TRANSLATION

Δευτέρα 3 Οκτωβρίου 2016

Cabriole ανιστόρητα για την chaise longue

ΠΕΜΠΤΟ ΜΕΡΟΣ

13
Το αναγεννησιακό ύφος είχε εισαχθεί με την αυγή του 16ου αιώνα στη Γαλλία από την Ιταλία από τον Λουδοβίκο 12ο (1498-1515) και ενισχύθηκε από τον διάδοχό του, Francois “Πρεμιέ” (1515-1547). Η αρχιτεκτονική του Château de Chambord και του Château de Fontainebleau είναι τυπικά παραδείγματα αυτών των επιδράσεων. Κάνουν την εμφάνισή τους τα objets de luxe ενώ επί Ερρίκου Δ΄ η ζήτηση για έπιπλα από έβενο (παλαιότερα “ybenus”) ανεβαίνει κατακόρυφα, οπότε εμφανίζονται εξειδικευμένοι menuisier που ονομάζονται ébénistes .
Όλα αυτά μπορούν μια χαρά να συμβαίνουν στο σκληρό πλαίσιο των εμφύλιων θρησκευτικών συγκρούσεων. Ούτε δέκα χρόνια μετά τις αγριότητες (που για λόγους συνοπτικών διαδικασιών, τόσο αρεστών στους “μεταρρυθμιστές”, τα συγκεφαλαιώνουμε ως γεγονότα της “Νύχτας του Αγίου Βαρθολομαίου”) εμφανίζονται στο Παρίσι τα ψάθινα καθίσματα καρέκλας.
Όπως τόσα άλλα επικυρωμένα αντίγραφα πολιτισμού έτσι και η βολή των οπισθίων, ασυγκίνητη απαιτεί εις το διηνεκές ισότιμη συνύπαρξη με το dragooning, την κρυμμένη βαρβαρότητα και την τραγικότητα του ανθρώπου.
Αλλά ας πάμε πάλι, επί Λουδοβίκου Γ', στις φλαμανδικές επιδράσεις οι οποίες εξισορροπούν τις αναγεννησιακές ενώ έπιπλα κατάφορτα με σκαλίσματα διακοσμητικής της Βουργουνδίας, όπως το cabinet (δηλαδή μια ιματιοθήκη πολυτελείας, ένα armoire de luxe) το οποίο εκτίθεται στο Μουσείο Metropolitan, κατασκευασμένο από τον γλύπτη Hugues Sambin, αποτελούν δείγματα του επικρατούντος Μανιερισμού. Έτσι είμαστε Κύριε.

14
Αξιοσημείωτο, ίσως, ότι όταν η Ιταλία, έχοντας βγει από την Αναγέννηση, βρισκόταν στον αστερισμό του κλασικισμού, η Γαλλία, ιδίως με τον Λουδοβίκο 13ο (1610-1643) και ενώ δαψίλευε άριστη υποδοχή Ιταλών καλλιτεχνών και μαστόρων, επέμενε να διοχετεύει κάθε αναγεννησιακό άνεμο μέσα σε γοτθικούς αεραγωγούς.
Πότε το γοτθικό ύφος στην επιπλοποιία φάνηκε να υποχωρεί ; Μετά το (συμβατικό) τέλος των γαλλικών θρησκευτικών πολέμων με το Έδικτο της Ναντ. Το όλο πνευματικό κλίμα είχε κι από ιησουιτικό “ratio studiorum”, είχε κι από γαλλικό σπιριτουαλισμό, είχε καρτεσιανισμό ως αναβίωση της “αυθεντικής” Αυγουστίνιας παράδοσης (κάποιοι προσφωνούσαν τον Descartes “διάδοχο” του Ιερού Αυγουστίνου), είχε ισχυρή τη θεολογία του Καρινάλιου Pierre de Bérulle και της Société de l' Oratoire de Jésus et de Marie και τέλος είχε και τη συγκολλητική ουσία “αγάπη ίσον τήρηση του Νόμου”.
Στη Γαλλία στρέφονται προς μια νέα αρχιτεκτονική, την ιησουιτική.
Πολλοί καλλιτέχνες ζουν με την καρδιά και το νου στη Ρώμη και το gran gusto τρέχει στα καλά σπίτια ασυγκράτητο.
Ενώ στη διακόσμηση τηρείται απαρεγκλίτως ο συγκρητισμός (τίποτα, λένε οι γνωρίζοντες, δεν είναι αυθεντικά “Γαλλικό”) εμφανίζεται στην επεξεργασία των ξύλινων επίπλων η τόρνευση. Ταχύτερη επεξεργασία, περισσότερο μηχανική, πιο οικονομική, αν και οι άνθρωποι πάντα εκστασιάζονταν από τις νέες τεχνολογίες.
Στην αρχική μορφή τόρνευσης (“en chapelet”) τα πόδια, οι τραβέρσες, τα στηρίγματα των ερεισίχειρων σκαλίζονται σε σχήματα κόμπων, πλεξίδων, σπιράλ. Πιο στιβαρή δουλειά. Λίγο αργότερα εμφανίζεται η τόρνευση “en balustre” η οποία υποτίθεται άφηνε περιθώρια αυτοσχεδιασμού στον τεχνίτη. Στην πραγματικότητα οι κόμποι είχαν αντικατασταθεί από ακολουθίες γεωμετρικών σχημάτων: ρόμβων, σφαιρών, κύβων και δακτυλίων πολύ μέτριας αισθητικής.
Στον τομέα των καινοτομιών για τις οπίσθιες περιοχές η chaises à bras μετασχηματίζεται σε fauteuil. Στη συνέχεια εμφανίζεται η ηδυπαθής και μεγαλοπρεπής chaise longue, κατεξοχήν η Duchesse. Είναι η πρόγονος της Cadillac 4ης και 5ης γενιάς και της αλογίσιας Harley των Sixties, η απόδειξη ότι ο Κύκλωπας μπορεί να είναι όμορφος.
Αλλά τα πρώτα βήματα αυτής της επαναστατικής πορείας προς το ιδεώδες της στάσης που παίρνει το σώμα σε συνθήκες έλλειψης βαρύτητας, την αναγνώριση “θεραπευτικών ιδιοτήτων” που διαθέτει η σεζ λονγκ “Surrepos” και το μάρκετινγκ της σχέσης της “Zero Gravity Chair” με το λεγόμενο “Me-time” συνδέονται με ένα αμφιλεγόμενο πρόσωπο: τον Αρμάνδο των Βουρβόνων, Δεύτερο Πρίγκηπα του Conti.

15
Ένα κατώτερο είδος ντιβανιού για σαλόνι με μία ή δύο πλάτες πιθανότατα εμφανίστηκε αρχικά στις πρώτες δεκαετίες του 17ου αιώνα. Το χαρακτηρίζω έτσι γιατί τα σωζόμενα δείγματα δίνουν την αίσθηση αφρόντιστων και εκ των ενόντων κατασκευών. Κάποια αντίστοιχα αντικείμενα καταγράφονται στα Mémoires του Jean François Paul de Gondi, Καρδιναλίου του Retz αλλά και στα Mémoires της Madame de Motteville.
Στις 18 Ιανουαρίου του 1650 συνελήφθη στο σπίτι του ο Αρμάνδος των Βουρβόνων, Δεύτερος Πρίγκηπας του Conti. Διώχθηκε από τον Mazarin για μια πολιτική υπόθεση η οποία δεν μας ενδιαφέρει εδώ. Η κυρία de Motteville αναφέρει στα “Απομνημονεύματα” της ότι τη στιγμή της σύλληψης ο Πρίγκηψ αναπαυόταν ατάραχος για το γεγονός σε ένα ντιβανοκρέβατο. Στα ίδια αυτά απομνημονεύματα η ίδια κυρία (η οποία, ας σημειωθεί είχε ακολουθήσει τον Louis XIII σε όλες τις αιματηρές εμφύλιες εκστρατείες του) αναφέρει πως έξι χρόνια αργότερα στο Chateau de Chilly, η βασιλική σύζυγος Ενριέττα Μαρία της Γαλλίας καθόταν σε κάτι αντίστοιχο.
Η αταραξία του Πρίγκηπα ήταν εκείνη του στωικού σοφού; Το ντιβανοκρέβατο ήταν ένα σαλονάτο πιθάρι του Κυνικού; Δεν μας διαφωτίζει η Madame de Motteville.
Τέλος πάντων, με έξι ή οκτώ πόδια καρέκλας και μία ή δύο πλάτες αυτά τα κακομούτσουνα υβρίδια συνδέονται ορισμένες φορές από τους ιστορικούς της επιπλοποιίας με τη γέννηση του canapé.
Η γνώμη μου όμως είναι ριζικά αντίθετη. Ενώ μπορώ να δεχτώ ότι τα δύο είδη έχουν ένδοξη καταγωγή και χρονικά εμφανίζονται περίπου παράλληλα, ο καναπές και μάλιστα ο τριθέσιος, υποδηλώνει την ευρωπαϊκή κατανόηση του κοινωνικού σχετισμού σε ένα σαλόνι και επομένως την αποδοχή της καθωσπρέπει ιδέας ότι μπορούν οι συμμετέχοντες ως άτομα να υπερβαίνουν τις διαφορές της κοινωνικής τους θέσης και να κάθονται εν σειρά στο ίδιο κάθισμα. Γίνεται μόδα τα χρόνια της Επανάστασης και του Ναπολέοντα.
Αντίθετα η chaise longue, με εξαίρεση την εκδοχή της causeuse, (της πιο ουτοπικής αλλά και πιο συναρπαστικής ιδέας που εμφανίστηκε στον πλανήτη μετά το θεσμό της συμβασιλείας και της δυαρχίας γενικώς) απευθύνθηκε στη διάκριση, στον διαχωρισμό, στην ταυτόχρονη ρήξη με την ιεροπρέπεια και τη συγκατάβαση και στην ανάδειξη της ατομικότητας με σαφή την άρνηση κάθε “πολιτικής” υπαγωγής.

16
Όλες οι ανάκλιτες περσόνες, από την Μαγδαλένια γυναίκα στις βραχογραφίες του 12.000 π.Χ., την “Περσίδα” του Ρεζά, την “Νύμφη” του Λούκας Κράναχ του Πρεσβύτερου, την “Αφροδίτη του Urbino” του Τισιανού, την “Ολυμπία” του Μανέ, την “Μάγια” του Γκόγια, τη “Μεγάλη Οδαλίσκη” του Ένγκρ, το “Μοντέλο” του Ρενουάρ έως την “Γυναίκα με Βιβλίο” του Μποτέρο υπήρξαν γυναίκες γυμνές. Ένα κάθισμα, όπως η Duchesse, εποχής Λουδοβίκου 15ου, εμβληματικό της αισθησιακής ανακλίσεως τι άλλο μπορούσε να είναι από σύμβολο μιας χειραφετούμενης ατομικότητας που απαιτεί να σχολάζει και να θαυμάζεται από την ιδιωτική της αυλή;
Φαίνεται πως κάποιος βαθύς φθόνος για την Duchesse, η οποία πάντα συγκέντρωνε τριγύρω της επίδοξους θαυμαστές του φορτίου της θα έκανε τον Pascal να αποφανθεί ότι “όλη η δυστυχία προέρχεται από την αδυναμία του ανθρώπου να κάθεται μόνος του σε ένα δωμάτιο”!
Σημασία όμως έχει η ηδονοκρασία του κεκλιμένου σώματος επάνω σε chaise longue, σε meridienne ή σε lit bateau. Πώς ελέγχει το βλέμμα του φίλου, του ακολούθου, του υπηρέτη. Βλέμμα που μπορεί να δει το ωραίο ή το ωφέλιμο, αδιάφορο. Σημασία έχει η εξουσία την οποία το αντικείμενο, το ολόκληρο σώμα ως έκθεμα, ασκεί επάνω στο βλέμμα. Σημασία έχει ότι το σώμα συγκροτείται ως εσωτερική πολυτέλεια, πέραν της αρχής της χρησιμότητας.
Ο Spinoza κραύγαζε ότι το ικανό για δράση σώμα γίνεται “καλύτερο” και από την ηθική σκοπιά. Ο καθένας ασφαλώς επιθυμούσε να έχει “σπινοζικό” σώμα αλλά, κατά τους αιώνες των Φώτων χωρίς ηλεκτρικό φωτισμό, πέρα από τους ανώτερους κληρικούς και τις αργόσχολες μεγαλοκυρίες, η δουλειά και η στρατιωτική άσκηση το εξασφάλιζαν. Ένα “σπινοζικό” σώμα πάνω στη σεζ λονγκ είναι ό,τι καλύτερο για την αναστολή του habitus της καθημερινότητας.
Αυτό το απέδωσε προφητικά, από το 1914, με ένα πρόχειρο σκίτσο ο Αυστριακός φυσικός και φιλόσοφος (εισηγητής του εμπειριοκριτικισμού) Ernst Mach. Ποιος ήταν αυτός; Θα τον θυμούνται χωρίς Wikipedia, μαζί με τον Αβενάριο, οι νεόφυτοι “λενινίζοντες” των πρώτων χρόνων της Μεταπολίτευσης , οι τολμητίες της αναγνωστικής περιπέτειας του “Υλισμού και Εμπεριοκριτικισμού”.
Όμως ας πάμε σ' αυτό που μας ενδιαφέρει, στο έργο του Ernst Mach με τίτλο “Η Ανάλυση των Αισθήσεων”. Στη σελίδα δεκαεννιά λοιπόν είχε σκιτσάρει με μολύβι ο ίδιος τον εαυτό του με κάρβουνο (ήταν πρόδρομος του dark custom) να αυτοπαρατηρείται καθισμένος σε μια chaise longue. Το σκίτσο έχει ως τίτλο “Η αυτοεπισκόπηση του Εγώ”. Μάλιστα ζωγραφίζει αυτό που παρατηρεί μόνο το αριστερό μάτι, οπότε φαίνεται λίγο από το αριστερό μουστάκι του, το σώμα του, κυρίως η αριστερή πλευρά, το κάτω μέρος του δεξιού του χεριού να κρατά το μολύβι και, φυσικά, καθόλου ο δεξιός του ώμος.
Τώρα, συνηρημένα και για να μην μπλέξουμε σ' αυτό εδώ το “assemblage” τη βαριά φιλοσοφία, ας δεχτούμε πως ό,τι ήταν να προσφέρει η μπόλικη, κρεατωμένη, χλιδάτη chaise longue το είχε κάνει. Θα άφηνε το γυμνό σκελετό της για τα γούστα μερικών ιδιοφυών του 20ου αιώνα.
Άλλο ένα σημείωμα και ησυχάζουμε όλοι ...


17
Ένας άλλος -μετά τον Chigi- τραπεζίτης (και συλλέκτης έργων τέχνης) του εικοστού αιώνα, ο Ελβετός Raoul La Roche έχει συνδέσει το όνομα του με τη chaise longue “LC4”, την οποία σχεδίασε το 1925 ο Le Corbusier σε συνεργασία με τον Pierre Jeanneret και την Charlotte Perriand. Θρυλείται από τους κύκλους των μοντερνιστών ότι ήταν εξέλιξη μιας “θεραπευτικής” πολυθρόνας ονόματι “Surrepos”, εφεύρεσης κάποιου μυστηριώδους και ανεξακρίβωτης ύπαρξης “γιατρού Pascaud” ! Η “LC4” είναι άλλη μια μεγάλη πρωταγωνίστρια. Όποιος δεν την έχει δει και δεν έχει γευθεί την τέχνη της να σπεύσει.
Γνωρίζοντας οι μεγάλοι αρχιτέκτονες την τάση των καταπιεσμένων γουαναμπήδων να θεραπεύουν τη μνησικακία τους προς τους πρίγκιπες του χρήματος μέσω της απόκτησης σε προσιτή τιμή των φετίχ του πλούτου την προόρισαν ex designatio για μαζική παραγωγή πουλώντας τα δικαιώματα αρχικά στην Βιενέζικη Gebrüder Thonet (πρωτοπόρα βιομηχανία μεταξύ άλλων και στο σχεδιασμό και κατασκευή αναπαυτικών chaise longue από το 1860) και μετά το 1932 στην Embru Werke. Τώρα, νομίζω, έχει τα δικαιώματα η Μιλανέζικη Cassina και, φυσικά, κυκλοφορούν και πάμπολλες μαϊμούδες. Σύμβολο μοντερνισμού η “LC4”, όπως και η γεννηθείσα από το Bauhaus πασίγνωστη καρέκλα “Wassily” του Breuer αλλά και η καρέκλα “Barcelona” του Van der Rohe, έχουν γεμίσει τον τόπο. Άπειρες σπονδυλικές στήλες έχουν δοκιμάσει τις απομιμήσεις αυτών των καθισμάτων. Ο Oscar Schlemmer είχε προειδοποιήσει ότι τα σπίτια ως μηχανές όπως και τα έπιπλα ως μηχανές μπορούν και να στραφούν εναντίον του ανθρώπου.
Κάποιοι μέχρι σήμερα επιμένουν ότι όποιος καταφέρει να χαλαρώσει επάνω της -περίπου όπως είδαμε να κάνει ο κ. Mach- θα επιτύχει ομαλή και απρόσκοπτη σύνδεση με την παλιά, καθωσπρέπει σοσιαλδημοκρατία του Μεσοπολέμου και, ως προοδευτικός σε σύγχυση, θα κάνει το τέλειο ξελαμπικάζ και θα βρει τον αληθινό πολιτικό εαυτό του. Όσοι ενδιαφέρονται ας το ερευνήσουν.
Όσοι έχουν ασχοληθεί με τη Σημειωτική γνωρίζουν ασφαλώς ότι τα συμπαθή αντικείμενα υπηρέτησαν πειθήνια τη θεωρία της “συμπαραδήλωσης”.
(Αναρωτιέμαι εκείνη η μία και μοναδική “LC4με δέρμα τίγρης, ειδική παραγγελία για τον Μαχαραγιά του Ινδόρ τι να απέγινε μετά τα γεγονότα του 1947. )
Στη μοντέρνα εκδοχή τους τα ελληνικά και ρωμαϊκά ανάκλιντρα έπρεπε να μιλήσουν στη γλώσσα του μετάλλου, της βιο/μηχανικής και, βεβαίως-βεβαίως, της υγειο/νομίας. O Le Corbusier είχε μαθητεύσει στον αυτοδίδακτο αρχιτέκτονα-ζωγράφο Peter Behren, ο οποίος ήταν πρωτοπόρος στη θεραπευτική αρχιτεκτονική.
Οι σχέσεις φυματιώσεως και μοντερνισμού υπήρξαν στενές. Πόσα σανατόρια, κλινικές και ευκατάστατα παράκτια σπίτια δεν προμηθεύτηκαν αυτές τις νέες icons της σχόλης και της εύθραυστης κράσης, ντυμένες με τον ρηχό καθωσπρεπισμό των υποτιθέμενων θεραπευτικών τους ικανοτήτων. Ήδη από το 1900 στο Νταβός οι τυχεροί ασθενείς απολάμβαναν πρώιμα τις κατασκευές της Gebrüder Thonet.
H Αυστριακή αυτή εταιρεία υπήρξε η κατασκευάστρια των καμπυλωτών ξύλινων καρεκλών με ψάθινη έδρα, ναι, εκείνων των χαρακτηριστικών των βιενέζικων μπιστρό. Με τη γαργαλιστική ονομασία “καρέκλα νούμερο 14”, αυτό το υπέροχο αντικείμενο πουλήθηκε από το 1860 μέχρι το 1930 σε πάνω από πενήντα εκατομμύρια αντίτυπα. Η rocambolesque “δεκατεσσάρα” είναι, νομίζω, η ιδανική παρηγορήτρια για κάθε πληγέντα από την εκτυφλωτική λάμψη της Duchesse.

Αυτά ήταν μερικά ανιστόρητα για τη chaise longue και τα συναφή γενεαλογικά ριζώματα. Κάποτε, όχι πάντως σύντομα, θα μιλήσουμε και για ντουλάπες.