TRANSLATION

Δευτέρα 8 Ιουνίου 2009

ΟΛΙΓΑ ΠΕΡΙ ΕΥΡΩΕΚΛΟΓΩΝ 2009

Τα παρακάτω αποτελέσματα δεν είναι μεν ακριβή και οριστικά αλλά τα έχουν μεταδώσει έγκυρες ηλεκτρονικές εκδόσεις και αποτυπώνουν αρκετά ικανοποιητικά μια βασική εικόνα για τις διεργασίες που αποκάλυψαν οι ευρωπαϊκές εκλογές του 2009. Μια επίσκεψη στον ιστότοπο elections2009-results.eu δίνει ακριβή στοιχεία.
Έστω κι έτσι υπάρχει μια αρκετά σαφής εικόνα για σχόλια και σκέψεις.

Αυστρία: Το κυβερνητικό Σοσιαλδημοκρατικό έχασε 9 μονάδες φτάνοντας το 23.8%. Το κόμμα του Αυστριακού Λαού, που συνεργάζεται με το Σοσιαλδημοκρατικό, μολονότι έχασε 3 μονάδες από το 2004, ήταν ο νικητής με ποσοστό 29.7%. Ο ευροσκεπτικιστής Χανς Πέτερ Μάρτιν ανέβηκε κατά τα 4 μονάδες, φτάνοντας στο 17.9%. Το δεξιό λαϊκιστικό κόμμα της Ελευθερίας στο 13%, πτώση των Πρασίνων από το 12 στο 9.5%, ενώ το κόμμα του (μακαρίτη) Χάιντερ στο 4.7%.

Βέλγιο: Πρώτο το κυβερνητικό κόμμα των Χριστιανοδημοκρατών με μόλις 15%, με δεύτερους του Φιλελεύθερους Δημοκράτες με 13%. Σε πτώση το ακροδεξιό Φλαμανδικό κόμμα με 10% (από 14) ενώ οι Πράσινοι διπλασίασαν το ποσοστό τους σε 8%.

Βουλγαρία: Πρώτο συντηρητικό κόμμα της αντιπολίτευσης GERB με 26%. Πτώση του κεντροαριστερού κυβερνητικού συνασπισμού στο 19%. Οι εθνικιστές – ευρωσκεπτικιστές του ATAKA στο 11%.

Γαλλία: Το UMP του Σαρκοζί πήρε μια εύκολη νίκη με 28% (το πήγε εκεί από το 16.6 του Σιράκ). Μόλις 16.8% οι σοσιαλιστές της Ομπρί, ενώ οι πράσινοι του Κον Μπεντίτ 16% Καταποντισμός Μπαϊρού με 8.5% και πτώση του Λεπέν στο 6.5%.

Γερμανία: Οι Χριστιανοδημοκράτες με τη Μέρκελ και το αδελφό κόμμα Χριστιανική Κοινωνική Ένωση της Βαυαρίας συγκέντρωσαν 37.9%. Πτώση του SPD στο 20.8%. 12% οι Πράσινοι, 7.5% το Αριστερό Κόμμα και 11% οι Ελεύθεροι Δημοκράτες.

Δανία: το ακροδεξιό ξενοφοβικό Κόμμα του Δανικού Λαού ανέβασε τα ποσοστά του από 6.8 σε 15% και αποτελεί εδώ και χρόνια το βασικό μηχανισμό πίεσης για τα μέτρα περιορισμού τω μεταναστών. Οι σοσιαλδημοκράτες είχαν θεαματική πτώση, από το 32.6 στο 21%. Το φιλελεύθερο κόμμα του πρωθυπουργού Ράσμουσεν έπιασε ένα 20%. Τέλος, το Λαϊκό Σοσιαλιστικό Κόμμα και οι Πράσινοι πήραν ένα 16%.

Εσθονία: πρώτο το αντιπολιτευόμενο Κεντρώο Κόμμα με 26% ακολουθούμενο από κυβερνών Μεταρρυθμιστικό Κόμμα με 15%. Το συντηρητικό Res Publica στο 12 ενώ οι Σοσιαλδημοκράτες στο 9%.

Ηνωμένο Βασίλειο: Νικητές οι Συντηρητικοί του Κάμερον με 28.6% , καταποντισμός του Μπράουν με μόλις 15.3% και εντυπωσιακή έξοδος με δύο έδρες στην ευρωβουλή του ακροδεξιού εθνικιστή Γκρίφιν.

Ιταλία: Μπερλουσκόνι 35%, Δημοκρατικό κόμμα 26.5%, Λέγκα του Βορρά 10.9%, εντυπωσιακή όμως και η άνοδος του κόμματος Ιταλία των Αξιών του Ντι Πιέτρο με 7.8% από 4.4

Ισπανία: Νικητής το δεξιό Λαϊκό κόμμα με 42.2%, δεύτεροι οι σοσιαλιστές με 38.5%, χάνοντας ένα 3.7% ενάμιση μόλις χρόνο από την εκλογή τους στην κυβέρνηση.
Κύπρος: ΔΗΣΥ 36% , ΑΚΕΛ 35%.

Ολλανδία: εντυπωσιακή άνοδος με17% το ολλανδικό ακροδεξιό του Γκιρτ Βίλντερς.

Ουγγαρία: Νίκη των συντηρητικών.56% πήρε το κόμμα Φίντες ενώ οι κυβερνώντες σοσιαλιστές πήραν μόλις 17% προσπερνώντας ελάχιστα τους ακροδεξιούς του Jobbik που πήραν 15%.

Πορτογαλία: Ήττα του σοσιαλιστικού κόμματος του Σόκρατες που πήρε μόλις 26.45%, 18 μονάδες λιγότερες από το 2004. Πρώτοι οι δεξιοί Σοσιαλδημοκράτες με 33%, εντυπωσιακές οι επιδόσεις της Αριστεράς (συμμαχία κομμουνιστών – Πράσινων) με 10,21% καθώς και άλλο ένα 10,03% από το Μπλοκ της Αριστεράς

Τσεχία: το συντηρητικό Αστικό Δημοκρατικό Κόμμα κράτησε την πρώτη θέση με 31% ακολουθούμενο από το κεντροαριστερό Σοσιαλδημοκρατικό Κόμμα, με 22% και τρίτο το Κομμουνιστικό Κόμμα με 14%. Οι Χριστιανοδημοκράτες περιορίστηκαν σε ένα 8%.

Φινλανδία: Εντυπωσιακότατη άνοδος του ακροδεξιού κόμματος των Αληθινών Φίννων πήγε από 0.5 το 2004 σε 10%, συμπράττοντας με τους Χριστιανοδημοκράτες. Δεύτερος μεγάλος νικητής οι Πράσινοι, με 12%. Το Φιλελεύθερο του πρωθυπουργού Βανχάνεν στο 20% ενώ οι σύμμαχοί του Χριστιανοδημοκράτες 22% και οι Σοσιαλδημοκράτες 18%.

Πρώτα συμπεράσματα

Δε θα σταθώ στην Ελλάδα, που ζούμε τη δική μας πραγματικότητα αλλά σε σκέψεις που γεννά η ευρωπαϊκή κατάσταση πραγμάτων.

Είναι λοιπόν προφανέστατη και ήδη διαπιστωμένη η άνοδος της ακροδεξιάς και των συντηρητικών δυνάμεων στην Ευρώπη. Με κεντρικό ζήτημα τη μετανάστευση, θέμα πρόσφορο ιδίως μετά το ξέσπασμα της οικονομικής κρίσης και της αύξησης της ανεργίας. Γενικότερα, η "συντηρητική" ύλη αυξήθηκε χωρίς αυτό να σημαίνει ότι οι οικονομικές διεκδικήσεις, με βάση την κρίση, υστερούν.

Ο χώρος των σοσιαλιστικών κομμάτων όχι απλώς ηττάται και χάνει την ηγεμονία αλλά δείχνει ότι δεν έχει καμιά δυνατότητα να βγει από το απόλυτο αδιέξοδό του. Η παραδοσιακή αριστερά έχει διάσπαρτες στιγμές που δείχνει ότι ακόμα αναπνέει αλλά, ουσιαστικά, στηρίζει την ζωογόνησή της στο ζοφερό σενάριο της επιδείνωσης της κρίσης και όχι στην πιθανότητα της υπέρβασής της.

Μικρά θεματικά κόμματα (όπως οι «Πειρατές» της Σουηδίας), μολονότι πρωτότυπα και ενδιαφέροντα, δεν έχουν ελπίδα επιβίωσης. Το φαινόμενο των Πρασίνων είναι κάτι ξεχωριστό. Έχει δυνατότητα να απορροφά μεγάλο μέρος προοδευτικών και δημοκρατικών πολιτών που δε βρίσκουν λύση στα παραδοσιακά υπάρχοντα σχήματα. Είναι μια νέα πρόταση χωρίς παρελθόν, πολυσυλλεκτικό, διαταξικό, μπορεί να διεισδύει σε όλους τους χώρους, με αμεσοδημοκρατικές προδιαθέσεις, ασταθή δομή, ένα προϊόν του καιρού. Ωστόσο, δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται επιφανειακά και επιπόλαια. Πέρα από την εμβάθυνση της κριτικής σ’ αυτό χρειάζεται και άντληση διδαγμάτων για τις διαθέσεις των ψηφοφόρων απέναντι στο ρεύμα της οικολογίας.

Ορισμένες σκέψεις από τις ελληνικές εκλογές:


1. Δε θα συμφωνήσω με τη διογκωμένη ανησυχία και περίσκεψη περί αποχής. Χρειάζεται βαθειά ανάλυση του φαινομένου και συσχετισμός του με το δημοσκοπικό μεν αλλά υπαρκτό «κόμμα του Κανένα».

Πολλοί δε γύρισαν την πλάτη στις κάλπες, απλώς έστρεψαν το βλέμμα σε ό,τι έχει απομείνει ακόμα άξιο να το εκτιμά κανείς. Ένα φθαρμένο, παλαιωμένο και ανεπίδεκτο βελτίωσης πολιτικό σύστημα δεν δικαιούται να ζητά το ενδιαφέρον του ψηφοφόρου.
Πέρα απ’ αυτό δε χρειάζεται να φτάσουμε στο άλλο άκρο, της απόδοσης αυθαίρετων νοημάτων στην αποχή και να μην επισημάνουμε τους γνωστούς κινδύνους της απολιτικοποίησης.
Ας αφήσουμε που αποσιωπήθηκε η συνέπεια της αποχής για την Ε.Ε. Αν δηλαδή τα ψηλά ποσοστά αποχής θέτουν ζήτημα απόρριψης του δικού μας πολιτικού συστήματος δε θέτουν για το μόρφωμα της Ευρώπης;

2. Διεργασίες με κοινωνικό αντίκρισμα γίνονται μόνο στο χώρο της δεξιάς-ακροδεξιάς. Όχι εκεί που πρωτίστως θα ‘πρεπε: στην κεντροαριστερά, τη σοσιαλιστική αλλά και κομμουνιστική αριστερά που δείχνουν ακίνητες, αυτάρεσκες και αστόχαστες όσο ποτέ. Που περιμένουν υπομονετικά την ώρα τους επιτείνοντας τη γραφειοκρατικοποίησή τους.

3. Η νίκη της δεξιάς στην Ευρώπη και η άνοδος της εθνικιστικής δεξιάς δεν πρέπει να ταυτίζονται ή να αθροίζονται. Η παραδοσιακή κεντροδεξιά δεν παρουσιάζει κανένα ενδιαφέρον. Στην ακροδεξιά όμως αφήνονται θέματα που δεν της ανήκουν, πράγμα που θα πληρωθεί ακριβά. Ιδίως όσα σχετίζονται με την ψυχολογία της εθνικής ταυτότητας.

4. Το εκσυγχρονιστικό – ευρωπαϊκό – φιλελεύθερο/σοσιαδημοκρατικό ιδεολόγημα δε είναι πια ελκυστικό και πειστικό είτε εμφανιστεί «προοδευτικό» είτε «συντηρητικό».

5. Σε μια χώρα κυνικής σχέσης με την πολιτική, όπως η Ελλάδα, η σταθερότητα και η αποδοχή του όποιου πολιτικού συστήματος θα εξαρτηθεί μόνο από την ικανότητά του να αναδιανέμει τον πλούτο, να παρέχει ευκαιρίες ανόδου και να κολακεύει τη μικροαστική φιλαρέσκεια και τα «καθαρά χέρια». Άρα πάντα θα υπάρχει χώρος για δημαγωγικά νέα κόμματα, «θεματικά» κατ' επίφαση, αρχηγικά κατ' ουσίαν.

6. Φαίνεται πως σταθεροποιούνται νέες ομαδοποιήσεις στους ψηφοφόρους:

(α) Ένας πυρήνας σταθερά προσκολλημένων οπαδών στο κόμμα, κοινωνικά ευάλωτων, μέτριας μόρφωσης, με αντικειμενική ή μη, ανοικτή ή κλειστή επιλογή ταξικής τοποθέτησης, με μικρή ηθική διαφοροποίηση μέσων-σκοπών, ψηλή αποδοχή της αντιπροσώπευσης, εξάρτηση από το πρόσωπο του αρχηγού, εξάρτηση πελατειακή και «πολιτισμική» από το κόμμα που ψηφίζουν.

(β) ένας επίσης στενός πυρήνας σταθερά προσκολλημένων οπαδών στο κόμμα, κοινωνικά ευάλωτων ή εξασφαλισμένων, μέτριας ή ψηλής μόρφωσης, με αντικειμενική ή μη ανοικτή ή κλειστή επιλογή ταξικής τοποθέτησης, μέτρια ηθική διαφοροποίηση μέσων-σκοπών, ψηλή αποδοχή της αντιπροσώπευσης, μέτρια εξάρτηση από τον αρχηγό, εξάρτηση κυρίως «πολιτισμική» από το κόμμα που ψηφίζουν.

(γ) ένας πυρήνας κριτικών υποστηρικτών, ψηλής μόρφωσης, με αντικειμενική και αντικειμενική, κλειστή επιλογή ταξικής τοποθέτησης, ισχυρή διαφοροποίηση μέσων-σκοπών, μέτρια αποδοχή της αντιπροσώπευσης, ανεξαρτησία από το πρόσωπο του αρχηγού, χαλαρή πολιτισμικού τύπου εξάρτηση από το κόμμα που ψηφίζουν χωρίς να αποκλείουν το ενδεχόμενο εναλλακτικής ψήφου σε όμορο χώρο.

(δ) Η ομάδα των ωφελιμιστών – «ορθολογιστών», ψηλής μόρφωσης, με αντικειμενική ή μη ανοικτή επιλογή ταξικής τοποθέτησης και χωρίς πολιτισμικές εξαρτήσεις, με έμφαση στην ηθική διαφοροποίηση μέσων-σκοπών, αποδοχή της αντιπροσώπευσης, εξάρτηση από την αποτελεσματικότητα και όχι το πρόσωπο του αρχηγού, οι οποίοι επιλέγουν «ρεαλιστικά» κατά κανόνα μεταξύ των δύο κομμάτων εξουσίας.

(ε) Οι «νομάδες», ανεξαρτήτως μόρφωσης, με ανοικτή επιλογή ταξικής τοποθέτησης, πολιτισμικών εξαρτήσεων, μέτρια διαφοροποίηση ηθικής των μέσων – σκοπών, ωφελιμιστές, μικρή αποδοχή της αντιπροσώπευσης αλλά μη ορθολογικοί, ευάλωτοι στο πρόσωπο του κάθε αρχηγού, οι οποίοι επιδιώκουν τιμωρία δια της ψήφου τους.

(στ) Η ομάδα των «οιονεί» ψηφοφόρων, ανεξαρτήτως μορφωτικού επιπέδου, κοινωνικά ευάλωτοι ή εξασφαλισμένοι, με ανοικτή επιλογή ταξικής τοποθέτησης, αρκετή διαφοροποίηση μέσων-σκοπών, ψηλή αποδοχή της αντιπροσώπευσης, μικρή εξάρτηση από το πρόσωπο του αρχηγού, με πολιτισμικές εξαρτήσεις, οι οποίοι προσέρχονται ή μη στις κάλπες ανάλογα με τη συγκυρία.


Νέες ομαδοποιήσεις ψηφοφόρων

Τα μεγάλα κόμματα εξουσίας θεωρητικά είναι πιθανότερο να συνδέονται με ψηφοφόρους από όλες τις παραπάνω ομάδες. Ωστόσο, υπάρχουν παράμετροι που μετατρέπονται σε εμπόδια: π.χ. όποιος έχει χαμηλή αποδοχή της αντιπροσώπευσης είναι δύσκολο να ψηφίσει κόμμα εξουσίας ή κάποιος που δεν αποδέχεται το αρχηγικό πρότυπο.
Υποτίθεται πως τα κόμματα αυτά επιδιώκουν να καλύψουν χαρακτηριστικά των τύπων Β, Γ, και Δ που είναι περισσότερο «έλλογοι» σε σχέση με τους υπόλοιπους. Στην πράξη όμως ο κινητήριος μηχανισμός τους στηρίζεται στην ομάδα Α και Β, χάρη στις οποίες μπορεί μια εδραιωμένη κομματική γραφειοκρατία να αυτοαναπαράγεται. Από την ομάδα Γ και πέρα οι ψηφοφόροι ελέγχονται δύσκολα αλλά η δυνατότητά τους να ασκήσουν πίεση για διόρθωση της κομματικής γραμμής διαφοροποιείται. Η ομάδα ΣΤ στην πράξη δεν μπορεί να ασκήσει άμεση και δραστική επιρροή. Η ομάδα Ε, αντίθετα, λόγω της ευκινησίας της μπορεί να παίξει ρόλο στην αλλαγή πολιτικού σκηνικού. Οι ομάδες Γ και Δ, μολονότι έχουν μεγαλύτερο «ειδικό» πολιτικό βάρος, είναι δυσκίνητες. Η Δ εγκλωβίζεται περισσότερο στο δικομματικό παιχνίδι εξουσίας και μπορεί να ασκήσει μόνο στο ένα από τα δύο κόμματα δραστική παρέμβαση. Η ομάδα Γ θεωρητικά είναι η καλύτερη για την προώθηση πολιτικών μεταβολών αλλά είναι περιορισμένη αριθμητικά και συνήθως έχει, πέραν της ψήφου, εναλλακτικούς τρόπους θεσμικής εκροής της κριτικής της, όπου και καθώς την διοχετεύει, την εκτονώνει.


Τι σημαίνει πολιτισμική εξάρτηση: Όχι μόνο πώς επιδρούν πολιτικά οι ζωντανές οικογενειακές παραδόσεις, το περιβάλλον και οι αφηγήσεις του αλλά και ένα πλαίσιο αξιών οι οποίες συνδέονται με την ευρύτερη παράταξη. Η «δεξιά», το «κέντρο» και η «αριστερά» ως χώροι συμβολικών αναπαραστάσεων ευρύτερων αξιών, στάσεων ζωής, προτιμήσεων, ύφους, αισθητικής, τρόπων συμπεριφοράς. Πιθανότατα οι παραδόσεις αυτές εξακολουθούν να μεταβιβάζονται, ως άξονες, μέσω της πρωτογενούς πολιτικής κοινωνικοποίησης (οικογένεια – κοινότητα) παρ’ ότι έχουν συμπληρωθεί και με νεότερους προσδιορισμούς, όπως: «προοδευτικός», «παραδοσιακός», «εθνικός», «μεταεθνικός».

Οι πολιτισμικές εξαρτήσεις παίζουν σημαντικό ρόλο στα κόμματα διαμαρτυρίας ή πίεσης. Ας πάρουμε το Συνασπισμό σε σύγκριση με το ΛΑΟΣ ως παράδειγμα.
Ο Συνασπισμός είναι κόμμα με κατεξοχήν χαρακτηριστικό του τη Γ και τη Β ομάδα ψηφοφόρων και, λιγότερο, τη Δ.
Αν η πολιτισμική εξάρτηση συνδέεται με τον παραδοσιακό άξονα «αριστερά» αλλά και με τους άξονες «προοδευτικός» και «μεταεθνικός» πιθανότερη είναι μια συμπεριφορά «τύπου Γ».
Αν επικρατεί ο άξονας «παραδοσιακός» και «εθνικός» πιθανότερη η συμπεριφορά «τύπου Β». Η ομάδα Δ δεν επηρεάζεται από το πολιτισμικό κριτήριο. Επομένως, οι κρίσιμες ομάδες Β, Γ και Δ μπορούν να συνυπάρχουν στο σχήμα του Συνασπισμού.

Διαφορετική είναι η κατάσταση με το ΛΑΟΣ. Κόμμα που εκφράζει κατά βάση τις ομάδες Α και Ε έχει τη δυνατότητα να διεισδύσει και στις ομάδες Β (περισσότερο) και Δ (λιγότερο). Είναι πολύ δύσκολη η πρόσβασή του στην ομάδα Γ. Άρα έχει, θεωρητικά μεγαλύτερο εύρος από το Συνασπισμό. Ωστόσο, επειδή η πολιτισμική του ανοχή είναι μικρή, δεν θα δεχτεί δηλαδή το «μεταεθνικό» ή «προοδευτικό» στοιχείο από τις χαλαρές πολιτισμικά ομάδες Δ και Γ, οπότε αυτές δεν θα εκφραστούν μέσω του ΛΑΟΣ.


Τι σημαίνει σύνδεση μέσων – σκοπών. Όσο περισσότερο ελαττωμένη είναι ηθική των μέσων συγκριτικά με εκείνη των σκοπών (του κομματικού συμφέροντος, της νίκης του, της διατήρησής του στην εξουσία) τόσο περισσότερη αναμένεται να είναι η πρόσδεση στα πολιτισμικά στοιχεία, το πρόσωπο του αρχηγού ή την πελατειακή εξάρτηση (για λόγους κατά τα άλλα κατανοητούς), χαρακτηριστικά που παρατηρούνται στις ομάδες Α, Β αλλά και Ε, από τη στιγμή που κάνουν την επιλογή «ο σκοπός αγιάζει τα μέσα» για να στείλουν ένα εκλογικό μήνυμα.

Το ΚΚΕ, για παράδειγμα συνδέεται με ψηφοφόρους μέτριας σύνδεσης μέσων – σκοπών. Γενικά οι ψηφοφόροι του ανήκουν στην ομάδα Β (κυρίως) αλλά και (λιγότερο) Γ. Δυνητικά μπορεί να συνδεθεί και με τις ομάδες Ε και ΣΤ.
Η ακαμψία του πολιτιστικού στοιχείου εμποδίζει περισσότερη πρόσβαση στις ομάδες Δ και Γ αλλά δεν εμποδίζει την ύπαρξη επαφών με την ομάδα Α με την οποία κυριότερο στοιχείο αποκλεισμού είναι η έλλειψη ταξικής συνείδησης.


Θάνος Κωτσόπουλος






Παρασκευή 5 Ιουνίου 2009

Ακούει κανείς;

Σπουδαιότατο λοιπόν έργο για κάθε πολίτευμα είναι η ύπαρξη, είτε μέσω της νομοθεσίας είτε μέσω των δημόσιων οικονομικών, μιας πολιτικής τάξης ώστε να μην αποκομίζουν οι άρχοντες από τα αξιώματα υλικά κέρδη.
Διότι οι πολλοί δεν αγανακτούν τόσο επειδή αποκλείονται από τα πολιτικά αξιώματα (απεναντίας, χαίρονται μιας και δεν αποσπώνται από τις ιδιωτικές ασχολίες τους) όσο αγανακτούν επειδή πιστεύουν ότι οι άρχοντες κλέβουν τα δημόσια.
Τότε λυπούνται και για τα δυο: τόσο επειδή αποκλείονται των αξιωμάτων όσο και επειδή αποκλείστηκαν και από τα κέρδη τους.

Αριστοτέλης Πολιτικά V, 1308b 31-37

Δευτέρα 1 Ιουνίου 2009

Τα καρπούζια κι η μασχάλη

Είμαι κι εγώ από εκείνους που βρίσκουν ανόητο και γελοίο οι ευρωπαϊκές εκλογές να διεξάγονται με όρους εθνικών εκλογών και οι αρχηγοί των κομμάτων να παραμερίζουν τους επικεφαλής των ευρωψηφοδελτίων. Φυσιολογικά, τόσο τα πρόσωπα όσο και τα προγράμματα θα έπρεπε να είναι προσανατολισμένα στην Ευρώπη.

Στο Βήμα της Κυριακής (31/5/2009) ο Ευάγγελος Βενιζέλος δημοσίευσε ένα κείμενο με τίτλο «Το πραγματικό στοίχημα των εκλογών» το οποίο μου προκάλεσε εντύπωση. Προβάλλει το κατά τα άλλα εύλογο επιχείρημα ότι ο χαρακτήρας της Ε.Ε. εξαρτάται πρωτίστως από τις κυβερνήσεις που έχουν τα κράτη-μέλη.

Με βάση αυτό προκύπτει ότι
(α) ο εμφατικός συσχετισμός των ευρωεκλογών με τις εθνικές δε δημιουργεί πρόβλημα,
(β) οι εθνικές εκλογές είναι συντριπτικά σπουδαιότερες των ευρωπαϊκών και
(γ) η υποκατάσταση των υποψηφίων για το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο από τους αρχηγούς των κομμάτων μπορεί να θεωρηθεί φυσιολογική.

Την ίδια στιγμή, στο ίδιο άρθρο, παραδέχεται ευθέως –και αυτό είναι θετικό – ότι η Ε.Ε. ταλανίζεται από ένα σοβαρό θεσμικό και πολιτικό έλλειμμα, μια κρίση αντιπροσώπευσης και μια αδυναμία να δημιουργεί συνθέσεις στα πολύπλοκα και αντιφατικά προβλήματα των 27 μελών της. Πολύ περισσότερο μετά την οικονομική κρίση και την άδηλη πορεία της Ε.Ε. προς τη συνταγματική της ολοκλήρωση.

Καθίσταται λοιπόν λογικό επακόλουθο, τουλάχιστον βραχυπρόθεσμα, αφενός το να παίρνουν τη σκυτάλη των πρωτοβουλιών τα εθνικά κράτη και αφετέρου να επιτείνονται οι ασυνεννοησίες και η έλλειψη κοινοτικού συντονισμού.

Δεν είναι όμως έτσι η κατάσταση στην πραγματικότητα. Τα εθνικά κράτη παίζουν ρόλο μόνο εφόσον είναι ισχυροί παίκτες, μεγάλες και πλούσιες χώρες. Οι μικροσυνέταιροι μετράνε όσο το μπόι τους. Πιέζονται να προσαρμοστούν στις επιταγές του ευρωπαϊκού διευθυντηρίου πέρα από τα όρια της αντοχής τους.

Πέρα όμως απ’ αυτό. Πέρασε και τη «σοσιαλιστική» περίοδό της η Ε.Ε. χωρίς ν’ αλλάξει σε τίποτα ο σκληρός νεοφιλελεύθερος πυρήνας της. Η Ε.Ε. είναι ένα δημιούργημα κορυφής και όχι βάσης. Το Συμβούλιο και η Κομισιόν βρίσκονται πολύ ψηλά και πολύ μακριά από οποιοδήποτε ουσιαστικό δημοκρατικό έλεγχο. Το Κοινοβούλιο, παρά τις μικρές ενισχύσεις με τις οποίες προικίζεται, παραμένει ένα όργανο δευτερεύον.

Για τους λαούς, το γεγονός ότι συγκροτούν ένα ευμέγεθες ευρωπαϊκό εκλογικό σώμα, θα έπρεπε λογικά να σημαίνει μια ισχυρότερη αίσθηση δύναμης και επιρροής σε σχέση με το εθνικό πλαίσιο.
Αντίθετα από την απογοήτευση και την αηδία που αναδύει η διαφθορά, η αναξιοπιστία και το έλλειμμα δημοκρατίας της εθνικής πολιτικής σκηνής, ιδίως σε χώρες όπως η δική μας, το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο θα μπορούσε να αποτελέσει σημαντικό δημοκρατικό βήμα.

Και πάλι όμως δεν είναι έτσι τα πράγματα. Ακριβώς επειδή την ευρωπαϊκή προσέγγιση την κηδεμονεύει η υψηλή εθνική πολιτική καταντούν το ευρωπαϊκό κοινοβούλιο γραφικό. Οι ηγέτες των κομμάτων διορίζουν με ψηφοθηρικά κριτήρια ήσσονες υποψηφίους και όχι αυτόνομες προσωπικότητες με ευρωπαϊκό όραμα (ο Μπερλουσκόνι τουλάχιστον το ομολογεί με τους ανεκδιήγητους υποψηφίους του).

Υπάρχει, φυσικά, και η άλλη όψη. Το γεγονός ότι το «μεταεθνικό» ιδεολόγημα της Ευρώπης και του κοσμοπολιτισμού πνέει τα λοίσθια. Το ότι όντως, από πολλές απόψεις, η επιστροφή στο εθνικό γήπεδο αποτελεί αναγκαιότητα. Οι λαοί χρειάζονται την πολιτισμική τους ταυτότητα και εθνικές πολιτικές επιλογές.
Όχι μόνο να φορτώνονται τα εθνικά κράτη χειρισμούς που συμφέρουν αποκλειστικά την ευρωπαϊκή οικονομική ολιγαρχία.

Το τριπλό στοίχημα του Ευ. Βενιζέλου: ταυτόχρονη τριπλή εξασφάλιση της κοινωνικής συνοχής, της εθνικής ανταγωνιστικότητας και της δημοσιονομικής αξιοπιστίας μοιάζει, στην καλύτερη περίπτωση, με το εγχείρημα των καρπουζιών κάτω απ’ τη μασχάλη.

Κατά τα άλλα, μια υποτιθέμενη νέα διευθύνουσα πολιτική δύναμη, «έντιμη, κοινωνικά ευαίσθητη, δημοκρατικά νομιμοποιημένη» είναι μεν ευκταία αλλά, για την ώρα, ζητούμενη.

Θάνος Κωτσόπουλος

Αγωνιώδη μισόλογα

Η αγωνία που μου προκαλεί η εποχή μας δεν οφείλεται απλώς στην τρέχουσα οικονομική, θεσμική-πολιτική και ηθικοπολιτική κρίση ή την έλλειψη εναλλακτικής διεξόδου. Προέρχεται και από το άγχος πως, τάχα, έχει παραδοθεί αυτό που κάποτε λέγαμε Συνείδηση στην παντοδυναμία του Είναι.

Η κατάρρευση των ιδεολογιών της κοινωνικής απελευθέρωσης και η ροπή προς τον «ορθολογισμό» του «πνεύματος του καπιταλισμού» έπληξαν τον κυριότερο σύμμαχο στο όραμα της αυτονομίας της Συνείδησης: την (υποτιθέμενη) αυτονομία του κράτους. Η επιταγή να είναι απλώς λειτουργικό και αποτελεσματικό, να μετασχηματιστεί σε καπιταλιστική επιχείρηση και να οδεύει στον αυταρχισμό δε συνεργάζεται με την εμβάθυνση της δημοκρατικής διαδικασίας, ούτε και με τη διεύρυνση των κοινωνικών δικαιωμάτων.

Θα πει κάποιος, «το αντιστάθμισμα από ένα ορθολογικό και ηθικό άρα και λειτουργικό και αυταρχικό κράτος είναι μεγαλύτερο από ένα δημοκρατισμό αμφίβολο, ασταθή, χαοτικό». Η διεκδίκηση της πολιτικής ηθικής, επομένως, φτάνει στο εξής δίλημμα: θέλουμε κράτος μιας αυταρχικής «προτεσταντικής» ηθικής ορθολογισμού και αποτελεσματικότητας ή μια πολιτεία δημοκρατικής ηθικής κοινωνικού ελέγχου και συμμετοχής;

Το δίλημμα είναι δύσκολο γιατί και οι δύο όροι του έχουν ελαττώματα, αντιφάσεις και παραμορφώσεις. Η νεωτερική δημοκρατία, μάλιστα, έχει μεγαλύτερες δυσχέρειες διότι μοιάζει να έχει προσβληθεί και αυτή από την εκφυλιστική νόσο του σοσιαλισμού (με τον οποίο τη συνδέει εξάλλου κοινό «ιστορικό»).

Κάποτε η δημοκρατία, πέρα από προοδευτικό αίτημα, αποτελούσε και σύστημα διευθέτησης κοινωνικών αντιθέσεων και ταξικών συγκρούσεων. Λειτουργούσε ως μηχανισμός μερικής έστω αλλά σημαντικής απεμπλοκής των παραγωγικών δυνάμεων και απελευθέρωσης κοινωνικών στρωμάτων τα οποία είχαν ιστορικό ρόλο. Επομένως το υπόβαθρο της δημοκρατίας, έστω και ως ιδεολογία υπέρβασης των τάξεων, είχε στο βάθος, μια ταξική αναφορά.

Σήμερα η δημοκρατία θεωρείται μη λειτουργική λόγω της ευρύτερης «ταξικής λήθης». Διότι μέσω αυτής κανένα ταξικό συμφέρον δεν διεκδικείται και κανένα κοινωνικό στρώμα δεν εκφράζεται, αλλά και καμία επιθυμία και καμία απόλαυση δεν διακυβεύεται. Ένα αστικό, καπιταλιστικό «καθολικό πνεύμα» έχει αναλάβει το ρόλο της «συνείδησης για όλη την κοινωνία», αφού δεν πέτυχε να το κάνει η εργατική τάξη (για να θυμηθούμε τον Λούκατς). Η καπιταλιστική δημοκρατία υπάρχει ως διακόσμηση ή, το πολύ, ως «αγωγή». Ο δυτικός φονταμενταλισμός δεν την εξοβελίζει, όπως θα ‘θελε, απ’ τα μνημόσυνα και το προσευχητάρι του. Αν θέλουμε λοιπόν να βρούμε τη χαμένη δημοκρατία θα πρέπει να βρούμε το δικό μας χαμένο ταξικό εαυτό. (Ή, έστω, τον εθνικό ! )

Κι αν ακόμα διατηρείται η «ανάμνηση» της δημοκρατίας είναι γιατί μία έστω τάξη, η κυρίαρχη, παραμένει «ορατή». Η μνησικακία, λοιπόν, προσωρινή τροφός αυτής της ανάμνησης. Μέχρι να μετασχηματιστεί σε σκέψη και σε «ολική επαναφορά» της μνήμης. Κι από κει, πιθανά, ψάχνουμε μια νέα αυτονομία της Συνείδησης.


Θάνος Κωτσόπουλος