TRANSLATION

Παρασκευή 17 Δεκεμβρίου 2010

An ongoing dialogue...2

Many philosophers, especially those who are tagged as “philosophers of life” have a considerable contribution in approaching this great issue. Henri Bergson is maybe the most significant on the subject.
But what theatre -and I mean ancient Greek tragedy above all- has as a unique attribute is that more than any philosophic/epistemological approach presents the totality of life in the most direct, simple and open to endless “readings” way.
Is its certain type of dialogue the core of tragic element? Maybe, at least for some. But tragedy at the same time also contains the monologue. Does this mean that dialogue is incomplete without some monologues? Perhaps. In some way dialogue is loaded either with releasing or restraining dramatic tense. A person, a human being, is maybe unable to represent his totality through the dialogue. So he/she needs a monologue which, of course is always a covered dialogue since it presupposes the symbolic “Other”. At the same time the rational, controlled, “apollonian” element is confronted with the “Dionysian” and neither has the final control but they co-exist. Gods, mortals, kings, people, chorus and personae, lyric and epic forms, wise advisors and fools interact presenting this totality of life which is broader than any mental or sentimental attempt to catch.
Tragedy was the birthplace of democracy as we historically know the term, the Athenian democracy. Every enlightened citizen was aware that what was going on in the Agora was only a part, a fragment of an older (tragic) culture which was fading out. Orality in the Agora was the best they could do to remember and preserve this tradition. Plato felt bound on this tradition that’s why he wrote in dialogic (but indeed a pseudo-dialogic) form. This fading out procedure resulted to rhetoric speeches and the rhetoric form of democracy (which resembles with the modern politics).
So searching for the totality of life means to come back to your so well phrased axiom.
Take a look at www.demothen.blogspot.com

Κυριακή 12 Δεκεμβρίου 2010

An ongoing dialogue...1

Let us make the hypothesis that the Ancient Greek Mode of understanding “theatre” has to do with how tragic is interweaved with democracy and the role of citizens from the point they start entering -en masse- in history. History always withholds bad things: depression, terror, violence. Dionysian brotherhood was aware of this treacherous face of History and even more of the obscure places of the deities of mass. I have made a comment about “alter populus” and how much fear can trigger to every political establishment.
These deities and heroes were supposed to comfort the pain which was produced from failures, discriminations, chasms which separated mass from power and obstructed democracy. For that brotherhood was clear that mass was out of history and this could not change. Mass was an a-societal entity which had to rely before democracy was embedded only in symbolic forms and through mythic uprisings -even rebellions.
At that point, when man realizes that his existence as a natural being and as a historic, societal being are “problematique”, difficult to harmonize, at that point the tragic element is born. Symbiosis and reconciliation with the Negative led, up to a certain point, to the admission that man has no more an only optimistic perspective. Plato, a typical representative of “classic mind” passed from his “Socratic” – optimistic period to Theaetitus” where he recognized the ontological existence of Badness. Man is no more mastering his fate but he is “Theou paegnion”. Plato, at the same time made a prophecy: in Gorgias and Republic he spoke about a power which can save the world, not exactly the Good but Dike.
But the world had to keep on through a constant dichotomy and man could not anymore be satisfied by himself. Tragic implies that man had to learn through suffering.
The ancient tragic experience, modern art and psychoanalysis opened a new Universe in front of us. So the closed naïve world of classicistic thought was no more capable of understanding human complexity. The classicistic model of man recognized as “real” only what was disciplined, ordered, rational. Tragic, in the before mentioned classic sense and in the sense of Aeschylus, Sophocles, the creators of “classic”, became for classicistic thought synonymous to anarchy! Social stability and order, scientific optimism were threatened by Oedipus, Phaedra, or Hercules Furens! Incest or anthropophagy were indigestible for the European classicists.
The audiences of ancient Athenian citizens, watching Persae, the audiences of Racine or Corneille and the audiences of Marlow and Shakespeare show clearly, in their difference, the role of mass (its presence or absence) and its connection with the Tragic.
Take a look at www.demothen.blogspot.com

Κυριακή 5 Δεκεμβρίου 2010

Προφορικός λόγος, Λατρεία του Διονύσου και Θέατρο

Οι αρχαίοι Αθηναίοι ήξεραν ότι χωρίς 3 πράγματα κάθε δημοκρατία μπορούσε να είναι αμφίβολη:

Προφορικό λόγο, Λατρεία του Διονύσου και Θέατρο.

Αυτό και σήμερα έχει νόημα.

Ο προφορικός λόγος απέναντι στην ισχύ των «Ιδιοφυών» του ακαδημαϊκού ιερατείου και στην εξουσία των τεχνοκρατών γραφειοκρατών.

Η Λατρεία του Διονύσου απέναντι στον «Άγιο» ολοκληρωτισμό της ηθικής του καπιταλισμού.

Το Θέατρο (η αθηναϊκή «θεατροκρατία» κατά Παπαϊωάννου), ο άνθρωπος στην κωμική και κυρίως τραγική του όψη απέναντι στον βουλησιαρχικό και “παντοδύναμο” Κατακτητή της πολιτικής σφαίρας.

Σάββατο 20 Μαρτίου 2010

Το τέλος της αηδίας

Ένας τρόπος να χωρίσει κανείς τη ζωή του σε περιόδους είναι και με βάση τη συναισθηματική αντίδραση της αηδίας.

Ας πούμε:

«Κάποτε μου προκαλούσε απίστευτη αηδία η τάδε τροφή ή η δείνα συμπεριφορά, σήμερα όχι».

Συχνά μάλιστα συνδέεται και με τη διαδικασία ωρίμασης:

«Δεν είμαι πια παιδάκι να σιχαίνομαι τις μπάμιες».

Αντίστοιχη εξοικείωση επέρχεται και με τους τρόπους συμπεριφοράς, το ντύσιμο, την ανοχή πράξεων και ιδεών. Πάντοτε τίθενται ορισμένα «αδιαπραγμάτευτα» όρια η υπέρβαση των οποίων προκαλεί την επέμβαση της αηδίας ως θεματοφύλακά τους: η έντονη κολόνια, ορισμένα αξεσουάρ, τα βαμμένα νύχια, το αμπιγιέ ντύσιμο, η κακογουστιά, η κολακεία, η δουλικότητα, τα ρουσφέτια μπορεί να ενεργοποιούν σε ορισμένους το συναγερμό της αηδίας, η οποία εν συνεχεία εξελίσσεται σε περιφρόνηση και απόρριψη.

Η αηδία λοιπόν, ενώ εμφανίζεται ως συναισθηματική – ψυχολογική αντίδραση, συνδέεται εξαιρετικά στενά με ιδεολογικά και πολιτισμικά πρότυπα, όπως πολύ χαρακτηριστικά παρουσιάζει το θέμα ο William Ian Miller στο ενδιαφέρον βιβλίο του The Anatomy of Disgust.

Η αηδία θεμελιώνεται πρωταρχικά πάνω στην απέχθεια για τις τροφές και συνδέεται με τη γεύση και την όσφρηση. Κατά τούτο διακρίνεται κάπως από τη σιχασιά, η οποία συνδέεται με την αφή και την όραση. Η αηδία οδηγεί ασυζητητί σε απόρριψη ενώ η σιχασιά όχι αναγκαστικά. Μπορεί επειδή κάτι το θεωρούμε σιχαμερό, βδελυρό να μη θέλουμε την παραμικρή επαφή μαζί του κι ωστόσο να το θαυμάζουμε, όπως π.χ. ένα έντομο με ωραία χρώματα ή μια σαύρα ή έναν μεγάλο γύπα.

Μολονότι συγγενικές προς την αηδία οι έννοιες σιχασιά, απέχθεια, αποστροφή δεν αποδίδουν το νόημα της σύγχρονης νεοελληνικής λέξης. Αν και ετυμολογικά προέρχεται από το μη-ηδύ, η αηδία παραπέμπει σε κάτι που δεν είναι ανεκτό στην κατάποση και την πεπτική λειτουργία, μια «φυσική», αντανακλαστική αντίδραση.

Επίσης, η αηδία δεν είναι ναυτία.

Η αηδία είναι η ultima ratio της σωματοποιημένης ένδειξης ότι ένα «εξωτερικό» αντικείμενο είναι πλήρως απορριπτέο από το σώμα του υποκειμένου.

Όταν όμως πληροφορούμαστε ότι στην Άπω Ανατολή απολαμβάνουν τις τηγανιτές κατσαρίδες, τους ψητούς γρύλους και τους σκορπιούς σουβλάκι συνειδητοποιούμε τη σχετικότητα του αηδιαστικού και πόσο το αίσθημα της αηδίας συνδέεται με απαγορεύσεις που έθεσαν οι ηθικοί κώδικες κυρίως των θρησκειών.

Ειδικότερα, στη χριστιανική Δύση το αίσθημα της αηδίας προσδιορίστηκε με βάση τις βιβλικές διατροφικές εντολές του Λευιτικού και τη διάκριση "καθαρών" και "ακάθαρτων", βρώσιμων και μη τροφών.

Το αρχικό κανονιστικό πλαίσιο εμπλουτίστηκε από την περίοδο του Διαφωτισμού κι έπειτα με εκδοχές ανώτερου επιπέδου εξιδανίκευσης, φιλοσοφικής και αισθητικής, από τον Hume, τον Burke, τον Kant, τον Adam Smith κ.ά.

Ωστόσο, η επίγνωση της ιστορικής, ιδεολογικής και πολιτισμικής σχετικότητας αυτού του τόσο αυτοσυντηρητικού αισθήματος δεν πρέπει να περιορίζεται στην αποδόμησή του αλλά και στην απόδοση ενός νέου, επίκαιρου νοήματος.

Διότι τα τελευταία χρόνια, η μεταμοντέρνα σκέψη και αισθητική επιχείρησε να ανατρέψει τις παλιές κατεστημένες εξιδανικεύσεις τοποθετώντας στη θέση τους πειραματισμούς οι οποίοι εμπνέονταν από την εξοικείωση με το αηδιαστικό ή και αποτρόπαιο.

Η ερευνητική τόλμη, η ελευθερία του πειραματισμού, ο έλεγχος των προϊδεασμών της παράδοσης μέσα από την ατομική εμπειρία, η ανάδειξη της ανοχής ως πρωτεύουσας ένδειξης πολιτικού καθωσπρεπισμού, η επικράτηση του πολυ-πολιτισμικού, περνούν μέσα από την αναμέτρηση με την αηδία. Η καλή επίδοση του μεταμοντέρνου ανθρώπου φαίνεται πρωτίστως από τη ριζική αναθεώρηση των αντιδράσεων αηδίας που αισθάνεται: την ελαχιστοποίηση και ει δυνατόν «θεραπεία» του από αυτήν. Καλό θεωρείται να μην αηδιάζει κανείς με τίποτα, αφού η ίδια η αηδία αποτελεί κατ’ ουσίαν έναν αναχρονισμό.

Ο σχετικισμός που συνοδεύει την αηδία γίνεται ακόμη εντονότερος στο κοινωνικό πεδίο, μεταξύ των κοινωνικών τάξεων. Παλαιότερα οι συντηρητικοί είχαν το θάρρος να ομολογούν την αηδία τους απέναντι στον όχλο, τη μάζα, τη δημοκρατία. Οι ρομαντικοί, επίσης, δεν ντρέπονταν να θαυμάζουν την επαναστατικότητα ή τη ζωτικότητα της κτηνώδους μάζας. Οι αστοί αηδίαζαν με τους άνεργους και τους προλετάριους, οι εργάτες με τους εργοστασιάρχες, οι μαγαζάτορες με τους τοκογλύφους, οι μεγαλέμποροι με τους μικροπωλητές, οι νοικοκύρηδες με τους αλήτες κ.ο.κ.

Η αηδία κάποτε υπενθύμιζε τη Διαφορά, τις διαφορές και τα όρια. Σήμερα, στη μεταμοντέρνα κατάσταση η αηδία έχει σχεδόν εξαφανιστεί. Επιβιώνει βέβαια ως πρόσχημα πολιτικής ορθότητας.

Ας πούμε, σήμερα ακούς το σύγχρονο πολιτικό να σου λέει ότι αηδιάζει με την αναξιοκρατία, με το ρουσφέτι ή τη φοροδιαφυγή.

Ακούς τους ψηφοφόρους να αηδιάζουν με τους πολιτικούς ηγέτες που ψήφισαν.

Σιγά-σιγά θα παραδεχτούμε ότι κι αυτό είναι ένας αναχρονισμός. Ένα πρόσχημα που ξέρουμε πόσο υποκριτικό είναι.

Η αηδία έχει καταστεί μια αμφίβολη και αναξιόπιστη πλέον αντίδραση.

Ίσως γιατί είμαστε στην αρχή μιας νέας εποχής καννιβαλισμού.

Τρίτη 16 Μαρτίου 2010

Με αφορμή την παρέμβαση της κας Λαγκάρντ στους F.T.

Στις 14 Μαρτίου οι Financial Times δημοσίευσαν συνέντευξη της Γαλλίδας υπουργού Οικονομικών Κριστίν Λαγκάρντ στην οποία αποφάσισε να θίξει, αν και κατά βάθος υποκριτικά, ένα θέμα-ταμπού για τις γαλλογερμανικές σχέσεις:

Το εμπορικό πλεόνασμα της Γερμανίας ενδέχεται να αποβεί αβάστακτο για τους γείτονές της στην ευρωζώνη. Αν το κριτικό σχόλιό της το ενστερνιζόταν η γερμανική κυβέρνηση θα έπρεπε να χαλαρώσει τη σφικτή εισοδηματική της πολιτική, να τονώσει την εσωτερική της ζήτηση ώστε να αφήσει λίγο ελεύθερο χώρο για την ασθενική ανταγωνιστικότητα κοινοτικών οικονομιών (όπως π.χ. η ελληνική).

Το ζήτημα όμως αυτό του ελέγχου, της διαχείρισης αλλά και της κριτικής των πολιτικών που συνδέονται με τα εμπορικά ισοζύγια σε σχέση με τις ασυμμετρίες των συναλλαγματικών ισοτιμιών έχει μακρά ιστορία.

Ο John Maynard Keynes είχε επινοήσει ένα ενδιαφέρον σχέδιο αντιμετώπισης των ανισορροπιών στο ισοζύγιο των τρεχουσών συναλλαγών οι οποίες όμως -και κατά τούτο σχεδόν κάθε απόπειρα ελέγχου του παγκόσμιου εμπορίου καταλήγει να είναι ανεφάρμοστη- προκαλούνται από την ανισόμερη καπιταλιστική ανάπτυξη και, κατά συνέπεια, είναι πολύ δύσκολα αποφεύξιμες. Οι νόμοι της κεφαλαιοκρατικής ανάπτυξης και της κίνησης του κεφαλαίου εξηγούν γιατί κάποιες χώρες δημιουργούν εμπορικά ελλείμματα και το αντίστροφο.

Η ιδέα του Keynes, η οποία τέθηκε στο Bretton Woods to 1944, ήταν να δημιουργηθεί μια παγκόσμια τράπεζα, που θα ονομαζόταν International Clearing Union και η οποία θα ρύθμιζε το σύνολο του διεθνούς εμπορίου.

Η ανθρωπότητα είχε δοκιμαστεί από έναν αιματηρό μεγάλο πόλεμο. Οι προετοιμασίες μιας διεθνούς νομισματικής μεταρρύθμισης είχαν ξεκινήσει ήδη από τα χρόνια του πολέμου. Οι Σύμμαχοι έλπιζαν ότι αμέσως μετά τη νίκη τους θα έπρεπε να εγκαθιδρύσουν ένα σταθερότερο διεθνές νομισματικό σύστημα ενώ οι δυνάμεις του Άξονα επιθυμούσαν την αποδυνάμωση της στερλίνας. Ο Keynes θεωρούσε πως η χρήση του χρήματος που προέρχεται από το διεθνές εμπόριο είναι προβληματική και ότι η απουσία μιας ευρύτερης ρυθμιστικής αρχής καλλιεργεί παθολογικές και επικίνδυνες καταστάσεις στις διεθνείς σχέσεις.
Το μεγαλύτερο σφάλμα, πίστευε ο Keynes, ήταν ότι ιδίως τους τελευταίους αιώνες όλα τα διεθνή νομισματικά συστήματα έριχναν το βάρος της θεραπείας της νομισματικής ανισορροπίας στη χώρα με το έλλειμμα στο ισοζύγιο τρεχουσών συναλλαγών.

Πώς θα πετύχαινε το όραμά του; Με την έκδοση ενός ιδιαίτερου νομίσματος, με την ονομασία bancor, με το οποίο και μόνο θα πραγματοποιούντο όλες οι διεθνείς συναλλαγές. Κάθε χώρα όφειλε να «κλειδώσει» τη συναλλαγματική της ισοτιμία τη στιγμή που θα ετίθετο σε ισχύ το διεθνές αυτό νόμισμα, το οποίο θα προσδιοριζόταν όχι μόνο σε χρυσό αλλά και με βάση 30 ακόμη αγαθά.

Πώς θα λειτουργούσε η καθιέρωση αυτού του διεθνούς νομίσματος ως μηχανισμός εξισορρόπησης των διαφορών στο εμπορικό ισοζύγιο μεταξύ των χωρών;

Οι χώρες με εμπορικό πλεόνασμα θα ήταν πολύ πλούσιες σε μπάνκορ. Το νόμισμα όμως αυτό δεν θα μπορούσαν να το ανταλλάξουν με δολάρια ή γιεν ή λίρες. Συνεπώς δεν θα μπορούσαν να το χρησιμοποιήσουν ως κεφάλαιο παρά μόνο για περεταίρω εμπορικές συναλλαγές. Άρα, δεν θα υπήρχε κίνητρο πλουτισμού σε ένα εν μέρει άχρηστο νόμισμα, αφού μόνο στο διεθνές εμπόριο θα είχε πέραση. Συνεπώς, οι χώρες με διαρκές εμπορικό πλεόνασμα θα έπρεπε είτε να πάρουν μέτρα για τη μείωσή του είτε να δανείζουν τις ελλειμματικές χώρες σε bancor, πράγμα που θα δημιουργούσε αναθέρμανση του διεθνούς εμπορίου και της ανάπτυξης στις ελλειμματικές χώρες.

Στην ιδέα αυτή του Keynes κεντρικό σημείο ήταν, φυσικά, μια συμβατική διεθνής «πολιτική» συμφωνία ότι τόσο οι πλεονασματικές όσο και οι ελλειμματικές χώρες θα έπρεπε να τηρήσουν κανόνες ισορροπίας στο διεθνείς τους συναλλαγές.

Έτσι θα ασκείτο πίεση στις ελλειμματικές χώρες να μην αποκαθιστούν την ισορροπία μέσω μείωσης της ζήτησης για εισαγόμενα αγαθά αλλά μέσω της βελτίωσης της ανταγωνιστικότητάς τους δηλαδή με την αύξηση των εξαγωγών τους, ενώ αντίστοιχα αντικίνητρα θα υπήρχαν για τις πλεονασματικές χώρες.

Στο σχήμα του Keynes οι υπανάπτυκτες χώρες (εκείνης της εποχής) θα αποκτούσαν με το σύστημα των bancors μεγαλύτερο βάρος στην κοινότητα του διεθνούς εμπορίου.

Οι ΗΠΑ ήταν ο μεγάλος θριαμβευτής του πολέμου. Πολύ γρήγορα το δολάριο, κλειδωμένο με το χρυσό, υπερκέρασε τη στερλίνα στις διεθνείς συναλλαγές.
Η ίδια η φορά των πραγμάτων έβαλε στην άκρη το σχέδιο του Keynes και επέβαλλε ένα άλλο, αμερικανικής κοπής του Harry Dexter White.

Η ουσιωδέστερη διαφορά του δεύτερου αυτού σχεδίου ήταν η διαιώνιση της παραδοχής ότι το βάρος της αποκατάστασης της ισορροπίας θα πρέπει να πέφτει στην εκάστοτε ελλειμματική χώρα.

Αξίζει ωστόσο να σημειωθεί ότι σε ομιλία του, πριν ένα ακριβώς χρόνο, το Μάρτη του 2009, ο πρόεδρος της «Τράπεζας του Λαού» της Κίνας Ζου Ξιάο Τσαν, με θέμα την ανάγκη μιας παγκόσμιας μεταρρύθμισης του διεθνούς νομισματικού συστήματος, χαρακτήρισε την ιδέα του Keynes «προφητική».

Δευτέρα 15 Μαρτίου 2010

"Περσική Επιστολή" Α΄

Κάτι με τράβηξε και στάθηκα στην είδηση που δημοσίευσαν στις αρχές Μαρτίου οι Times της Τεχεράνης:

«Ο συγγραφέας Μοχάμαντ Γκασεμζαντέχ ετοιμάζει τη βιογραφία της Γερτρούδης Μπελ
Λίγες στιγμές αργότερα κατάλαβα τι μου προκάλεσε εντύπωση, τι με έβαλε σε σκέψεις. Πώς ένας παντελώς άγνωστος σε μένα ιρανός συγγραφέας (προφανώς σιίτης) αποφάσισε να βιογραφήσει μια δυτική μορφή όπως η Μπελ η οποία μάλιστα δεν είχε ιδιαίτερα αισθήματα εκτίμησης στο σιιτισμό;


Μήπως ο εν λόγω συγγραφέας δεν είναι φανατικός σιίτης αλλά φιλοδυτικός; Πώς άραγε θα διαπραγματευτεί την διάσημη βρετανή, σύγχρονη και φίλη του Λόρενς της Αραβίας, συγγραφέα, πολιτικό, αρχαιολόγο, κατάσκοπο, εμπνεύστρια και ιδρύτρια του κράτους του Ιράκ Γερτρούδη Μπελ, γνωστή και ως «Μητέρα του Ιράκ» αλλά και Αλ Χατούν (=Κυρία της Αυλής, προστάτιδα του Κράτους);

Θα το μάθουμε όταν εκδοθεί το βιβλίο του Γκασεμζαντέχ και μεταφραστεί βέβαια.

Ας πάμε όμως τώρα στο Ιράν. Ανήσυχη η κοινή γνώμη παρακολουθεί την κλιμακούμενη ένταση στην περιοχή και τις δυσοίωνες προοπτικές στις σχέσεις ΗΠΑ-Ισραήλ-Ιράν ιδίως με αφορμή τη φημολογούμενη γιγάντωση της ισχύος του Ιράν στον τομέα των προγραμμάτων πυρηνικής ενέργειας. Ο δυναμισμός του Ιράν πηγάζει όχι μόνο από τα πετρέλαιά του αλλά και από τις επιστημονικές του επιδόσεις.

Στα πανεπιστήμιά του Ιράν φοιτούσαν μέχρι το 1979 (οπότε έγινε η ισλαμική επανάσταση) μόλις 100.000 περίπου νέοι. Σήμερα φοιτούν 2 εκατομμύρια. Η χώρα θεωρείται, παρά τις προφανείς αντιξοότητες και τις κυρώσεις, ως η ταχύτερα αναπτυσσόμενη χώρα του κόσμου στον τομέα των θετικών επιστημών και της ιατρικής ενώ οι ιρανοί επιστήμονες, εντός και εκτός του Ιράν, είναι διαπρεπέστατοι. Το 70% μάλιστα του επιστημονικού δυναμικού είναι γυναίκες.
Μη σας ξεγελά λοιπόν το τσαντόρ, (αρχαιότατης προϊσλαμικής προέλευσης με συμβολισμό υψηλού κοινωνικού status), το ρουσάν και ο δύσπεπτος για τους δυτικούς ενδυματολογικός κώδικας των γυναικών.

Έτσι, το παράξενο μίγμα νεότερου ισλαμικού σιιτισμού και αρχαιότερου περσικού ζωροαστισμού που καθορίζει την πολιτισμική ταυτότητα της χώρας παρουσιάζεται, μέσω του δυναμισμού των εφαρμοσμένων επιστημών και ιδίως της πυρηνικής ενέργειας και της διαστημικής τεχνολογίας ως σύγχρονη εκδοχή της παμπάλαιης πυρολατρείας. Κάθε υπερδύναμη αυτάρεσκα εθισμένη στα προνόμιά της δεν θα έβλεπε παρά μόνο ως απειλητικό αυτόν τον αναδυόμενο από τα έγκατα της ασιατικής σοφίας δυναμισμό.

Δίπλα σ’ έναν ιμάμη μπορεί να στέκεται ένας Ζαρατούστρα. Αυτό το υπογραμμίζουν χαρακτηριστικά οι Ναοί της Φωτιάς στους ερημότοπους της Γιάζντ που μέχρι σήμερα, ντυμένοι το σεμνό μανδύα της αρχαιολογικής ευπρέπειας, υπαινίσσονται το αιώνιο μεγαλείο των Περσών.

Το υπογραμμίζουν όμως και οι βαθιές σχέσεις της πολυπληθούς και πολύ δυναμικής μικρομεσαίας τάξης των εμπόρων, των βιοτεχνών και των επαγγελματιών που συμμάχησαν και στήριξαν την Ισλαμική Επανάσταση του 1979, κάτω από το βάρος ενός δυτικότροπου, βίαιου βιομηχανικού - καπιταλιστικού «εκσυγχρονισμού» που επεδίωκε η οικονομική ολιγαρχία και ο Σάχης.

Το υπογραμμίζει η ανάγκη να υπάρχει δίπλα στο ισλαμικό μονιστικό σχήμα της επικράτησης (προοπτικά) του μονοθεϊσμού η (τόσο αρχαία περσική) δυαρχική μανιχαϊστική διαπάλη των δυνάμεων του καλού και του κακού.

Ο δαιμόνιος ανατολίτης, άκομψα ντυμένος ανθρωπάκος του παζαριού, ένα παράξενο άβαταρ του Ζαρατούστρα, κρύβει, προφανώς, μέσα του πολύ μεγάλο σεβασμό και επίγνωση της ταυτότητάς του για να επιτρέψει να εξελιχθεί η πατρίδα του σε ένα άλλου τύπου Ιράκ. Γι’ αυτό συμμάχησε με τους χαμηλόμισθους ουλεμάδες –πιθανότατα μη συνειδητοποιώντας τη συνεπαγόμενη επιβολή μιας ασφυκτικής θεοκρατίας.

Ας γυρίσουμε όμως πάλι πίσω. Οι Πέρσες του 7ου αιώνα δέχτηκαν σταδιακά και ομαλά το Ισλάμ χωρίς ποτέ να σβήσουν το Ζωροαστρισμό από τους πλάγιους και οπίσθιους ορίζοντές τους. Ο Ζαρατούστρα επέδρασε όμως και στον ιουδαϊσμό της Βαβυλωνιακής Εξορίας. Άραγε αυτό το κοινό υπόβαθρο θα υποδαυλίσει ή θα κατασιγάσει μια ιρανο-ισραηλινή σύγκρουση; Δύο πανάρχαιοι, γιγάντιοι και σπουδαίοι πολιτισμοί, όπως ο εβραϊκός και ο περσικός, πιθανότατα θα συγκρουστούν και θα πρέπει να δικαιολογήσουν «ιδεολογικά» την αναγκαιότητα ενός πολέμου.

Τα ζητήματα όμως δεν είναι τόσο απλά. Ο Αχμαντινετζάντ και η επίσημη ιρανική πολιτική διατείνονται πως στρέφονται μόνο κατά του σιωνισμού, ότι η εβραϊκή μειονότητα στο Ιράν δεν υφίσταται διώξεις. Η εσχατολογική και μεσσιανική ρητορική του (έλευση του 12ου ιμάμη Αλ Μαχντί) εστιάζεται στη συντριβή αποκλειστικά του σιωνισμού στα Παλαιστινιακά εδάφη και στην επικράτηση ενός κράτους για όλους τους παλαιστίνιους ανεξαρτήτως αν είναι μουσουλμάνοι, ισραηλίτες ή χριστιανοί.
Αντίστοιχος όμως μεσσιανισμός εκπορεύεται και από χριστιανούς σιωνιστές, από προτεσταντικές σέχτες που διατείνονται ότι η πλήρης επικράτηση του σιωνισμού στα παλαιστινιακά εδάφη θα σημάνει την έλευση του Χριστού.

Η συρροή τόσο έντονων βουλησιαρχικών ριζών δημιουργεί μια επικίνδυνη εύφλεκτη ύλη. Η ιστορία εφευρέθηκε στην Ανατολή όχι στη Δύση.

Πέμπτη 11 Μαρτίου 2010

Τικ-τακ, τικ-τακ, τικ-τακ… Μπαμ!

Βαίνουμε, όπως πλήθος ενδείξεων βεβαιώνει, προς μια νέα εποχή, στην οποία οι έννοιες – βαρίδια της κοινωνικής δικαιοσύνης και της συλλογικής αλληλεγγύης θα αναζητούνται μόνο ως λήμματα λεξικού. Θα παραπέμπουν σε μια αναχρονιστική ρητορική της αριστεράς, ή της σοσιαλδημοκρατίας.
Οι οπαδοί του τέλους των ιδεολογιών θα τρίβουν τα χέρια τους με χαρά καθώς θα βλέπουν χώρες-ναυάγια (πραγματικά ή σκηνοθετημένα) να μπαίνουν στην εντατική των νεοφιλελεύθερων τραπεζο/νοσοκομείων με επιτηρητές/χειρουργούς αυθεντίες της μονεταριστικής υγιεινής και νοσοκόμους-διασώστες άτομα χωρίς μνήμη, όπου να ‘ναι και χωρίς παρελθόν.
«Το χτες είναι μέσα μας δύσβατο και απειλητικό» έγραφε ο Σάμουελ Μπέκετ σε μια μελέτη του για τον Προυστ. Από σήμερα όμως ξαναγράφουμε την ιστορία μηδενίζοντας το κοντέρ. Έτσι δε θα μας βασανίζει η υπαρξιακή αγωνία του συγγραφέα. Το παρελθόν δε μας αφορά. Το αφήνουμε πίσω με τα σκουριασμένα βαρίδια του. Δε θα ξανακούσουμε τις εφιαλτικές φωνές των ηρώων. Έγιναν κι αυτοί λήμματα εγκυκλοπαίδειας.
Ας προσέξουμε όμως. Αυτές οι φωνές μπορεί να είμαστε εμείς. Αν μας αρέσει ο Μπέκετ ας θυμηθούμε τη γεμάτη λεπτή ειρωνεία αποστροφή του: «Το άτομο είναι μια σειρά από άλλα άτομα».

Δευτέρα 8 Μαρτίου 2010

Μπράβο Ισλανδία!

Το Σάββατο, 6 Μαρτίου, οι πολίτες της Ισλανδίας έδειξαν την αξία και τη δύναμη της άμεσης δημοκρατίας. Έδειξαν ότι οι πολίτες και η άφοβη, δημοκρατικά εκφρασμένη βούλησή τους αποτελεί τη μέγιστη εγγύηση της ανεξαρτησίας μιας χώρας.

Μετά από δημοψήφισμα που διεκδίκησε, το 93,2% των Ισλανδών είπε «όχι» στην εξαπάτησή τους. Αρνήθηκαν οι περήφανοι αυτοί άνθρωποι να πληρώσουν τα 3,8 δισεκατομμύρια ευρώ που η Βρετανία και η Ολλανδία έδωσαν ως αποζημίωση σε όσους πολίτες τους είχαν καταθέσεις στην τυχοδιωκτική ισλανδική τράπεζα Icesave, η οποία, μαζί με άλλες, χρεοκόπησε τον Οκτώβριο του 2008.

Αρνήθηκαν μια ουσιαστικά κυνική κοροϊδία, αφού τους ζητήθηκε, από τους Βρετανούς και Ολλανδούς, να αποζημιώσουν τους 350.000 περίπου ιδιώτες οι οποίοι ρισκάρισαν τα κεφάλαιά τους προσδοκώντας υψηλές αποδόσεις από μια κερδοσκοπική τράπεζα εν γνώσει τους ότι επένδυαν με μεγάλο ρίσκο.

Κι όμως, την παράλογη αυτή απαίτηση διευκόλυνε με τον ενδοτισμό της η κεντροαριστερή κυβέρνηση της Σιγκούρναντότιρ, που οι Ισλανδοί έφεραν στην εξουσία για να θεραπεύσει (υποτίθεται) τα δεινά που επέφερε ο ευφάνταστος νεοφιλελευθερισμός της προηγούμενης δεξιάς κυβέρνησης.

Παρά την επιχείρηση κατατρομοκράτησης που επιχειρήθηκε (διακοπή των ενταξιακών διαπραγματεύσεων, των δανειοδοτήσεων και της υποβάθμισης της πιστοληπτικής τους ικανότητας από τους γνωστούς «οίκους») το ηθικό των Ισλανδών πολιτών δεν κάμφθηκε.

Δευτέρα 1 Μαρτίου 2010

Ευρωζώνη ή Διεθνές Νομισματικό Ταμείο;

Αναδημοσιεύω το παρακάτω περιεκτικό και ουσιώδες άρθρο του Γιώργου Γλυνού από την «Καθημερινή». Διογκώνεται τόσο πολύ στο δημόσιο λόγο η διαφορά μεταξύ της προσφυγής στο ΔΝΤ και του (υποτιθέμενου) «εσωτερικού» δανεισμού από την Ευρωζώνη ώστε αγγίζει τα όρια της ανοησίας. Την ίδια στιγμή που τα στοιχήματα στα κερδοσκοπικά funds ανεβαίνουν στα ύψη όχι για το αν η Ελλάδα θα πτωχεύσει αλλά για το πότε ακριβώς εμείς κοπτώμεθα για την «πολιτική στήριξη» της Ε.Ε.
Μολονότι η περίπτωση της Ιρλανδίας έχει σημαντικές διαφορές με τη δική μας είναι αξιοσημείωτο ότι εκεί θεσπίστηκε ένα φορολογικό σύστημα με βάση το οποίο το 1% των πλουσιότερων φορολογούμενων πληρώνει το 24% της ενίσχυσης του προϋπολογισμού για την αντιμετώπιση της κρίσης.
Η κρισιμότητα της κατάστασης επιβάλλει, για λίγο ακόμα, αυτοσυγκράτηση λόγων. Είναι όμως θέμα λίγων εβδομάδων, οπότε θα χρειαστεί η Ελλάδα (δηλαδή οι κοινωνικές "μας" τάξεις) να μιλήσει πλέον ως συλλογική (άραγε και εθνική;) συνείδηση με ευθύνη απέναντι στην ιστορία της.




Η Ευρωζώνη δεν συμμετέχει με αυτήν την ιδιότητα στο ΔΝΤ. Συμμετέχουν μόνο τα κράτη-μέλη της. Το αποτέλεσμα είναι μία αντιπαραγωγική υπερ-εκπροσώπηση η οποία είναι δείγμα αδυναμίας γιατί αυτή η πολυμερής υπερ-εκπροσώπηση αδυνατίζει αντί να ενισχύει τη διαπραγματευτική δύναμη της Ευρωζώνης εντός του ΔΝΤ. Ούτως, λοιπόν, εχόντων των πραγμάτων η Ελλάδα ως μέλος του ΔΝΤ δικαιούται τυπικά να ζητήσει τη συνδρομή του, ακόμα και παρά τη θέληση της Ευρωζώνης. Εντούτοις, είναι τουλάχιστον αφελές να νομίζει κανείς ότι μπορεί να συμβεί κάτι τέτοιο. Το ΔΝΤ και η Ευρωζώνη δεν έχουν ιδιαίτερα ανταγωνιστικές σχέσεις και εν πάση περιπτώσει η Ελλάδα δεν έχει καλύτερες σχέσεις με το ΔΝΤ από ό, τι η Ευρωζώνη. Δεν είναι, λοιπόν, εύκολη η προσφυγή στο ΔΝΤ αγνοώντας την Ευρωζώνη.

Αυτό, όμως, που θα μπορούσε να γίνει -και πιθανόν να γίνει- είναι η προσφυγή στο ΔΝΤ με τις ευλογίες, δηλαδή με πρωτοβουλία αλλά και με την εποπτεία, της Ευρωζώνης. Αλλωστε, αυτό έχει ήδη γίνει όσον αφορά την τεχνική συνδρομή, δηλαδή την εμπειρογνωμοσύνη που διαθέτει το ΔΝΤ. Το ίδιο θα μπορούσε να ισχύσει και στην περίπτωση της συνδρομής με δάνειο. Σε αυτήν την περίπτωση θα έχουμε μία σημαντική πολιτική επιλογή της Ευρωζώνης και όχι της Ελλάδας. Αυτή η επιλογή θα επιβληθεί κυρίως από τη Γερμανία, η οποία επικαλούμενη και τις σχετικές διατάξεις των συνθηκών περί μη υποχρέωσης διάσωσης (no bail out) δεν επιθυμεί τη θεσμοθέτηση οιουδήποτε μηχανισμού δημοσιονομικής συνδρομής. Εάν γίνει αυτό, επειδή βεβαίως πλήττεται συνολικά η αξιοπιστία της λειτουργίας της, η Ευρωζώνη θα επιδιώξει να χρυσώσει, όσο γίνεται, το χάπι της προσφυγής στο ΔΝΤ με ισχυρές πολιτικές διακηρύξεις σχετικά με τη βούλησή της να αντιμετωπίσει η ίδια το πρόβλημα το οποίο θα διακηρύξει ότι θεωρεί πως είναι και δικό της κ. λπ. Δηλαδή, η προσφυγή της Ελλάδας στο ΔΝΤ θα παρουσιαστεί ως πολιτική πρωτοβουλία της Ευρωζώνης και το ΔΝΤ από τη μεριά του δεν θα έχει αντίρρηση με αυτού του είδους την πολιτική παρουσίαση της προσφυγής. Αντίθετα, σε περίπτωση προσφυγής από την Ελλάδα στο ΔΝΤ με προφανή πολιτικά χαρακτηριστικά αντίθεσης με την Ευρωζώνη, το ΔΝΤ είναι μεν υποχρεωμένο να δεχθεί και να εξετάσει την προσφυγή, αλλά πολιτικά δεν θα είναι ιδιαίτερα συνεργάσιμο.

Εναλλακτικά, βεβαίως, είναι σαφές ότι υπάρχουν χώρες της Ευρωζώνης, στις οποίες πιθανώς περιλαμβάνεται και η Γαλλία, που θα επιθυμούσαν τη θέσπιση κάποιου μηχανισμού, έστω και ιδιαίτερα έκτακτης συνδρομής από την ίδια την Ευρωζώνη. Προσοχή, όμως! Ο μηχανισμός δημοσιονομικής συνδρομής απαιτεί, κατά περίπτωση, και την έγκριση των εθνικών κοινοβουλίων εφόσον υποστηρίζεται άμεσα ή έμμεσα από τους εθνικούς προϋπολογισμούς. Υπάρχει ένα ιστορικό προηγούμενο στη δεκαετία του ’70 με την Ιταλία, όπου κάθε εθνικό Κοινοβούλιο έβαζε και τους δικούς του όρους και στο τέλος η Ιταλία παραιτήθηκε μόνη της από τη χρήση αυτού του ιδιαίτερα επώδυνου μηχανισμού. Υπάρχει, βέβαια, στο οπλοστάσιο της Ενωσης ο μηχανισμός των δανείων για τη στήριξη του ισοζυγίου πληρωμών, ο οποίος είναι παρόμοιος με τους μηχανισμούς του ΔΝΤ. Αυτός, όμως, ο μηχανισμός ισχύει για τις εκτός Ευρωζώνης χώρες. Αν επεκταθεί στις χώρες της Ευρωζώνης που δεν μπορούν να στηρίξουν το ισοζύγιο πληρωμών με υποτίμηση και δεν έχουν ανάγκη στήριξης με συναλλαγματικά διαθέσιμα θα είναι ένας μηχανισμός καθαρά δημοσιονομικής συνδρομής, πράγμα που σκοντάφτει στις διατάξεις περί διάσωσης.

Αρα, το θέμα είναι θεσμικά δύσκολο και δεν λύνεται με απλουστεύσεις. Η μόνη νομική βάση, που υπάρχει στη συνθήκη και που προβλέπει τη διάσωση, είναι η περίπτωση δημοσιονομικής συνδρομής για γεγονότα που είναι έξω από τον έλεγχο του κράτους-μέλους που τα υφίσταται (άρθρο 122). Οι συντάκτες, βέβαια, αυτού του άρθρου δεν είχαν στο μυαλό τους τη διεθνή κερδοσκοπία αλλά πολεμικές συγκρούσεις στα σύνορα κ.λπ. Υπάρχει, εντούτοις, λογική διαφορετική ερμηνεία που κάνει αυτή τη νομική βάση εφαρμόσιμη, παρόλο που η εφαρμογή της είναι θεσμικά περίπλοκη και δεν είναι βέβαιο ότι θα πραγματοποιηθεί. Αυτή, όμως, η δυσκολία δεν αναιρεί την απλοϊκότητα της προσέγγισης ότι η Ελλάδα έχει την πολιτική επιλογή ανάμεσα στην Ευρωζώνη και το ΔΝΤ. Επί της ουσίας τα μέτρα και η πολιτική πίεση θα είναι τα ίδια και δεν θα υπάρξει καμία διαφορά ή διαφωνία μεταξύ Ευρωζώνης και ΔΝΤ με την οποία θα μπορούσε να παίξει διαπραγματευτικά η χώρα μας.

Πέμπτη 4 Φεβρουαρίου 2010

So runs my dream, but what am I?

Σαν από παράξενο θαύμα σήμερα το πρωί μαζί με τον Κώστα Αξελό πέθανε μέσα μου και η περιέργεια για το πού μπορεί να φτάσουν μερικοί της εξουσίας.

Προσθέτω το εξής ελάχιστο στη μνήμη του:

Όταν κάποτε τον ρώτησαν τι του έδωσε η Ελλάδα εκείνος αναφέρθηκε στα στοιχεία της Φύσης έτσι όπως η Ελλάδα τα παρέχει.

Όταν τον ρώτησαν τι του πήρε απάντησε: «Τίποτε διότι δεν είχα προκατάληψη για να μου την πάρει.»

Κυριακή 31 Ιανουαρίου 2010

Ανεπίκαιρα Ευχαριστήρια για 25 τόνους καφέ

Υπάρχει ο όλεθρος του σεισμού, η συμπάθεια και η θλίψη για το χαμό πλήθους ανθρώπων στην Αϊτή, για τα ορφανά.
Υπάρχει η αηδία και η αγανάκτηση που προκαλεί η παρουσία των αμερικανών πεζοναυτών.
Υπάρχει η απορία γιατί γι αυτή την ένδοξη χώρα, που πρώτη αποτίναξε τα δεσμά της αποικιοκρατίας και γεννήθηκε ως επανάσταση δούλων, που αποτέλεσε το πρότυπο στους αγώνες κατά της δουλείας, που πρώτη, μόλις το 1822, αναγνώρισε τη δική μας Επανάσταση και έστειλε 25 τ. καφέ στον Αδ.Κοραή να τους πουλήσει για να προμηθευτεί ο Αγώνας όπλα, γιατί γι αυτή τη σπουδαία γιακωβίνικη μαγιά ξέραμε τόσα λίγα και δεν αναγνωρίζαμε σχεδόν τίποτε.
Αντίθετα, είναι αυτονόητο γιατί επί δεκαετίες δυσφημίστηκε η Αϊτή, γιατί αποσιωπήθηκε από τα ΜΜΕ, γιατί υπέστη τόσα από τις αποικιοκρατικές και νέο-αποικιοκρατικές δυνάμεις.
Τον Αύγουστο του 2008 ο Slavoi Zizek είχε δημοσιεύσει ένα άρθρο στο New Statesman . Αναφέρεται στην Αϊτή, το κίνημα Lavalas (σημαίνει Πλημμύρα) και τον Αριστίντ. Πρόκειται για αξιοπρόσεκτο και απολύτως επίκαιρο κείμενο το οποίο θίγει την πολιτική αξία αυτού του κινήματος από την άποψη του σεβασμού του στις ελεύθερες εκλογές αλλά και τη διατήρηση ριζών στην λαϊκή, άμεση δημοκρατία, ιδίως σε τοπικό επίπεδο. Προβάλλει τη δημοκρατικότατη και ανεκτικότατη στάση του Lavalas και του Αριστίντ στον πληρωμένο «ελεύθερο τύπο» και τις βίαιες διαδηλώσεις της αντιπολίτευσης.
Η διεθνής εκστρατεία δυσφήμισης και υπονόμευσης του Lavalas ήταν, φυσικά, αναμενόμενη. ΗΠΑ, Γαλλία και Καναδάς επεδίωκαν την επιβολή ενός ελεγχόμενου κοινοβουλευτισμού (του γνωστού τύπου). Παρουσίαζαν τον Αριστίντ ως φονταμενταλιστή δικτάτορα, αντι-αμερικανό δημαγωγό και αριστερό λαϊκιστή. Τα διεθνή χρηματοπιστωτικά κέντρα στραγγάλισαν οικονομικά τη χώρα μολονότι ο Αριστίντ είχε συνθηκολογήσει με το Διεθνές Νομισματικό Ταμείο.
Ο Ζίζεκ χαρακτηρίζει το Lavalas και τον αγώνα του: «Υπόδειγμα αξιακού ηρωισμού που αντιμετωπίζει θαρραλέα τα όρια του τι μπορεί να γίνει και τι όχι.» Με «μικρά» και μεταρρυθμιστικά μέτρα (σχολεία, νοσοκομεία, βελτίωση μισθών, υποδομές) ο Αριστίντ αποδύθηκε σε ένα αγώνα ανασυγκρότησης της χώρας. Αντιμετωπίζοντας όχι μόνο το λυσσαλέο πόλεμο των ΗΠΑ και των ευρωπαίων εταίρων τους αλλά και μερίδας της ντόπιας «ριζοσπαστικής αριστεράς» ο Αριστίντ, μέσα σε ένα πλαίσιο αναγκαίων συμβιβασμών, φυσικά, υπερασπίστηκε το ουσιώδες για την αξιοπρέπεια της χώρας του.
Το καθεστώς του Lavalas , κατά τον Ζίζεκ, έμοιαζε να ανιχνεύει κάποιο δρόμο συνδυασμού στοιχείων τυπικής και ουσιαστικής δημοκρατίας.
Ο παλιός σύμμαχος του Αριστίντ και σημερινός πρόεδρος της ισοπεδωμένης Αϊτής Ρενέ Πρεβάλ, ωστόσο, φαίνεται απόλυτα εξουδετερωμένος απέναντι στις πολυπληθείς, κάποιες όμως με στρατιωτικό εξοπλισμό, αποστολές «ανθρωπιστικής» βοήθειας οι οποίες έχουν για μια ακόμη φορά, κυριολεκτικά καταλάβει τη χώρα.
Χωρίς ούτε ένας αϊτινός να έχει υπογράψει ή να έχει δώσει τη συγκατάθεσή του οι ΗΠΑ, με την ανοχή του ΟΗΕ, ελέγχουν όλα τα αεροδρόμια, τα λιμάνια και τους δρόμους της χώρας. Η ζάχαρη, ο βωξίτης, οι ίνες κοκοφοίνικα αλλά κυρίως τα τεράστια αποθέματα πετρελαίου μπορούν τώρα να καυχιώνται για το νέο τους αφεντικό.

Τετάρτη 13 Ιανουαρίου 2010

Αφετηρίες των ορίων

Στην εποχή των «ανθρώπων χωρίς ιδιότητες», όπως τόσο εύστοχα το θέτει ο Σάββας Μιχαήλ, η απαίτηση ορισμένων να διεκδικούν διπλή ιδιότητα ή και πολλαπλές ιδιότητες, να κινούνται δηλαδή πέρα και πάνω από την περιοχή της μιας και ασφαλούς ή μη ταυτότητας, αποτελεί μια ερεθιστική, σχεδόν εξοργιστική πρόκληση.

Δε θα συμφωνήσω όμως και με τον ισχυρισμό του Balibar, ότι κάθε «αμφίβολη ταυτότητα» προκαλεί φόβο, ανασφάλεια και κατ’ επέκταση απόρριψη της Διαφοράς, άρα και ρατσιστικές και αντισημιτικές προκαταλήψεις. Για τη αβέβαιη, κλονισμένη και ρευστοποιημένη ταυτότητα νομίζω πως έχει δίκιο. Όχι όμως και για την έντεχνα «αμφίβολη ταυτότητα», για εκείνη που έχει τεθεί υπό καθεστώς αμφιβολίας συνειδητά.

Δεν πρόκειται λοιπόν να ελέγξω τις «βέβαιες» ταυτότητες όπου και όποτε διαμορφώθηκαν αφού ουσιαστικός αντίπαλος του ανθρώπου των πολλών όψεων, του homo limbicus, του «ανθρώπου των μεταιχμίων», των παρυφών όπως, επαναλαμβάνω, τόσο ωραία έχει παρουσιάσει ο Μιχαήλ δεν είναι ο άνθρωπος της θαρραλέας, της βέβαιης ταυτότητας αλλά ο φοβισμένος άνθρωπος και ιδίως εκείνος που έχει αναγκαστεί έξωθεν να αμφιβάλλει για την ταυτότητά του, εκείνος που δεν ελέγχει τη σχέση του με την ταυτότητά του, εκείνος που ενώ βρίσκεται μέσα στη σφαίρα της μιας και μοναδικής ταυτότητας έχει πάψει πια να πιστεύει ή έχει κλονιστεί η πίστη του σ’ αυτήν.

Αντίθετα, άνθρωπος των μεταιχμίων είναι όποιος είναι σε θέση να «παίζει» με την ταυτότητά του.

Για παράδειγμα, λέγεται, πως όταν ο Χίτλερ πρωτοαντίκρισε Εβραίους στη Βιέννη εκείνο που τον ανησύχησε δεν ήταν η δεδομένη «διαφορετικότητά» τους λόγω της εμφάνισής τους, των εθίμων τους , της "εβραϊκότητάς" τους αλλά η «ικανότητά» τους να μην έχουν εξωτερική αλλά εσωτερική ταυτότητα. Η πολλαπλότητα των όψεων, η άνεση να μπορεί κανείς να ανέχεται , να υποδύεται ή και να ταυτίζεται με το διαφορετικό προϋποθέτει έναν ήδη διαμορφωμένο, βαθύ, στέρεο πυρήνα ταυτότητας.

Παρόμοια, αξίζει να θυμίσουμε το μίσος των χριστιανών της Ισπανίας για την αμφίβολη αντικειμενική ταυτότητα των «κονβέρσος», των Εβραίων οι οποίοι, υπό την απειλή των αντισημιτικών διώξεων εμφανίζονταν εκόντες-άκοντες ως χριστιανοί. Δυστυχώς, και μέσα στους εβραϊκούς κόλπους δεν έλειψε ένας εσωτερικός, ιδιότυπος αντισημιτισμός, όπως εκείνος της περιβόητης επιστολής του Ολλανδού Εβραίου τραπεζίτη Ισαάκ ντε Πίντο, το 1762, προς τον Βολταίρο στην οποία ουσιαστικά φερόταν περιφρονητικά, «ρατσιστικά» κατά των γερμανόφωνων Εβραίων, γνωστών ως Εσκεναζίμ.

Η παλιά Αυστρία με επίκεντρο τη Βιέννη υπήρξε ο κατεξοχήν τόπος αντίστοιχων «ανθρώπων των μεταιχμίων». Όπως π.χ. η περίπτωση του δημάρχου της Βιέννης και ηγέτη του χριστιανού κοινωνικού κόμματος Καρλ Λούγκερ, γνωστού για τον λεγόμενο «κοινοτικό», «μικροαστικό» σοσιαλισμό του τον οποίο εφάρμοσε με επιτυχία κατά τη δημαρχία του. Μέγας κοινωνικός μεταρρυθμιστής, πρόδρομος της σοσιαλδημοκρατίας, καθολικός και έντονα αντισημίτης, ίνδαλμα του νεαρού τότε Χίτλερ, δεν δίσταζε να υποστηρίζει ένθερμα την εξαιρετική ποδοσφαιρική ομάδα Hakoah της Βιέννης η οποία αποτελείτο μόνο από Εβραίους παίκτες και με έμβλημα τη λευκή και γαλάζια φανέλα με το άστρο του Δαυίδ. Όταν οι δημοσιογράφοι τον ρωτούσαν πώς ήταν δυνατό να υποστηρίζει μια καθαρά εβραϊκή ομάδα εκείνος απαντούσε με το αποστομωτικό: «Εγώ αποφασίζω τι είναι εβραϊκό και τι όχι»!

Στην ίδια κατηγορία ανήκει και ο πρωσικής καταγωγής Βαρόνος Karl Freiherr von Vogelsang, ιδρυτής του αυστριακού Χριστιανού Κοινωνικού Κόμματος, επίσης σημαντικότατος κοινωνικός μεταρρυθμιστής, ο οποίος συνετέλεσε καθοριστικά στην καθιέρωση της εβδομαδιαίας εργασίας των 40 ωρών και ενός συστήματος κοινωνικής ασφάλισης. Επειδή είχε φιλικές σχέσεις με τον Λούγκερ κατηγορήθηκε εντελώς άδικα για αντισημιτισμό. Επιζητούσε να αντικαταστήσει τη βαρβαρότητα του καπιταλιστικού ανταγωνισμού με αξίες της χριστιανικής ηθικής.

Αξιοσημείωτη είναι και η περίπτωση του πατέρα του αυστριακού σοσιαλισμού Βίκτορα Άντλερ (προσοχή: όχι του Μαξ Άντλερ, ηγέτη των αυστρο-μαρξιστών ούτε του Άλφρεντ Άντλερ, μαθητή του Φρόυντ). Από εβραϊκή οικογένεια, βαπτίστηκε στα 26 του χριστιανός προτεστάντης, έγινε αντισημίτης και μετατράπηκε σε ένθερμο υποστηρικτή του γερμανικού εθνικισμού. Την στιγμή που θεμελίωνε το Εργατικό Σοσιαλιστικό Δημοκρατικό Κόμμα της Αυστρίας (SDAP) τα άλλα ηγετικά στελέχη, επίσης εβραϊκής καταγωγής, είχαν ευθυγραμμιστεί με την αντισημιτική του γραμμή. Κι όλα αυτά με τον Ερνστ Μαχ να αχνοφαίνεται στην άκρη του κάδρου και τον ανταγωνισμό των κονβέρσος (ανάμεσά τους και ο Ότο Μπάουερ) να διεξάγεται με όρους χριστιανικής “αριστεράς” ή “δεξιάς”.

Η συμπεριφορά του «ανθρώπου των μεταιχμίων» όχι μόνο σχετίζεται άμεσα με την προβληματική του ρατσισμού ή με το ζήτημα της ανοχής του «Άλλου» αλλά θέτει ένα πολύ βαθύτερο ζήτημα άλλοτε ελευθερίας και απεγκλωβισμού (όχι μόνο πραγματικού αλλά και εικονικού ή και μεθοδευμένου χάριν ενός σπουδαιότερου σκοπού) και άλλοτε ανελευθερίας και μηδενισμού σε αναφορά πάντα με κάποια «παραδοσιακή» ταυτότητα. Εμφανίζεται άλλοτε ως παραδοξότητα, άλλοτε ως απάρνηση της δεδομένης ταυτότητας (συχνότερα της εθνικής ή της πολιτικής ταυτότητας) και άλλοτε ως πιρουέτα ενός «αθέατου κόσμου» με τον οποίο ένας Λόγος (κυρίως ο ψυχαναλυτικός) μας επιβάλλει το καθήκον να διαλεγόμαστε. Όλες όμως αυτές οι εμφανίσεις (ισχυουσών) ταυτοτήτων, πιστεύω, περιστρέφονται γύρω από ένα πυρήνα (πραγματικής) ταυτότητας. Ούτως ή άλλως υπό την αίρεση του Φαντασιακού τελεί τόσο το Ισχύον όσο και το Πραγματικό.

Το μεταίχμιο διαθέτει μια αναμφισβήτητη δύναμη και γοητεία. Είτε ως στοχαστική μετέωρη αμηχανία (οπότε η ταυτότητα είναι σε αναστολή και τελεί υπό καθεστώς επανεξέτασης και κρίσης) είτε ως επιδέξια συναναστροφή με το διαφορετικό, ως στρατήγημα (οπότε η ταυτότητα είναι βέβαιη αλλά δόλια κρυμμένη) προϋποθέτει ένα ορισμένο πρωταρχικό νόημα αδιαπραγμάτευτου εσώτατου - χωρίς το οποίο κάθε δοκιμασία της σχέσης «ιδίου και άλλου» είναι αδιανόητη.

Σάββατο 9 Ιανουαρίου 2010

Μελαγχολικά της Πρωτοχρονιάς

Συγχωρέστε με που θέλω να γυρίσω το βλέμμα αλλού σε μια στιγμή που θα ’πρεπε, τουλάχιστον, να νοιώθουμε ξερό το λαρύγγι μας ακούγοντας τον εκπρόσωπο της Ευρωπαϊκής Κεντρικής Τράπεζας και επικεφαλής της 7μελούς αντιπροσωπείας των ευρω(τεχνο)κρατών κ. Μαζούχ (όχι μαζόχ!) Κλάους.

Κι αν μαζί με 2-3 τσίπουρα ο γνωστός θεραπευτικός μηδενισμός μας (χωρίς ειρωνεία αυτό, δες Τζόζεφ Κόνραντ) δεν αρκεί να μας παρηγορήσει, ας πάμε να θυμηθούμε κάτι υπογραμμίσεις που έκανα πριν 2 χρόνια στο βιβλίο του Δ.Τσάτσου, Η έννοια της δημοκρατίας στην Ευρωπαϊκή Συμπολιτεία:

«H δημοκρατία είναι αποτέλεσμα διεκδίκησης» , «Aν η κρατική εξουσία δε βρει σε ένα βαθμό απήχηση στο δήμο… τότε δημιουργούνται προϋποθέσεις αμφισβήτησης της εξουσίας που μπορεί να εκδηλωθεί είτε με πράξεις αντίστασης – γιατί όχι – και με εμφύλιες συγκρούσεις.

Για να ακολουθήσει ένα μεγάλο όσο και επίκαιρο ερώτημά του:

"Μπορεί η κρατικογενής δημοκρατική αρχή να ικανοποιήσει τις νομιμοποιητικές ανάγκες μιας δημοκρατικής Ευρωπαϊκής Συμπολιτείας"; Η διατύπωση και μόνο του ερωτήματος είναι κάτι πολύ σημαντικό.

Αλλά, όπως είπα, μου είναι απόλυτα αναγκαίο να γυρίσω το βλέμμα αλλού και ζητώ ξανά συγνώμη.

Όταν (εννοώ στα τέλη του 18ου αιώνα) άλλοι επιζητούσαν διέξοδο στην πολιτική δράση ο Μότσαρτ, στα 31 του, χαρακτήριζε σε μια επιστολή προς στον πατέρα του τον θάνατο «αληθινό σκοπό της ύπαρξής μας» και «τη γνώση περί του θανάτου κλειδί για την ευτυχία» πληροφορώντας τον ότι κάθε βράδυ πριν κοιμηθεί αναλογίζεται πως ίσως δεν προλάβει την επόμενη μέρα. Έκφραζε και εκπλήρωνε, ίσως, ένα σημαντικό μέρος των ανησυχιών του Heidegger, όπως τις είδαμε σε παλιότερο σημείωμα.

Ήταν βέβαια και της μόδας αυτή η στάση απέναντι στο θάνατο, ιδίως στους καλλιεργημένους κύκλους της Βιέννης. Ας πούμε, κάθε ελευθεροτέκτων ενός επιπέδου έπρεπε να είναι βέβαιος πως ο θάνατος είναι μέρος της ζωής, να καλοδέχεται με νηφαλιότητα τον ερχομό του δοξάζοντας τον κύκλο της ζωής.

Αλλά, μιας και μας απασχόλησε εξαρχής το «ευρωπαϊκό» άγχος, ας θυμηθούμε και μια σχετική σκέψη του μεγάλου εμπνευστή της σύγχρονης πανευρωπαϊκής ιδέας (σε άλλο επίπεδο βέβαια), του Κόμη Ρίχαρντ Κούντενχοβε-Καλλέργη, όταν, στα δώδεκά του, αντίκρισε τη σορό του πατέρα του: «Οι ζωντανοί είναι εκείνοι που χάνονται, οι νεκροί μένουν πάντα μαζί μας».