίτως ο συγκρητισμός (τίποτα, λένε οι γνωρίζοντες, δεν είναι αυθεντικά “Γαλλικό”) εμφανίζεται στην επεξεργασία των ξύλινων επίπλων η τόρνευση. Ταχύτερη επεξεργασία, περισσότερο μηχανική, πιο οικονομική, αν και οι άνθρωποι πάντα εκστασιάζονταν από τις νέες τεχνολογίες.
Στην αρχική μορφή τόρνευσης (“en chapelet”) τα πόδια, οι τραβέρσες, τα στηρίγματα των ερεισίχειρων σκαλίζονται σε σχήματα κόμπων, πλεξίδων, σπιράλ. Πιο στιβαρή δουλειά. Λίγο αργότερα εμφανίζεται η τόρνευση “en balustre” η οποία υποτίθεται άφηνε περιθώρια αυτοσχεδιασμού στον τεχνίτη. Στην πραγματικότητα οι κόμποι είχαν αντικατασταθεί από ακολουθίες γεωμετρικών σχημάτων: ρόμβων, σφαιρών, κύβων και δακτυλίων πολύ μέτριας αισθητικής.
Στον τομέα των καινοτομιών για τις οπίσθιες περιοχές η chaises à bras μετασχηματίζεται σε fauteuil. Στη συνέχεια εμφανίζεται η ηδυπαθής και μεγαλοπρεπής chaise longue, κατεξοχήν η Duchesse. Είναι η πρόγονος της Cadillac 4ης και 5ης γενιάς και της αλογίσιας Harley των Sixties, η απόδειξη ότι ο Κύκλωπας μπορεί να είναι όμορφος.
Αλλά τα πρώτα βήματα αυτής της επαναστατικής πορείας προς το ιδεώδες της στάσης που παίρνει το σώμα σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, την αναγνώριση “θεραπευτικών ιδιοτήτων” που διαθέτει η σεζ λονγκ “Surrepos” και το μάρκετινγκ της σχέσης της “Zero Gravity Chair” με το λεγόμενο “Me-time” συνδέονται με ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο: τον Αρμάνδο των Βουρβόνων, Δεύτερο Πρίγκηπα του Conti.

15
Ένα κατώτερο είδος ντιβανιού για σαλόνι με μία ή δύο πλάτες πιθανότατα εμφανίστηκε αρχικά στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα. Το χαρακτηρίζω έτσι γιατί τα σωζόμενα δείγματα δίνουν την αίσθηση αφρόντιστων και εκ των ενόντων κατασκευών. Κάποια αντίστοιχα αντικείμενα καταγράφονται στα Mémoires του Jean François Paul de Gondi, Καρδιναλίου του Retz αλλά και στα Mémoires της Madame de Motteville.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1650 συνελήφθη στο σπίτι του ο Αρμάνδος των Βουρβόνων, Δεύτερος Πρίγκηπας του Conti. Διώχθηκε από τον Mazarin για μια πολιτική υπόθεση η οποία δεν μας ενδιαφέρει εδώ. Η κυρία de Motteville αναφέρει στα “Απομνημονεύματα” της ότι τη στιγμή της σύλληψης ο Πρίγκηψ αναπαυόταν ατάραχος για το γεγονός σε ένα ντιβανοκρέβατο. Στα ίδια αυτά απομνημονεύματα η ίδια κυρία (η οποία, ας σημειωθεί είχε ακολουθήσει τον Louis XIII σε όλες τις αιματηρές εμφύλιες εκστρατείες του) αναφέρει πως έξι χρόνια αργότερα στο Chateau de Chilly, η βασιλική σύζυγος Ενριέττα Μαρία της Γαλλίας καθόταν σε κάτι αντίστοιχο.
Η αταραξία του Πρίγκηπα ήταν εκείνη του στωικού σοφού; Το ντιβανοκρέβατο ήταν ένα σαλονάτο πιθάρι του Κυνικού; Δεν μας διαφωτίζει η Madame de Motteville.
Τέλος πάντων, με έξι ή οκτώ πόδια καρέκλας και μία ή δύο πλάτες αυτά τα κακομούτσουνα υβρίδια συνδέονται ορισμένες φορές από τους ιστορικούς της επιπλοποιίας με τη γέννηση του canapé.
Η γνώμη μου όμως είναι ριζικά αντίθετη. Ενώ μπορώ να δεχτώ ότι τα δύο είδη έχουν ένδοξη καταγωγή και χρονικά εμφανίζονται περίπου παράλληλα, ο καναπές και μάλιστα ο τριθέσιος, υποδηλώνει την ευρωπαϊκή κατανόηση του κοινωνικού σχετισμού σε ένα σαλόνι και επομένως την αποδοχή της καθωσπρέπει ιδέας ότι μπορούν οι συμμετέχοντες ως άτομα να υπερβαίνουν τις διαφορές της κοινωνικής τους θέσης και να κάθονται εν σειρά στο ίδιο κάθισμα. Γίνεται μόδα τα χρόνια της Επανάστασης και του Ναπολέοντα.
Αντίθετα η chaise longue, με εξαίρεση την εκδοχή της causeuse, (της πιο ουτοπικής αλλά και πιο συναρπαστικής ιδέας που εμφανίστηκε στον πλανήτη μετά το θεσμό της συμβασιλείας και της δυαρχίας γενικώς) απευθύνθηκε στη διάκριση, στον διαχωρισμό, στην ταυτόχρονη ρήξη με την ιεροπρέπεια και τη συγκατάβαση και στην ανάδειξη της ατομικότητας με σαφή την άρνηση κάθε “πολιτικής” υπαγωγής.

16
Όλες οι ανάκλιτες περσόνες, από την Μαγδαλένια γυναίκα στις βραχογραφίες του 12.000 π.Χ., την “Περσίδα” του Ρεζά, την “Νύμφη” του Λούκας Κράναχ του Πρεσβύτερου, την “Αφροδίτη του Urbino” του Τισιανού, την “Ολυμπία” του Μανέ, την “Μάγια” του Γκόγια, τη “Μεγάλη Οδαλίσκη” του Ένγκρ, το “Μοντέλο” του Ρενουάρ έως την “Γυναίκα με Βιβλίο” του Μποτέρο υπήρξαν γυναίκες γυμνές. Ένα κάθισμα, όπως η Duchesse, εποχής Λουδοβίκου 15ου, εμβληματικό της αισθησιακής ανακλίσεως τι άλλο μπορούσε να είναι από σύμβολο μιας χειραφετούμενης ατομικότητας που απαιτεί να σχολάζει και να θαυμάζεται από την ιδιωτική της αυλή;
Φαίνεται πως κάποιος βαθύς φθόνος για την Duchesse, η οποία πάντα συγκέντρωνε τριγύρω της επίδοξους θαυμαστές του φορτίου της θα έκανε τον Pascal να αποφανθεί ότι “όλη η δυστυχία προέρχεται από την αδυναμία του ανθρώπου να κάθεται μόνος του σε ένα δωμάτιο”!
Σημασία όμως έχει η ηδονοκρασία του κεκλιμένου σώματος επάνω σε chaise longue, σε meridienne ή σε lit bateau. Πώς ελέγχει το βλέμμα του φίλου, του ακολούθου, του υπηρέτη. Βλέμμα που μπορεί να δει το ωραίο ή το ωφέλιμο, αδιάφορο. Σημασία έχει η εξουσία την οποία το αντικείμενο, το ολόκληρο σώμα ως έκθεμα, ασκεί επάνω στο βλέμμα. Σημασία έχει ότι το σώμα συγκροτείται ως εσωτερική πολυτέλεια, πέραν της αρχής της χρησιμότητας.
Ο Spinoza κραύγαζε ότι το ικανό για δράση σώμα γίνεται “καλύτερο” και από την ηθική σκοπιά. Ο καθένας ασφαλώς επιθυμούσε να έχει “σπινοζικό” σώμα αλλά, κατά τους αιώνες των Φώτων χωρίς ηλεκτρικό φωτισμό, πέρα από τους ανώτερους κληρικούς και τις αργόσχολες μεγαλοκυρίες, η δουλειά και η στρατιωτική άσκηση το εξασφάλιζαν. Ένα “σπινοζικό” σώμα πάνω στη σεζ λονγκ είναι ό,τι καλύτερο για την αναστολή του habitus της καθημερινότητας.
Αυτό το απέδωσε προφητικά, από το 1914, με ένα πρόχειρο σκίτσο ο Αυστριακός φυσικός και φιλόσοφος (εισηγητής του εμπειριοκριτικισμού) Ernst Mach. Ποιος ήταν αυτός; Θα τον θυμούνται χωρίς Wikipedia, μαζί με τον Αβενάριο, οι νεόφυτοι “λενινίζοντες” των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης , οι τολμητίες της αναγνωστικής περιπέτειας του “Υλισμού και Εμπεριοκριτικισμού”.
Όμως ας πάμε σ' αυτό που μας ενδιαφέρει, στο έργο του Ernst Mach με τίτλο “Η Ανάλυση των Αισθήσεων”. Στη σελίδα δεκαεννιά λοιπόν είχε σκιτσάρει με μολύβι ο ίδιος τον εαυτό του με κάρβουνο (ήταν πρόδρομος του dark custom) να αυτοπαρατηρείται καθισμένος σε μια chaise longue. Το σκίτσο έχει ως τίτλο “Η αυτοεπισκόπηση του Εγώ”. Μάλιστα ζωγραφίζει αυτό που παρατηρεί μόνο το αριστερό μάτι, οπότε φαίνεται λίγο από το αριστερό μουστάκι του, το σώμα του, κυρίως η αριστερή πλευρά, το κάτω μέρος του δεξιού του χεριού να κρατά το μολύβι και, φυσικά, καθόλου ο δεξιός του ώμος.
Τώρα, συνηρημένα και για να μην μπλέξουμε σ' αυτό εδώ το “assemblage” τη βαριά φιλοσοφία, ας δεχτούμε πως ό,τι ήταν να προσφέρει η μπόλικη, κρεατωμένη, χλιδάτη chaise longue το είχε κάνει. Θα άφηνε το γυμνό σκελετό της για τα γούστα μερικών ιδιοφυών του 20ου αιώνα.
Άλλο ένα σημείωμα και ησυχάζουμε όλοι ...


17
Ένας άλλος -μετά τον Chigi- τραπεζίτης (και συλλέκτης έργων τέχνης) του εικοστού αιώνα, ο Ελβετός Raoul La Roche έχει συνδέσει το όνομα του με τη chaise longue “LC4”, την οποία σχεδίασε το 1925 ο Le Corbusier σε συνεργασία με τον Pierre Jeanneret και την Charlotte Perriand. Θρυλείται από τους κύκλους των μοντερνιστών ότι ήταν εξέλιξη μιας “θεραπευτικής” πολυθρόνας ονόματι “Surrepos”, εφεύρεσης κάποιου μυστηριώδους και ανεξακρίβωτης ύπαρξης “γιατρού Pascaud” ! Η “LC4” είναι άλλη μια μεγάλη πρωταγωνίστρια. Όποιος δεν την έχει δει και δεν έχει γευθεί την τέχνη της να σπεύσει.
Γνωρίζοντας οι μεγάλοι αρχιτέκτονες την τάση των καταπιεσμένων γουαναμπήδων να θεραπεύουν τη μνησικακία τους προς τους πρίγκιπες του χρήματος μέσω της απόκτησης σε προσιτή τιμή των φετίχ του πλούτου την προόρισαν ex designatio για μαζική παραγωγή πουλώντας τα δικαιώματα αρχικά στην Βιενέζικη Gebrüder Thonet (πρωτοπόρα βιομηχανία μεταξύ άλλων και στο σχεδιασμό και κατασκευή αναπαυτικών chaise longue από το 1860) και μετά το 1932 στην Embru Werke. Τώρα, νομίζω, έχει τα δικαιώματα η Μιλανέζικη Cassina και, φυσικά, κυκλοφορούν και πάμπολλες μαϊμούδες. Σύμβολο μοντερνισμού η “LC4”, όπως και η γεννηθείσα από το Bauhaus πασίγνωστη καρέκλα “Wassily” του Breuer αλλά και η καρέκλα “Barcelona” του Van der Rohe, έχουν γεμίσει τον τόπο. Άπειρες σπονδυλικές στήλες έχουν δοκιμάσει τις απομιμήσεις αυτών των καθισμάτων. Ο Oscar Schlemmer είχε προειδοποιήσει ότι τα σπίτια ως μηχανές όπως και τα έπιπλα ως μηχανές μπορούν και να στραφούν εναντίον του ανθρώπου.
Κάποιοι μέχρι σήμερα επιμένουν ότι όποιος καταφέρει να χαλαρώσει επάνω της -περίπου όπως είδαμε να κάνει ο κ. Mach- θα επιτύχει ομαλή και απρόσκοπτη σύνδεση με την παλιά, καθωσπρέπει σοσιαλδημοκρατία του Μεσοπολέμου και, ως προοδευτικός σε σύγχυση, θα κάνει το τέλειο ξελαμπικάζ και θα βρει τον αληθινό πολιτικό εαυτό του. Όσοι ενδιαφέρονται ας το ερευνήσουν.
Όσοι έχουν ασχοληθεί με τη Σημειωτική γνωρίζουν ασφαλώς ότι τα συμπαθή αντικείμενα υπηρέτησαν πειθήνια τη θεωρία της “συμπαραδήλωσης”.
(Αναρωτιέμαι εκείνη η μία και μοναδική “LC4με δέρμα τίγρης, ειδική παραγγελία για τον Μαχαραγιά του Ινδόρ τι να απέγινε μετά τα γεγονότα του 1947. )
Στη μοντέρνα εκδοχή τους τα ελληνικά και ρωμαϊκά ανάκλιντρα έπρεπε να μιλήσουν στη γλώσσα του μετάλλου, της βιο/μηχανικής και, βεβαίως-βεβαίως, της υγειο/νομίας. O Le Corbusier είχε μαθητεύσει στον αυτοδίδακτο αρχιτέκτονα-ζωγράφο Peter Behren, ο οποίος ήταν πρωτοπόρος στη θεραπευτική αρχιτεκτονική.
Οι σχέσεις φυματιώσεως και μοντερνισμού υπήρξαν στενές. Πόσα σανατόρια, κλινικές και ευκατάστατα παράκτια σπίτια δεν προμηθεύτηκαν αυτές τις νέες icons της σχόλης και της εύθραυστης κράσης, ντυμένες με τον ρηχό καθωσπρεπισμό των υποτιθέμενων θεραπευτικών τους ικανοτήτων. Ήδη από το 1900 στο Νταβός οι τυχεροί ασθενείς απολάμβαναν πρώιμα τις κατασκευές της Gebrüder Thonet.
H Αυστριακή αυτή εταιρεία υπήρξε η κατασκευάστρια των καμπυλωτών ξύλινων καρεκλών με ψάθινη έδρα, ναι, εκείνων των χαρακτηριστικών των βιενέζικων μπιστρό. Με τη γαργαλιστική ονομασία “καρέκλα νούμερο 14”, αυτό το υπέροχο αντικείμενο πουλήθηκε από το 1860 μέχρι το 1930 σε πάνω από πενήντα εκατομμύρια αντίτυπα. Η rocambolesque “δεκατεσσάρα” είναι, νομίζω, η ιδανική παρηγορήτρια για κάθε πληγέντα από την εκτυφλωτική λάμψη της Duchesse.

Αυτά ήταν μερικά ανιστόρητα για τη chaise longue και τα συναφή γενεαλογικά ριζώματα. Κάποτε, όχι πάντως σύντομα, θα μιλήσουμε και για ντουλάπες.

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα για την chaise longue

ΤΕΤΑΡΤΟ ΜΕΡΟΣ
8
Σε ένα προηγούμενο σημείο, στο έκτο, έγραψα κάτι για το καφέ χρώμα. Παράθεσα μια σκέψη του Spengler αλλά, φυσικά, δεν είναι ζήτημα που μπορώ να διαπραγματευτώ. Προσπαθώ απλώς να πιάσω, στο όνομα της συντροφιάς και της συζήτησης, στο μέτρο των μικρών μου δυνάμεων, μέσα από λοξές ματιές, σε γωνιές που διαφεύγουν της ευθείας παρατήρησης, λίγες κρυμμένες στιγμές μιας πολυπλοκότητας που δημιουργεί το ήθος του πεπερασμένου. Μ' αρέσει ο τίτλος του βιβλίου του David Lowenthal, “Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα”. Πάντα περιμένουμε το παρελθόν να έρθει σε μας και κάποιοι ανυπομονούν γι αυτό περισσότερο από ότι για το μέλλον. Είναι η πρόθεση που κάνει το παρόν για κάποιους βολικό και για άλλους άβολο.
Για παράδειγμα, η γενίκευση της καύσης ξυλοκάρβουνου για θέρμανση και η βαριά ρύπανση του αέρα δημιούργησε στους ζωγράφους της Ευρώπης πολύ σοβαρά τεχνικά προβλήματα και επέδρασε στην αισθητική δύο αιώνων. Οι εποχές του καθαρού αιθέρα και φωτός και των λαμπερών χρωμάτων της αρχαίας Κίνας, Αιγύπτου, Ελλάδας και Ρώμης είχαν παρέλθει. Είναι όμως και αλήθεια πως σπουδαία καλλιτεχνικά αποτελέσματα έχουν επιτευχθεί με πολύ λίγη πρόσθεση χρώματος ή και αφαίρεση, όπως με το sfumatto του Leonardo ή τη σινική.
Για να επιστρέψουμε στον “ξύλινο κόσμο”, ένα από τα θαυμαστά αποτελέσματα των φυσικών βερνικιών εκείνων των εποχών ήταν οι αντανακλάσεις του φωτός πάνω στη γυαλισμένη επιφάνεια αναδεικνύοντας τις διαβαθμίσεις των χρωμάτων του ξύλου και δημιουργώντας την αίσθηση της διαφάνειας. Ένα γνωστό και παλιό εικαστικό πρόβλημα ήταν η απόδοση πάνω στον καμβά, με χρώματα και πινέλο μιας γυαλισμένης επιφάνειας επίπλου από βελανιδιά ή σφένδαμο.
Ας προσθέσουμε, παίζοντας με τους κανόνες του χρόνου, ότι τον 17ο και κυρίως τον 18ο αιώνα εμφανίζεται στις βόρειες περιοχές των Κάτω Χωρών η μόδα του καπλαμά από σφένδαμο ή σημύδα με κοντράστ ανοιχτόχρωμων και σκουρόχρωμων σχεδίων πάντα στις αποχρώσεις του καφέ. Πρόκειται ουσιαστικά για αναβάθμιση μιας παλιότερης τεχνοτροπίας του 16ου αιώνα, της μαρκετερί, αυτού που θα αποδίδαμε στα ελληνικά με τον όρο “ένθετη διακόσμηση με φύλλα ξύλου”. To παλιό ρωμαϊκό και ισλαμικό αραμπέσκ παίρνει τη μορφή του γκροτέσκ της Αναγέννησης (grottesche) -μέσω Ραφαήλ- και εν συνεχεία, απλοποιημένο και προσιτό ως μαρκετερί για τους μικρόκοσμους των ευκατάστατων τάξεων!

9
Προειδοποιώ έγκαιρα τον αναγνώστη και του ζητώ κάποια συγκατάβαση, ότι θα ακολουθήσει μια ανεκδοτολογία όχι όμως ολότελα στερημένη ιστορικής αλήθειας. Για να γίνω σαφέστερος, νομίζω πως μόνο ένας απολύτως εξειδικευμένος ιστορικός της επιπλοποιίας θα μπορούσε να αντικρούσει τον ισχυρισμό μου ότι εκείνος που επέδρασε, έστω και έμμεσα, στο σχεδιασμό της chaise longue ήταν ο Agostino Chigi (Κίτζι). Ο Σιενέζος αλλά διαμένων στη Ρώμη του Πάπα Λέοντα του Δέκατου υπήρξε ο ισχυρότερος τραπεζίτης της εποχής του. Η τράπεζα του είχε πάνω από 100 υποκαταστήματα σε όλη την Ιταλία, στην Κωνσταντινούπολη, την Αλεξάνδρεια, το Λονδίνο, το Άμστερνταμ και πολλές άλλες πόλεις. Ένας τεράστιος εμπορικός στόλος ταξίδευε με τη σημαία του. Κράτη, δουκάτα, ο Δόγης της Βενετίας Leonardo Loredan, οι Πάπες Αλέξανδρος ΣΤ΄ και Ιούλιος Β΄, ο Σουλτάνος Μπεγιαζίτ Β΄ και άλλοι πολλοί σπουδαίοι της εποχής ήταν χρεωμένοι στα κατάστιχα του. Κάποια στιγμή είπε κι αυτός να κτίσει στη δεξιά όχθη του Τίβερη una casa "adeguata" οικία η οποία πήρε τη σεμνή ονομασία “Villa Chigi” (η σημερινή Villa Farnezina). Αρχιτέκτων ο Baldassarre Peruzzi. Τη διακόσμηση στα αργυρά και χρυσά σερβίτσια τα είχε σχεδιάσει ο ίδιος ο Ραφαήλ.
Εδώ, με την ευκαιρία, να θυμηθούμε ότι τα μεγάλα αρχιτεκτονικά έργα της Αναγέννησης, πέρα από τον ή τους επικεφαλής αρχιτέκτονες, είχαν πολυπληθή συνεργεία με αυστηρή ιεραρχία. Με κουράτορες, “κομπιουτίστι”, “μενσουρατόρι”, “ντεποζιτάρι”, “σεγκρεγκάρι”, “σοπραστάντι”, “σότο σοπραστάντι”, “σόπρα ι λενιάμι” και “καπομαέστρι”.

10
Μόλις τελείωσαν και οι στάβλοι της έπαυλης και μία μέρα πριν εγκατασταθούν τα άλογα, δώρα του Σουλτάνου Βαγιαζίτ Β' (προτιμώ Μπεγιαζίτ), αποφάσισε να παραθέσει εκεί γεύμα προς τον Πάπα Λέοντα Ι' και δεκατέσσερις Καρδιναλίους. Στο τέλος του γεύματος έλειπαν έντεκα αργυρά πιάτα. Ο Αγκοστίνο απαγόρευσε να γίνει ανάκριση. Οι τάπητες, τα έπιπλα, τα σκεύη μαζεύτηκαν και ο χώρος αποδόθηκε στα άλογα, πλάσματα απείρως ευγενέστερα από τους Επισκόπους.
Το έλεγε και ο Αισχύλος, η αυξημένη αγχίνοια έχει σχέσεις εντάσεως με το ήθος.
Οπότε, στο έντονα ανεκδοτολογικό κλίμα της Villa Chigi ο ισχυρισμός μου μπορεί να φαίνεται πιστευτός. Ότι, άκου τώρα, ο Antonio da Sangallo ο Νεώτερος, σημαντικός ξυλουργός και σοβαρός αρχιτέκτων αλλά όχι πρώτο όνομα, κατασκεύασε (με ευσεβείς προθέσεις) πολυθρόνες για πιο άνετη, φιλική, στοχαστική, διαλογική ατμόσφαιρα μεταξύ των συνδαιτυμόνων στην φαντασμαγορική Villa Chigi. Ότι ο ίδιος αυτός μαραγκός-αρχιτέκτων αύξησε τη γωνία ανάκλισης της πλάτης (dossier), παρείχε sgabella δίπλα στην κάθε πολυθρόνα για να ανεβάσουν επάνω τους οι χορτάτοι άγιοι πατέρες τα πόδια τους και αμφισβήτησε το ακαταμάχητο κύρος της ορθογώνιας πλάτης, μιας πόζας συμβόλου της δεσποτικής και θεοκρατικής εξουσίας. Μετά όμως τις αχαρακτήριστες κλοπές των Καρδιναλίων και την ανωτερότητα του Chigi το θράσος των προκαθημένων επιτάθηκε. Έβαλαν σε εφαρμογή την πανάρχαια τακτική “φωνάζει ο κλέφτης”. Επιτίμησαν αυστηρότατα τις καινοτόμες πολυθρόνες της βίλας του, μουρμούριζαν ότι μοχλεύουν φιλήδονες και αμαρτωλές ροπές και ότι, εντέλει, τα καθίσματα εγκαινίαζαν μια “αφύσικη” και “ανθυγιεινή” στάση του σώματος. Τα επιχειρήματα και η ισχύς των “14” κατίσχυσαν και τα υπέροχα σχέδια του Sangallo κλείστηκαν στα σεντούκια. Ο αριθμός 14 υπήρξε σημαδιακός.

11
Η Γαλλία υπήρξε λίκνο γοτθικού ύφους στην επιπλοποιία.
Το 1382 το Παρλαμέντο των Παρισίων ενέκρινε την ίδρυση μιας νέας συντεχνίας. Οι παλαιοί huchier, όπως αποκαλούντο τότε (κατασκευαστές και διακοσμητές ξύλινων αντικειμένων, κυρίως σεντουκιών), θα ονομάζονταν πλέον menuisiers.
Ο Γάλλος αντίστοιχος του Antonio da Sangallo ήταν ο λίγο νεώτερος Hugue Sambin. Τα αριστουργηματικά του έπιπλα μπορεί πλέον, δοξασμένος να είναι ο Ιστός, να τα θαυμάσει το ευρύ κοινό.
Αργότερα παράγονται αντικείμενα εξεζητημένα, όπως δύο καρέκλες tournissèe (sic) ή chaises à bras tournantes τις οποίες ο μινιατουρίστας Jean Bourdichon (ένα πρόσωπο με σημαντική θέση στις Αυλές του Καρόλου 8ου και του Λουδοβίκου 12ου) είχε δωρίσει στην Anne de Bretagne. Μέχρι τον 16ο αιώνα η chaises à bras δεν έχει πλήρως αντικατασταθεί από αυτό που ονομάστηκε fauteuil. Αλλά η μετάβαση από την chaises à bras στο fauteuil είναι αινιγματική και πεδίο για πλούσια ιστορική έρευνα.
Βεβαίως, ο ανδρικός κόσμος εκείνων των εποχών είχε ισοπεδώσει όλες τις οι περίτεχνες και αναπαυτικές κατασκευές με την απρεπή γενίκευση chaires (chaises) à femmes. Κατά κανόνα αρκούσε ένα escabeaux ή, το πολύ, μια chaises Dagobert, (trône de Dagobert). Το τραπέζι, με ύψος μεγαλύτερο από το σημερινό στάνταρ, τοποθετημένο στο κέντρο της αίθουσας ή του σπιτιού φαινόταν, παρά τις περίτεχνες διακοσμήσεις και τις μετατροπές, να κρατά τον χαρακτήρα ενός αντικειμένου ασφαλούς από την άποψη των πατροπαράδοτων αξιών.

12
Μέχρι τον 18ο αιώνα τα κοινά σπίτια δεν είναι χωρισμένα σε ιδιαίτερα δωμάτια. Θυμάμαι, μαθητής στο Δημοτικό, έκανα Αγγλικά με τον αείμνηστο Νίκο Σταυριανόπουλο. Στα βιβλία της γενιάς μου, πιο σχολαστικά και λιγότερο ελκυστικά από τα δικά σας, Ζένια, Κυριάκο, Αλέξη, Νίκο, Θάνο, Παναγιώτη, υπήρχε εκείνη η παράξενη και παλιομοδίτικη λέξη για το σαλόνι: “drawing room”! Πάντα αναρωτιόμουν αλλά ντρεπόμουν να ρωτήσω τον αυστηρό αλλά εξαιρετικό δάσκαλο μου από πού κι ως πού αυτό το ξεκάρφωτο “drawing”. Δηλαδή τι στην ευχή έκαναν στο σαλόνι, ζωγράφιζαν; Πολύ αργότερα (τι να κάνουμε) έμαθα ότι ο χώρος αυτός, εξέλιξη των parlours, και σε συνέπεια με την αρχική χρήση των βικτωριανών μικρών σαλονιών, ονομαζόταν “w i t h d r a w i n g” room, δωμάτιο απόσυρσης (από την τραπεζαρία) για εγγύτερο σχετισμό. Στη συνέχεια απεβλήθη το with για να μείνει ο εξημερωμένος απόγονος του dragan, το σκέτο “drawing”.
Τo parlour ήταν μεγάλη εξέλιξη. Δωμάτιο διαλόγου! Στις σημερινές περιστάσεις οικιακός χώρος αδιανόητος. Μπορεί να ήταν σχεδιασμένο για διακριτική κουβεντούλα, ενθαρρυντικό των tête-à-tête προσεγγίσεων αλλά το δεσπόζον τραπέζι εξακολουθούσε να παρεμβάλλεται ως φύλακας ηθικής μεταξύ των συνομιλητών. Βλέπουμε εικόνες με δυσανάλογα ογκώδη τραπέζια-κέρβερους προς εκφοβισμό του Μέλανος Ίππου του Πλάτωνος. Δικαίως το τραπεζομάντηλο υπήρξε ο λυτρωτής του περιεσταλμένου ερωτισμού. Πρόσφερε έναν ελεύθερο χώρο διακίνησης των ερωτικών επιθυμιών των συνδαιτυμόνων με αγγίγματα, σπρωξίματα, πατήματα ακόμα και κλωτσιές!
Αλλά, καθώς η Αναγέννηση εισαγόταν στη Γαλλία και παράλληλα με αυτή την αναδυόμενη αξία της επικοινωνίας, ένα νέο δημιούργημα εμφανίστηκε με υπόκωφη δύναμη ήθους. Ήταν η caquetoire, η καρέκλα για ανθρώπους που συζητούν ή, έστω, κουτσομπολεύουν. Σήμερα λέμε το “τραπέζι του διαλόγου”. Τότε έλεγαν η “καρέκλα του διαλόγου”.
Ασύγκριτη απέναντι στη chaise longue από πλευράς υπόσχεσης διαπροσωπικής επικοινωνίας, παρά το υποτιμητικό προσωνύμιο “gossip chair”.

Τετάρτη 14 Σεπτεμβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα για τη chaise longue

ΤΡΙΤΟ ΜΕΡΟΣ


7
Είναι ή όχι δύσκολο το ερώτημα για ποιο λόγο η λατινική Δύση απέσυρε επί αιώνες το αρχαίο ελληνικό και ρωμαϊκό ανάκλιντρο από τους χώρους ανθρώπινης επικοινωνίας; Πού μπορεί να οδηγήσει η έρευνα για την πληθωρική κανονιστικότητα επί της καθιστικής συμπεριφοράς;


Μια παλιότερη αλλά ενδιαφέρουσα ανθρωπολογική μελέτη του G. W. Hewes εντόπισε πολιτισμικές ταυτότητες σωματικών στάσεων και συγκρότησε μια τυπολογία εκατό κύριων “καθιστικών” στάσεων κατά φύλο από 480 σημεία πολιτισμών, από την αρχαιότητα μέχρι σήμερα. Από αυτές κράτησα μόνο εκείνες που μπορούν να θεωρηθούν αποδεκτές, για τον μέσο Ευρωπαίο, στάσεις γνήσιας καθιστικής ανάπαυσης. Εξαίρεσα, για παράδειγμα, τη Νιλωτική στάση η οποία στην πραγματικότητα είναι όρθια. (Εκτός από τους Σιλούκ του Σουδάν απαντάται και στη Νιγηρία, Ινδία και Κεντρική Ασία.) Στην εν λόγω, καθαρά ανδρική, στάση ανάπαυσης ο άνθρωπος στέκεται στο ένα πόδι, έχει ανασηκωμένο το άλλο σαν πελαργός και ισορροπεί υποβασταζόμενος από μακρύ μπαστούνι.


Αλλά επίσης εξαίρεσα και όλους τους τρόπους του οκλάξ κάθεσθαι ιδίως τις θέσεις sukhasana, baddha konasana ή hanka-fuza.


Είναι λοιπόν φανερό ότι, στη Μεσόγειο, στις ακτές της Αφρικής, σε πολλά μέρη της Ασίας και της Αμερικανικής ηπείρου, ιδίως οι γυναίκες που φροντίζουν βρέφη, εκτελούν λεπτές εργασίες, βρίσκονται σε μια σχέση κοινωνικού καταμερισμού αλλά και επικοινωνίας προτιμούν καθιστικές στάσεις με ή χωρίς κάποιο στήριγμα πλάτης αλλά κυρίως με τεντωμένα τα πόδια ή με τα πόδια σταυρωτά. Οι άνδρες βρέθηκαν να χρησιμοποιούν λιγότερο συχνά αυτή τη στάση. Ότι η αρχαία Αίγυπτος υπήρξε “πολιτισμός του καθίσματος” είναι βέβαιο. Δεν ξέρω όμως πόση εγκυρότητα έχουν ισχυρισμοί ότι πέραν όσων μπορούσαν να κάθονται λόγω κοινωνικής θέσης απεικονίζονται και κοινοί Αιγύπτιοι σε αξιοπρεπέστατα καθίσματα με ερεισίνωτα.


Οι εκτός Ευρώπης μακροχρόνια εφαρμοζόμενες εργονομικές πρακτικές των παραδοσιακών πολιτισμών και η λειτουργικότητα τους στις κινήσεις και τις στάσεις της καθημερινότητας διαμόρφωναν για τον Ευρωπαίο της Era dos Descobrimentos, της Εποχής των Ανακαλύψεων, ένα νέο habitus για το σώμα, το οποίο εγκαθίδρυε απαιτήσεις ανάκτησης όσων η πενία υλικών μέσων και η απουσία πνεύματος χειραφέτησης του είχαν στερήσει.


8
Σε ένα προηγούμενο σημείωμα, στο έκτο, έγραψα κάτι για το καφέ χρώμα. Παράθεσα μια σκέψη του Spengler αλλά, φυσικά, δεν είναι ζήτημα που μπορώ να διαπραγματευτώ. Προσπαθώ απλώς να πιάσω, στο όνομα της συντροφιάς και της συζήτησης, στο μέτρο των μικρών μου δυνάμεων, μέσα από λοξές ματιές, σε γωνιές που διαφεύγουν της ευθείας παρατήρησης, λίγες κρυμμένες στιγμές μιας πολυπλοκότητας που δημιουργεί το ήθος του πεπερασμένου. Μ' αρέσει ο τίτλος του βιβλίου του David Lowenthal, “Το παρελθόν είναι μια ξένη χώρα”. Πάντα περιμένουμε το παρελθόν να έρθει σε μας και κάποιοι ανυπομονούν γι αυτό περισσότερο από ότι για το μέλλον. Είναι η πρόθεση που κάνει το παρόν για κάποιους βολικό και για άλλους άβολο.


Για παράδειγμα, η γενίκευση της καύσης ξυλοκάρβουνου για θέρμανση και η βαριά ρύπανση του αέρα δημιούργησε στους ζωγράφους της Ευρώπης πολύ σοβαρά τεχνικά προβλήματα και επέδρασε στην αισθητική δύο αιώνων. Οι εποχές του καθαρού αιθέρα και φωτός και των λαμπερών χρωμάτων της αρχαίας Κίνας, Αιγύπτου, Ελλάδας και Ρώμης είχαν παρέλθει. Είναι όμως και αλήθεια πως σπουδαία καλλιτεχνικά αποτελέσματα έχουν επιτευχθεί με πολύ λίγη πρόσθεση χρώματος ή και αφαίρεση, όπως με το sfumatto του Leonardo ή τη σινική.


Για να επιστρέψουμε στον “ξύλινο κόσμο”, ένα από τα θαυμαστά αποτελέσματα των φυσικών βερνικιών εκείνων των εποχών ήταν οι αντανακλάσεις του φωτός πάνω στη γυαλισμένη επιφάνεια αναδεικνύοντας τις διαβαθμίσεις των χρωμάτων του ξύλου και δημιουργώντας την αίσθηση της διαφάνειας. Ένα γνωστό και παλιό εικαστικό πρόβλημα ήταν η απόδοση πάνω στον καμβά, με χρώματα και πινέλο μιας γυαλισμένης επιφάνειας επίπλου από βελανιδιά ή σφένδαμο.


Ας προσθέσουμε, παίζοντας με τους κανόνες του χρόνου, ότι τον 17ο και κυρίως τον 18ο αιώνα εμφανίζεται στις βόρειες περιοχές των Κάτω Χωρών η μόδα του καπλαμά από σφένδαμο ή σημύδα με κοντράστ ανοιχτόχρωμων και σκουρόχρωμων σχεδίων πάντα στις αποχρώσεις του καφέ. Πρόκειται ουσιαστικά για αναβάθμιση μιας παλιότερης τεχνοτροπίας του 16ου αιώνα, της μαρκετερί, αυτού που θα αποδίδαμε στα ελληνικά με τον όρο “ένθετη διακόσμηση με φύλλα ξύλου”. To παλιό ρωμαϊκό και ισλαμικό αραμπέσκ παίρνει τη μορφή του γκροτέσκ της Αναγέννησης (grottesche) -μέσω Ραφαήλ- και εν συνεχεία, απλοποιημένο και προσιτό ως μαρκετερί για τους μικρόκοσμους των ευκατάστατων τάξεων!
(Συνεχίζεται)

Δευτέρα 12 Σεπτεμβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα της chaise longue

ΔΕΥΤΕΡΟ ΜΕΡΟΣ

5
Όποιος θέλει να διαπιστώσει τα επιτεύγματα της Αναγέννησης στον τομέα της ξυλογλυπτικής δεν χρειάζεται απλώς να ανατρέξει στα σχετικά σχέδια του Ραφαήλ. Αρκεί να αντικρίσει το Nerli cassone, του οποίου τα σκαλίσματα γεννήθηκαν από το χέρι του Zanobi di Domenico, ζωγράφου βέβαια, που αν δεν τον ξετρύπωνε ο Φλωρεντινός λόγιος Cristina Acidini Luchinat θα απολάμβανε την ανώνυμη αθανασία όπως τόσοι και τόσοι. Το εν λόγω αντικείμενο μόνο ένας βέβηλος θα μπορούσε να το αποκαλέσει “κασόνι” ή να διανοηθεί ότι μπορεί να έχει οποιαδήποτε “αξία χρήσης”. Ζωγραφισμένο από τον “Αρχάγγελο”, τον Jacopo del Stellaio και τον Biagio d'Antonio. Ξύλο, γύψος και τέμπερα αποτελούν την ταπεινή ύλη αυτού του αριστουργήματος.
Σπουδαίοι μάστορες ξυλουργοί σε οικογενειακές επιπλοποιίες μπορούσαν να είναι και ξυλογλύπτες, γλύπτες και ξανά επιπλοποιοί. Διακονούσαν με το σκαρπέλο ταπεινά και περήφανα. Όπως ο Benedetto da Maiano. Βέβαια τίποτα δεν αφηνόταν στην τύχη. Τα εργαστήρια γλυπτικής ήταν σχολές μεγάλης σπουδής.
Δεν υπήρχε μόνο η Ιταλία και η Γαλλία. Τεχνίτες ξύλου υπήρχαν και στη Γερμανία, όπως ο Σουηβός Gregor Erhart, ο Tilman Riemenschneider και άλλοι. Αφήνουμε επίσης τα συμβαίνοντα στην Αγγλία και την Ισπανία.
Λοιπόν, για να επιστρέψουμε στα καθίσματα, στην ύστερη Ιταλική Αναγέννηση έχει μεγάλη απήχηση η λεγόμενη Sedia Dantesca (Καρέκλα του Δάντη) και η παραλλαγή της, η Sedia Savonarola (του Σαβοναρόλα). Ουσιαστικά πατούσαν αμφότερες στο πρότυπο της ρωμαϊκής sella curulis, κάθισμα σε σχήμα “x”, συμβόλου του imperium. Χωρίς όμως ένα σκαμπό, ένα sgabello να απλώσει κανείς επάνω του τα πόδια σου θα ένιωθε σαν τον Girolamo Savonarola όταν επάνω σε μια τέτοια sella έγραφε τον Dialogo della Verita.
Καλώς ή κακώς (το κρίνει ο αναγνώστης ανάλογα με το πόσο εκτιμά ή όχι τον κύκλο της ηδονής, της οδύνης και της ανύψωσης που προσφέρει η υλική αναφορά), αν ο Πάπας Αλέξανδρος ΣΤ' δεν “καθάριζε” και αν ο Savonarola και το πνεύμα του είχαν επιβληθεί στην Ευρώπη τότε οι μπερζέρες, οι σεζ λονγκ και οι ξαπλώστρες δεν θα είχαν γεννηθεί ποτέ!



6
Αναφέροντας στο προηγούμενο, πέμπτο σημείωμα, την καρέκλα “Σαβοναρόλα” θυμήθηκα μια σκέψη του Spengler πάνω στο χρώμα. Μετά το θρίαμβο των καθαρών χρωμάτων της Αναγέννησης εισήχθη και επικράτησε σταδιακά στη ζωγραφική αυτό που αποκαλούσε “καφέ του εργαστηρίου”. Ένα βαθύ, εξωπραγματικό χρώμα που τόνιζε την πνευματικότητα. Το μόνο που λείπει από την παλέτα του ουράνιου τόξου. Εύστοχα χαρακτηρισμένο ως “φαουστικό”, βυθίζει τα πρόσωπα στην ατμόσφαιρα του Μάκβεθ, το καφέ χρώμα αποτέλεσε έναν εκλαϊκευμένο προσκλητήριο προτεσταντικής αρνησικοσμίας και ταυτόχρονα κατάφερνε να γίνεται ανεκτό από την αισθητική του Καθολικισμού. (Λέτε απόηχος εκείνου του παραληρήματος να είναι το σύγχρονο “μπεζάκι”;)
Ας πούμε, αυτόν τον “ιστορικό” ρόλο του καφέ (χρώματος) κάνει να αναπηδήσει μια καρέκλα αυστηρού μοναστηριακού ύφους που αντιπροσώπευσε για μεγάλη περίοδο την Ισπανία, η περίφημη σιγιόν φραϊλέρο, (sillón frailero) ή, απλά, η “ισπανική καρέκλα”. Ο ξύλινος σκελετός της και το δέρμα του καθίσματος και της πλάτης, οι βελούδινες προσθήκες, συνέθεταν το το ποθούμενο μουντό καφέ της επιτηδευμένης “πνευματικότητας”.
Εκ πρώτης όψεως κάτι από το ύφος της φραϊλέρο αναγνωρίζεται τα σκυριανά καθίσματα. Αλλά σε πόσο διαφορετική κατηγορία ανήκουν! Άλλο ένα αξιόλογο ελληνικό προϊόν που άκμασε ιδίως στις δεκαετίες του '50 και ΄60 και μετά πετάχτηκε στα παλιατζίδικα. Η Αγγελική Χατζημιχάλη τα είχε πει όλα και έγκαιρα. Τα τονίζει και τα διδάσκει μέσω του μουσείου του και ο Φαλτάιτς. Βέρα βυζαντινή και σκυριανή τεχνοτροπία ξυλοτεχνίας, με βαθιές ρίζες, ιδιαιτερότητα και με τεχνίτες όπως, ενδεικτικά, ο Μαρουδιός, ο Σκατσίδης, ο Μπαμπούδης. Φαντάζομαι ότι υπέροχα σκυριανά θα έχουν απομείνει σε λιγοστούς άντε και κάποια κομμάτια στο Προεδρικό Μέγαρο (η πλάτη μιας σκυριανής πολυθρόνας καταφέρνει να δει φως κατά τις ορκωμοσίες των υπουργών).

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2016

Καμπριολέ ανιστόρητα της chaise longue

ΠΡΩΤΟ ΜΕΡΟΣ
1
Καταλαβαίνω τι συμβαίνει όταν ανασύρονται θέματα από το Έπος του '40, τον Πελοποννησιακό Πόλεμο και άλλα βαρέα ιστορούμενα. Η μόχλευση σπουδαιοφανών γεγονότων είναι ένα ναρκοπέδιο στρωμένο με αθλιότητες, φρίκη, αδιευκρίνιστες προθέσεις του αφηγητή και, πολύ συχνά, πληκτική προβλεψιμότητα. Οπότε, ας πάμε σε κάτι πιο ... αναπαυτικό!
Ας μιλήσουμε λοιπόν για την ιστορία της σεζ λονγκ, ναι, ναι, της chaise longue, ή, αν θέλετε διασταλτικά, της chaise de repos.
Όλοι γνωρίζουμε ότι, από πλευράς καταγωγής, αυτή η ύπουλη καρμανιόλα της σωματικής ευρωστίας, το σύμβολο της χαλαρότητας και εγωπαθούς ανεμελιάς ουδεμία σχέση είχε με την τυπική από ελαφρύ ασπρόξυλο και πανί πτυσσόμενη (pliante) πολυθρόνα της παραλίας ή της θερινής ραστώνης.
Ίσως -το λέω με κάθε επιφύλαξη- κάτι τι από το αρχαίο κλέος της chaise longue (ισχνά όμως και με ανάξια αισθητική) να διασώζει ο σύγχρονος κτηνώδης, κατασκευαστικά, τύπος καθιστικού τον οποίο το τσίρκο της μαζικής κατανάλωσης ρεκλαμάρει ως “καναπέ-κρεβάτι-γωνία” !
Προς Θεού! Δεν θέλω να προσβάλλω όσους αναγκάστηκαν να αγοράσουν αυτόν τον Φρανκενστάιν της μοντέρνας επιπλοποιίας. Διότι σέβομαι απολύτως το ομολογημένο κίνητρό τους.
Προτίθεμαι όμως να κανονιοβολήσω ριπηδόν υπέρ των προγόνων του εξαίσιου αυτού δημιουργήματος, της chaise longue. Κατασκευή η οποία, αν μη τι άλλο, συνδέθηκε με το νεωτερικό φαινόμενο της διαδοχής του “υψηλού” από το “ευχάριστο”, του ευχάριστου από το “χαριτωμένο” και αυτού από το “κακόγουστο”. Διότι τούτο το τελευταίο σχετίζεται με το “υψηλόν” όπως ο Βενιαμίν με τον Αβραάμ (εκεί και το ενδιαφέρον της αθάνατης κακογουστιάς). Έπεται, αναπαυτικά, συνέχεια.

2
Στην αρχαία Αίγυπτο, Ελλάδα και Ρώμη διακριτικό της αξίας των επίπλων ήταν όχι μόνο το ερεισίνωτο και τα ερεισίχειρα αλλά και σκαλιστά καμπυλωτά πόδια, άλλοτε τορνευτά, άλλοτε ζωόμορφα. Υπήρχε όμως μια διακοσμητική απαίτηση στη νεωτερική Δύση, η μορφοποίηση “cabrioles”, (από το λατινικό Capreolus = ζαρκάδι, οπότε cabrioles = τα χαριτωμένα ζωηρά ανασκιρτήματα και πολύ αργότερα η δίτροχη ιππήλατη άμαξα). Οι απαρχές του εμφανίστηκαν στην Κίνα κατά την Περίοδο των Τριών Βασιλείων και μερικά χρόνια μετά την καταστολή της Εξέγερσης των Κίτρινων Τουρμπανιών. Συμπτωματικά καθιερώνονται την ίδια περίοδο στην Κίνα και οι χειράμαξες, ως μόδα και όχι ως δυνατότητα καθώς και σοβαρές κρίσεις στις εκκλησίες του ταοϊσμού. Με κάποιες ιστορικά περίπλοκα ανιχνεύσιμες διαδρομές το κινεζικό αυτό γούστο θα ισχυριζόμουν ότι συνδέεται με το μεσαιωνικό εβραϊκό μπαρόκ της δυτικής Μεσογείου. Αυτό όμως είναι ένα άλλο ζήτημα.
Η Δύση αντλεί τις εμπνεύσεις της μέχρι τον 12ο αιώνα από την Ανατολή, αλλά από τον 13ο αιώνα κάνει την εμφάνισή του το γοτθικό ύφος με πλέον εμβληματικό έργο ξυλουργικής τον δρύινο βασιλικό θρόνο τον οποίο ο “Malleus Scotorum”, Εδουάρδος Α', εγκατέστησε στο Αββαείο του Westminster ενσωματώνοντας με αλαζονεία στον ξύλινο σκελετό του την Πέτρα του Πεπρωμένου της ηττημένης Σκωτίας. Ο θρόνος φτιάχτηκε από τον ξυλουργό Walter απ' το Durham.
Ας έχουμε υπ' όψη ότι η γοτθική περίοδος στην επιπλοποιία δεν θεωρείται ενιαία χρονικά στις διάφορες περιοχές της Ευρώπης. Στη Γαλλία και Αγγλία κρατά πέντε αιώνες, (1100-1500), στην Ιταλία 150 χρόνια (1250-1400) ενώ στην Ισπανία και Πορτογαλία από το 1200-1700, όλα αυτά περίπου βέβαια.

3
Η πολυαίωνη “γοτθική” σκιά στην ευρωπαϊκή επιπλοποιία καθόλου δεν εμπόδισεε να κατασκευαστούν αντικείμενα όπως η εταζέρα (étagère), το ντρεσουάρ (dressoir), το οποίο ίσως θυμόμαστε από τον στίχο του Mallarmé “Sur les crédences, au salon vide”, ορίστε, να και η φημισμένη κρεντάνς (crédence) -στενό τραπέζι ή στενός μπουφές (κάτι σαν τα σημερινά τραπέζια-κονσόλες) όπου τοποθετείτο το φαγητό μετά τον έλεγχο που διενεργούσε ο praegustator (ο εδέατρος των αλεξανδρινών χρόνων) για τυχόν ύπαρξη δηλητηρίου- και, φυσικά, ο θρόνος, η έδρα, κατά κανόνα μία και μοναδική στον οίκο για να κάθεται μεγαλόπρεπα ο δεσπότης του χώρου. Οι χαριτωμένες ονομασίες τους καθόλου των αντικειμένων αυτών καθόλου δεν τα προφύλασσαν από συμβολισμούς που βάραιναν περισσότερο από τη χρήση. Τώρα, σε σχέση με τα καθίσματα, οι κοινωνίες εκείνες ενδεχομένως γνώριζαν τα πλεονεκτήματα του αρχαιοελληνικού κλισμού, ωστόσο επέλεγαν συνειδητά μη αναπαυτικές κατασκευές αφού ουσιαστικά ενδιαφέρονταν (ως αρχαία εκδοχή της βιοπολιτικής) για εμποτισμό της ατομικής βιόσφαιρας με τελετουργικούς και συμβολικούς προσδιορισμούς.
Αν η crédence κραύγαζε τη θέση της μέσα στο σύστημα του ηγεμόνα με το dressoir τα πράγματα ήταν πιο περίπλοκα. Επρόκειτο για ένα σύνθετο έπιπλο. Μια προβολή μικρού και στενού τραπεζιού συνδυασμένου με ράφια, σε επαφή με τον τοίχο. Σήμερα θα το περιγράφαμε ως τραπεζάκι με όρθια πιατοθήκη. Εκείνη την εποχή τα πιάτα ήταν χρυσά ή ασημένια και ο αριθμός των ραφιών υποδήλωνε με σαφήνεια την κοινωνική σειρά του ιδιοκτήτη. Πέντε ράφια μπορούσαν να έχουν μόνο βασιλείς. Τέσσερα οι δούκες και οι μαρκήσιοι. Τρία οι κόμητες και βαρόνοι. Δύο οι απλοί chevaliers.

4
Από την άποψη της εξέλιξης των εργαλείων ξυλουργικής ο 14ος αιώνας υπήρξε εξαιρετικά σημαντικός. Νέου τύπου συνδέσεις ξύλων με κινισιές, γωνιάσματα en queue d'aronde (ψαλιδωτοί σύνδεσμοι “ουρά χελιδονιού”) και τέτοια. Μέχρι τη δεκαετία του '60 τα μυστικά της τέχνης ήταν ίδια. Η σύγχρονη Σκανδιναβική βιομηχανία επίπλων ισοπέδωσε την ξυλουργική τέχνη στο όνομα της απλότητας και της άνεσης. Ως παραγωγοί φθηνής ξυλείας εφηύραν και πλάσαραν έπιπλα ταχείας ανάλωσης. Τις τελευταίες δεκαετίες η πρώτη ύλη δεν είναι καν ξύλο αλλά κάτι ευτελέστερο.
Κάποτε αρκούσε ένα κάθισμα με ψηλή πλάτη και ερεισίχειρα για να συμβολίζει την εξουσία. Μόνο ο homo potens είχε το δικαίωμα να είναι homo sedens.
Σε καθίσματα σημαντικών προσώπων του 15ου αιώνα, διακοσμημένα με σερβιέτες (πτυχώσεις περγαμηνής), υπήρχε κάτω από το κάθισμα, κάτω από την έδρα ενσωματωμένο σεντούκι με κλειδαριά. Τουλάχιστον τότε οι πολύτιμες για την εξουσία πληροφορίες είχαν μια θέση σε σωστό σημείο...
Έχοντας πάντα ως στόχο την σεζ λονγκ κάνω παρεκβάσεις κυρίως για να λέγεται εμφατικά πόσο ένας πολιτισμός είναι πάνω απ' όλα ψυχισμός εκφρασμένος με συμβολικές μορφές και ότι οι εκφάνσεις του δεν συνδέονται τόσο με την ιστορία της τέχνης όσο με την βιωμένη συγκρότηση, την ένταση της κοινωνικής δυναμικής και εντέλει με αυτό που λέγεται “κοινωνική τάξη”. Οι παλιές εποχές όχι μόνο δεν έκρυβαν αλλά, αντίθετα, τόνιζαν τις διαφορές μεταξύ των ανθρώπων. Όμως η ανισότητα, μολονότι άδικη, μπορούσε να προειδοποιεί σαφέστερα τους αδύναμους για την εγκαθιδρυμένη κατάσταση των πραγμάτων.

Δευτέρα 29 Αυγούστου 2016

Παράλληλη αφήγηση δύο επιζώντων των Κερκυραϊκών - μέρος δεύτερο

Τι απέγιναν οι δυο αυτοί άνθρωποι από την Κέρκυρα, ο Θέρσιλος και ο Ναυκίδης την εποχή που στην Αθήνα οι πολίτες συναντούσαν στο δρόμο τον Σωκράτη και παρακολουθούσαν στο θέατρο τραγωδίες του Σοφοκλή και του Ευριπίδη όπως την “Ηλέκτρα” και την “Εκάβη”;
Ο πρώτος, δούλος, με καταγωγή από την απέναντι Ιλλυρική και ο δεύτερος, ελεύθερος πολίτης, με ρίζες αριστοκρατικές. Δυο χωριστοί κόσμοι στη γενικότητα αλλά με κοινή μοίρα στις συγκεκριμένες περιστάσεις που αναγκαστικά βίωσαν.

Είχαμε αφήσει τον Θέρσιλο στην Αίγινα, όπου μετά τη ναυμαχία στα Σύβοτα αιχμαλωτίστηκε και πουλήθηκε δούλος σ' έναν Αιγινήτη έμπορο, τον Πράξανδρο. Απ' την άλλη, αιχμάλωτος βρέθηκε στην Κόρινθο και ο Ναυκίδης, μαζί με άλλους διακόσιους πενήντα πρωτοκλασάτους Κερκυραίους. Οι Κορίνθιοι τους καλομεταχειρίζονταν και διαπραγματεύονταν την απελευθέρωση με λύτρα, ανταλλάσσοντας ευγνωμοσύνη με φιλοκορινθιακά φρονήματα.
Θα ακούσουμε τους ίδιους να αφηγούνται τα όσα έζησαν στη συνέχεια.
Πρώτος θα μιλήσει ο Θέρσιλος.

« Κάμποσους μήνες πέρασα στο κτήμα και τις αποθήκες του Πράξανδρου. Οι μέρες αργές, βασανιστικές. Δίψα αφόρητη. Νοσταλγούσα τη δροσερή, καταπράσινη Κέρκυρα με τα πλούσια νερά.
Μια καυτή καλοκαιρινή μέρα ένα μαντάτο έκανε όλους να τρέχουν απελπισμένοι, να θρηνούν, να ικετεύουν τους θεούς τους. Ο Πράξανδρος με διέταξε να μαζέψω σ' ένα μικρό τσουβάλι τα αναγκαία. Θα φεύγαμε όλοι απ' το νησί.
Καράβια Αθηναϊκά κατέπλευσαν. Ένοπλοι Αθηναίοι μας φόρτωσαν με βία. Κατηγορούσαν με μίσος όλους τους Αιγινήτες πως αυτοί φταίγανε για τον πόλεμο που ξεκίνησε. Δεν ξέρω πόσοι βρεθήκαμε στοιβαγμένοι στις κοιλιές των καραβιών. Δεν ξέρω πώς, δούλος εγώ, παλιός ναυμάχος των Κερκυραίων, είχα σωθεί από το θάνατο και τώρα περιμένω τη μοίρα μου δίπλα στον Πράξανδρο. Ανοιχτήκαμε στη θάλασσα χωρίς να ξέρουμε τι θ' απογίνουμε.
Ταξιδέψαμε όλη τη μέρα με απαλό άνεμο, ευνοϊκό και αργά το βράδυ έβγαλαν τους περισσότερους σε μια ακτή άγνωστη σε μένα. Αυτή εδώ θα είναι η καινούργια σας πατρίδα, ούρλιαζαν. Κράτησαν μερικούς στα καράβια. Δεν τους ξαναείδαμε ποτέ.
Οι φρουρές μας έδειξαν την άλλη μέρα πού θα κάναμε τον πρώτο καταυλισμό. Ο τόπος μάθαμε πως λέγεται Θυρέα. Τη νέμονταν οι Λακεδαιμόνιοι και ποιος ξέρει πώς τα συμφώνησαν με τους Αθηναίους να μεταφέρουν εκεί τους ξεσπιτωμένους Αιγινήτες.
Λίγοι θα κρατούσαν το μικρό λιμανάκι στη θάλασσα κι εμείς, οι περισσότεροι, θα φτιάξουμε την πάνω πόλη, δέκα στάδια από την ακτή. Έτσι οι Αθηναίοι ξεμπέρδεψαν με τους μουλωχτούς Αιγινήτες.
Εγώ έμεινα στη δούλεψη του καλού Πράξανδρου. Η κακοτυχία τον μαλάκωσε, μου φερόταν καλύτερα στη νέα μας πατρίδα.
Έχουν περάσει μήνες, χρόνια. Ξεχασμένοι από θεούς και ανθρώπους ζούμε σε τούτη την ερημιά, κι ο κόπος μου πηγαίνει ίσα να μένει ζωντανός ο κύριος μου... »

Η αφήγηση του Θέρσιλου σταματά σ' αυτό το σημείο. Κανείς δεν ξέρει το τέλος του. Το πιθανότερο να σκοτώθηκε κατά την επιδρομή των Αθηναίων στη Θυρέα λίγο αργότερα. Ξεπατώσανε πέρα ως πέρα την πόλη που είχαν πετάξει τους Αιγινήτες. Κάποιοι βέβαια έμειναν ζωντανοί και μεταφέρθηκαν, μαζί με τον Λακεδαιμόνιο πολέμαρχο Τάνταλο, να πουληθούν ως δούλοι στην Αθήνα. Από εκεί, ένας δουλέμπορος τους πήρε για τη βόρεια Πελοπόννησο. Πήγαν σε μια καθυστερημένη περιοχή, σε κάποιους που μεγαλοπιάνονταν και επέμεναν να ονομάζονται “Αχαιοί”.

Ας ακούσουμε τώρα τον Ναυκίδη.

« Οι γαλιφιές των Κορινθίων ήταν τόσες ώστε μας ενημέρωναν ανελλιπώς για τον εμφύλιο σπαραγμό στην Κέρκυρα. Αν πω ότι, έξω από μένα, όλοι ανεξαιρέτως οι δικοί μας Κερκυραίοι αιχμάλωτοι είχαν προσκυνήσει τους Κορίνθιους δεν θα είναι υπερβολή. Στην πατρίδα μου, την Κέρκυρα, οι αθλιότητες έπαιρναν και έδιναν. Εγώ, αν και αριστοκράτης στην καταγωγή, έχω φρόνημα δημοκρατικό, αντιπαθώ τους ολιγαρχικούς αλλά και οι δικοί μου, οι δημοκρατικοί της Κέρκυρας, καταλαβαίνω, είναι έτοιμοι για κάθε είδους ανηθικότητα. Έρμη πατρίδα μου, Κέρκυρα αγαπημένη! Ποιος νοιάζεται για σένα και την περήφανη ιστορία σου;
Μα αυτές ήταν οι σκέψεις ενός αιχμαλώτου. Όσες ελπίδες ελευθερίας κι αν έδινε η εθελοδουλεία των συναιχμαλώτων μου προς τους Κορίνθιους είχαμε όλοι σίδερα στα πόδια.
Η προφητεία μια μέρα εκπληρώθηκε. Στην πολιτική εφικτό είναι μόνο το συμφέρον της εξουσίας. Επιστρέψαμε στην Κέρκυρα. Ένα καράβι φορτωμένο με 250 πράκτορες της Κορίνθου. Μόλις ξεμπερδέψαμε με τα πανηγύρια οι συμπατριώτες μου έπιασαν δουλειά, να απομακρύνουν την Κέρκυρα από την Αθήνα και να την δέσουν στη Σπάρτη.
Αυτά τα ήξερα από πρώτο χέρι. Μα να, ήρθε και μια ηλιόλουστη μέρα για την πατρίδα μου. Ένα κορινθιακό και ένα αθηναϊκό πλοίο έφτασαν με σκοπό τη συμφιλίωση. Και οι συμπατριώτες μου, ανέλπιστο, συμφώνησαν να έχουν ειρηνικές σχέσεις με τις δυο πανίσχυρες πόλεις.
Μα η χαρά δεν κράτησε πολύ. Δε θα αναφερθώ στα γεγονότα με τον φιλοαθηναίο Πειθία και στη φρίκη του πραξικοπήματος των ολιγαρχικών – έσφαξαν τον Πειθία κι άλλους εξήντα δημοκρατικούς. Αυτοί οι αισχροί πραξικοπηματίες ολιγαρχικοί έφτασαν να διακηρύξουν πολιτική ουδετερότητας (μακάρι η Κέρκυρα να κρατιόταν έξω απ' τον πόλεμο κι ας είχαμε τυράννους).
Την επόμενη μέρα οι δημοκρατικοί πέρασαν στην αντεπίθεση. Έσφαξαν κι εκείνοι, άπλωσαν τρομοκρατία και έφεραν Αθηναίους και πεντακόσιους Μεσσήνιους ένοπλους να επιβάλλουν έξωθεν τη “δημοκρατία”. Η Κέρκυρα πέρασε στην Αθηναϊκή συμμαχία. Οι ολιγαρχικοί κυνηγήθηκαν ανηλεώς. Ούτε κι αυτό κράτησε πολύ και τα πράγματα γύρισαν υπέρ της Σπάρτης. Προσωρινά κι αυτό. Με νέες επεμβάσεις οι Αθηναίοι ξαναπαίρνουν τον έλεγχο. Φρικτές σκηνές όπως η εκτέλεση ικετών στο Ηραίο.
Οι τάχα δημοκρατικοί (γιατί δεν μπορώ να ονομάσω δημοκρατία ένα καθεστώς που το επιβάλουν τα όπλα μιας υπερδύναμης) έχουν επικρατήσει. Και η τρομοκρατία σε βάρος των ολιγαρχικών (που, όπως είπα, αντιπαθούσα για τις αδικίες τους) ξεπέρασε κάθε έννοια πολιτισμού. Οι Αθηναίοι κατακτητές φάνηκαν πιο ήπιοι και δίκαιοι παρά οι δικοί μας Κερκυραίοι.
Οι ολιγαρχικοί που τόσο είχαν πιστέψει στις υποσχέσεις των Σπαρτιατών και δελεαστεί από τις γαλιφιές των Κορινθίων διαψεύστηκαν. Τους εγκατέλειψαν αβοήθητους στις θηριωδίες των δημοκρατικών. Μα κι εκείνοι, με τους Πελοποννήσιους συμμάχους τους, θα έκαναν χειρότερα αν είχαν επικρατήσει.
Τις αγριότητες μετά το Ηραίο και την Ιστώνη δεν θέλω να ιστορήσω. Γιατί δε θέλω ο πόλεμος να γίνει ποτέ για μένα δάσκαλος της βίας κι εγώ αφηγητής του μίσους και της ανθρώπινης κατάπτωσης.»

Εδώ τελειώνει η αφήγηση του Ναυκίδη. Καμιά πληροφορία δεν βρέθηκε για την τύχη του.
Από σεβασμό στην επιθυμία του να μην αναπαράγονται χωρίς σπουδαίο λόγο οι φρικαλεότητες του πολέμου αφήνουμε στους φιλίστορες να πληροφορηθούν τις λεπτομέρειες όπως τις αποτύπωσε ο Θουκυδίδης (Γ, 82).

Πέμπτη 25 Αυγούστου 2016

Παράλληλη αφήγηση δυο επιζώντων των Κερκυραϊκών - μέρος πρώτο

« Λέγομαι Θέρσιλος.

Στην καταγωγή είμαι Ταυλάντιος από την απέναντι ακτή, βάρβαρος όμως, όπως αποκαλούν τους συντοπίτες μου οι Κερκυραίοι. Μα έμαθα από τη μάνα μου, δούλα κι αυτή, Ελληνικά. Ο αφέντης που μεγάλωσα και υπηρέτησα το κτήμα του -όχι μακριά από τη Λευκίμμη- Κτησίας ονομάζεται. Καλός, δίκαιος άνθρωπος, μακάρι όταν ξαναπουληθώ να βρεθώ πάλι κοντά του. Όταν μάθαμε τα γεγονότα της Επιδάμνου είμασταν ανήσυχοι. Ξέραμε ότι θα γίνει πόλεμος με τους Κορίνθιους. Τα πράγματα πήγαιναν καλά στην αρχή για μας τους Κερκυραίους -λέω “εμάς” γιατί εγώ αναγκαστικά με τη μεριά τους βρίσκομαι. Πήραμε την Επίδαμνο -δική μας πόλη είναι (αν το πάμε ότι ο Φαλίας, ο αρχηγός της αποικίας, ήταν Ηρακλείδης, τότε κι εμείς οι Κερκυραίοι, άποικοι των Κορινθίων είμαστε). Αλλά οι δημοκρατικοί που κυβερνάνε στην Επίδαμνο έχουν σχέδια φιλόδοξα και θέλουν να την ξεκόψουν από την Κέρκυρα.

Ταυλάντιοι, και κάποιοι Ιλλυριοί, είμασταν με το μέρος της Κέρκυρας. Έκαναν όμως εκεί μετά τη νίκη της πολιορκίας οι Κερκυραίοι στρατηγοί πράξη ανόσια. Έσφαξαν όλους τους αιχμαλώτους κι άφησαν ζωντανούς μόνο τους Κορίνθιους πολίτες, έτσι, να τους κρατάνε ομήρους. Εμένα ακόμα δε με είχαν επιστρατεύσει. Στήθηκε, μετά τα γεγονότα της Επιδάμνου, τρόπαιο στη Λευκίμμη, με πήρε το αφεντικό μου ο Κτησίας να παρακολουθήσω τη γιορτή. Ήπια και κρασί. Μετά από λίγο καιρό οι Κερκυραίοι ρίχτηκαν στους Λευκαδίτες για τα δέκα καράβια που έστειλαν στους Κορίνθιους εναντίον μας.

Ύστερα από ενάμιση χρόνο από εκείνα τα γεγονότα ο Κτησίας με έστειλε στο καρνάγιο της Λευκίμμης, να δουλέψω. Ασταμάτητα σκαρώναμε καράβια για πενήντα κουπιά, με γερό πέτσωμα και ταρατσωμένα καταστρώματα να μπορεί να γίνει επάνω τους βαριά πεζομαχία. Το βράδυ δουλειά στον οίκο του Κτησία. Ένα πρωινό με πληροφόρησε ότι στρατολογούμαι. Θα κρατούσα, λόγω των συστάσεων του Κτησία προς τους στρατηγούς, βαρύ πέλεκυ. Δουλειά μου στην επικείμενη ναυμαχία να κατεβαίνω στα πλευρά του εχθρικού καραβιού και να ξεμερδίζω τις δεσιές στην ίσαλο γραμμή. Μπήκα σε ένα από τα εκατόν δέκα καράβια μας στις διαταγές του Ευρύβατου και φύγαμε για τα Σύβοτα, όπου και στρατοπεδεύσαμε. Απέναντι, μια ώρα δυτικά από την Εφύρα, που οι Μυκηναίοι έχτισαν, σ΄ ένα μέρος που λέγεται Χειμέριο στέκονταν οι Κορίνθιοι. Μαζί τους είχαν πάει αρκετοί συμπατριώτες μου Ταυλάντιοι κι άλλοι Ιλλυριοί.

Το τι έγινε στη ναυμαχία δε θέλω και δεν μπορώ να περιγράψω. Βρέθηκα στην αριστερή μεριά, με τους Αθηναίους δίπλα και τα καλύτερα καράβια των Κορινθίων απέναντι. Πρώτη φορά μύρισα τόσο αίμα. Δε χτυπηθήκαμε με ρόπαλα ή με ξύλα μα με σίδερα βαριά και κοφτερά. Γαντζωμένα τα καράβια μεταξύ τους δεν ξεχώριζαν Κερκυραϊκά ή Κορινθιακά. Άνθρωποι αλλόφρονες, αιμόφυρτοι, με αφρούς στα γένια. Εγώ, αποκαμωμένος από τις λυσσασμένες τσεκουριές στα ίσαλα, χάνω μεσ΄ στο νερό τον πέλεκυ κι αφήνομαι να παρασύρουν τα ρεύματα. Βρέθηκα στην ακτή μισολιπόθυμος, ευτυχώς, γιατί όσοι κολυμπούσαν τους πλεύριζαν και τους αποτέλειωναν με τόξα και ρόπαλα. Με πιάσανε οι Κορίνθιοι αιχμάλωτο. Βρίσκομαι τώρα στην Αίγινα, στη δούλεψη ενός Πράξανδρου. Καθώς οι Αιγινήτες είναι μουλωχτοί σύμμαχοι των Κορινθίων με βλέπω να μην ησυχάζω από τις αγριάδες ενός πολέμου που, ως φαίνεται, θα κρατήσει καιρό.

Λέγομαι Ναυκίδης.

Οι γονείς μου, Κερκυραίοι πολίτες με κτήματα και ζώα. Μεγάλωσα με τις ιστορίες για τους Φαίακες, το Ναυσίθοο και τον Οδυσσέα. Η γενιά μας κρατάει από τη πρώτη, την πιο παλιά ναυμαχία μεταξύ ελληνικών πόλεων, διακόσια εξήντα χρόνια πριν από αυτά εδώ τα γεγονότα, όταν νικήσαμε τη μητρόπολη μας, την Κόρινθο και πήραμε την ανεξαρτησία μας. Η περήφανη πόλη μας δε χρειάστηκε ποτέ να ζητήσει βοήθεια από κανένα και μείναμε έξω από τις συμμαχίες των Αθηναίων και των Σπαρτιατών. Μετά τους μηδικούς πολέμους είμασταν η δεύτερη, μετά την Αθήνα, ναυτική δύναμη. Οι δημοκρατικοί στην Επίδαμνο έκαναν το καλύτερο να αποφευχθεί η απόσχιση. Μα, εδώ, σ' εμάς κυβερνούν οι περισσότεροι απ' τη δική μου τάξη και είναι ολιγαρχικοί. Όπως παντού έτσι και οι Κερκυραίοι ολιγαρχικοί λοξοκοιτάνε προς τη Σπάρτη. Κι αφήσανε την Επίδαμνο στην τύχη της, βορά στο στόμα των Κορινθίων. Επιστράτευσαν και βάρβαρους, όπου μπορούσαν. Μα εμείς, οι νέοι άριστοι, ελεύθεροι πολίτες είμαστε πάνω απ' όλα Κερκυραίοι και θέλουμε την πατρίδα μας ελεύθερη και περήφανη.
Τώρα, καθυστερημένα, τα πράγματα πήγαν σε πόλεμο με τους καταραμένους Κορίνθιους. Γέμισα ενθουσιασμό όταν έμαθα πως μπαίνω αξιωματικός στο πλευρό του σπουδαίου Ευρύβατου. Απέναντί μας είχαμε τους επίλεκτους Κορίνθιους. Δίπλα μας τα δέκα -αρχικά- καράβια των Αθηναίων συμμάχων μας.
Ναυμαχία δεν την έλεγες. Κολλημένα μεταξύ τους τα αντίπαλα καράβια, ακίνητα, δίχως ελιγμούς. Τα καταστρώματα τους πλωτές εξέδρες οπλιτικής αγχιμαχίας. Εμείς, όλοι Κερκυραίοι στην αριστερή πλευρά, κάναμε και λάθη. Το τι έγινε δεν περιγράφεται. Οι Κορίνθιοι σκότωναν αδιάκριτα κάθε πληγωμένο ή στριμωγμένο, ακόμα και δικούς τους συμμάχους. Είπαν οι Κορίνθιοι πως νίκησαν. Ψέμμα. Το βραδάκι, όταν τραγουδούσαμε τον παιάνα για τελική επίθεση, είδαμε τους Κορίνθιους να υποχωρούν. Είχαν φανεί απ' το πουθενά είκοσι αθηναϊκά πλοία.

Κατάφεραν όμως οι Κορίνθιοι να αιχμαλωτίσουν οκτακόσιους δικούς μας δούλους – πουλήθηκαν τώρα όλοι – και διακόσιους πενήντα ελεύθερους πολίτες. Ανάμεσά τους τώρα βρίσκομαι κι εγώ, στην Κόρινθο. Μας έχουν σε χρυσό κλουβί, με περιποιήσεις και καλοπέραση που σ' αυτά οι Κορίνθιοι είναι μάστορες. Φροντίζουν να πάρουν όσο περισσότερους με το μέρος τους ώστε ελευθερώνοντας μας να έχουν στην Κέρκυρα μια φιλοκορινθιακή άρχουσα τάξη. Το βλέπω ήδη. Τα περισσότερα δικά μας καλόπαιδα, όχι μόνο ολιγαρχικοί, είναι έτοιμοι να παίξουν το παιχνίδι της Κορίνθου. Τα οκτακόσια τάλαντα εγγύηση -τάχα- ήδη έχουν συγκεντρωθεί. Μα, εγώ, όταν γυρίσω, πάλι την ανεξαρτησία και την ουδετερότητα της Κέρκυρας θα υποστηρίξω. »

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Αμφίγειο Μονής

Πόσες φορές δεν έχω κάνει τη διαδρομή Αιγινίτισσα – Μονή με εκείνο το θρυλικό σερφ (θα το θυμούνται κάποιο απ' την παρέα)... Η απόσταση από το λιμανάκι του κολπίσκου του Μούντι μέχρι την παραλία της Μονής είναι περίπου 3 χιλιόμετρα. Με το βοριαδάκι που συνήθως πνέει στην περιοχή δευτερόπριμα φτάνεις σε λιγότερο από μισή ώρα ενώ πληρούται χαράς και ευφροσύνης η ψυχή από τον ήχο των υδάτων που χαϊδεύει τη γάστρα καθώς πλανάρει στους αφρούς.
Εκεί, όμως, στο πέρασμα Πέρδικας – Μονής όσοι ξέρουν το σημείο υποχρεωτικά σοβαρεύουν. Βέβαια τότε δεν τύχαινε κάτι παράξενο. Τι και γιατί να συμβεί; Πανέμορφα ξύλινα καΐκια και βάρκες με επαγγελματίες ψαράδες ή μυαλωμένους ερασιτέχνες, με εσωλέμβιες πετρελαιοκίνητες μηχανές -απλώς πρόσθεταν το ρυθμικό και προειδοποιητικό τους “τούκου-τούκου” στη γαλήνη του τοπίου. Όμως κάθε πέρασμα είναι ένα πέρασμα. Όλοι πρόσεχαν. Έχει ρεύματα, τα νερά είναι βαθιά, 25 με 35 μέτρα, και η απόσταση του περάσματος από την πούντα της Πέρδικας μέχρι τα πρώτα βράχια της Μονής είναι περίπου 450 μέτρα. Έχεις και πρέπει πάντα να έχεις σέβας όταν περνάς ένα μπογάζι.
Ας μη στοιχειώσει από τον τραγικό χαμό των ανθρώπων ετούτο το αμφίγειο. Κι ας τους έχουν στη μνήμη τους πάντα όσοι αγαπούν και σέβονται τη θάλασσα. Κι όσοι ναυτίλοι περνούν απ' εκεί ας μουρμουρίζουν θαλασσινά το όνομα του καπτα-Στέλιου του Τρίμη.

Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Συμφωνίες και Παρεξηγήσεις

Ο ιδεώδης απόλυτος και ανέκκλητος κανόνας γεννάται μέσα από την παρεξήγηση η οποία συνήθως έπεται μιας συμφωνίας. Αυτό εκφράζει με διδακτική πυκνότητα ο αρχαίος αφρικανικός μύθος του σκύλου και του βάτραχου.
Κάποτε, λέει ο μύθος, οι άνθρωποι, αφού πρώτα συμφώνησαν με το Θεό, αποφάσισαν να του στείλουν ένα μήνυμα. Ανέθεσαν έτσι σε ένα σκύλο – αγγελιαφόρο την αποστολή να παραδώσει προσωπικά στον Θεό το αίτημα των ανθρώπων να επιστρέφουν, μετά το θάνατό τους, στη ζωή.
Στον δρόμο όμως προς τον Θεό ο σκύλος πέρασε έξω από ένα σπίτι που μαγειρευόταν κάποιο νόστιμο φαΐ. Έκανε λοιπόν μια στάση, ήφαε (που λένε και στην Ικαριά) και το 'ριξε στην ξάπλα.
Εν τω μεταξύ οι άνθρωποι λίγη ώρα αφότου ξεκίνησε ο σκύλος ανέθεσαν σ' ένα βάτραχο να πεταχτεί μέχρι το Θεό με ένα νέο μήνυμα, ότι δηλαδή όταν θα ήταν πεθαμένοι δεν θα επιθυμούσαν την επιστροφή τους στη ζωή.
Πώς άλλαξε τόσο γρήγορα αυτή η σημαντικότατη απόφαση της ανθρώπινης κοινότητας; Ο μύθος σιωπά. (Προφανώς συμβαίνει αυτό στη δημοκρατία όπως τη γνωρίζουμε σήμερα αλλά ο μύθος λέει πολλά και για τις ανθρώπινες βουλές στις προδημοκρατικές κοινωνίες.)
Σημασία τέλος πάντων έχει ότι ο βάτραχος χωρίς χρονοτριβή έφτασε πριν απ' το σκύλο στο Θεό.
Έτσι, ούτε οι άνθρωποι είχαν την ευθύνη των αλλοπρόσαλλων αποφάσεων τους αλλά κι ο Θεός τι να τους κάνει; Με το ισχύον "μυθολογικό Σύνταγμα" έπρεπε απλώς να υπογράψει και να εκδώσει το Διάταγμα.
Για όλα έφταιγε ο σκύλος.
(Ευχαριστούμε για τη διάσωση του μύθου τον Sir James George Frazer)