TRANSLATION

Κυριακή 24 Απριλίου 2016

Μάζα με εξουσία και χωρίς...

Όποιος καεί με το κουρκούτι... Στον παλιό φόβο προστέθηκε ένας νέος.

Τσουρουφλισμένοι από τους ολοκληρωτισμούς είναι ζήτημα αν αντέχουμε να παρακολουθήσουμε την επίπονη, διεισδυτική μελέτη του Elias Canetti στο Masse und Macht (“Μάζα και Εξουσία”). Τι είναι αυτό που προσφέρει η μάζα “με” την εξουσία αλλά και τι “χωρίς” την εξουσία.

Η ηδονή της “απέκδυσης” - της λύτρωσης από τον βασανιστικό φόβο της επαφής.

Μέσω της αμεσότητας, της σωματικής εγγύτητας μέσα στο πλήθος, επέρχεται η απελευθέρωση από τους δισταγμούς του αγγίγματος, ακυρώνεται η ασφάλεια των αποστάσεων, της διαμεσολαβημένης επικοινωνίας, επέρχεται ένα αίσθημα απόλυτης ελευθερίας, εξισωτικής ισότητας, εξαφάνισης ή υποβάθμισης των διαφορών, απέκδυσης της ατομικότητας.

Η αφομοιωτική λαιμαργία για άπειρη ει δυνατόν μεγέθυνση χαρακτηρίζει το “ανοικτό” πλήθος (ουσιαστικά μόνο αυτό το είδος συνιστά “μάζα”). Μέσω της τάσης για άπειρο άνοιγμα παρατείνει τη σύντομη ζωή του. Διότι το “ανοικτό” πλήθος δεν ζει πολύ. Έτσι δεν μαθαίνουμε ποτέ τις επιδόσεις του. Αυτή είναι η πιο αμήχανη στιγμή της δημοκρατίας.

Υπάρχει όμως και το “κλειστό” πλήθος, που το χαρακτηρίζει η αναβλητικότητα για διάλυση ιδίως όταν είναι σε ένα τόπο που αισθάνεται ότι ελέγχει και για όσο βέβαια τα σφραγισμένα του σύνορα επιτρέπουν την αυταπάτη της αναπαραγωγής του. Αυτό είναι το είδος του πλήθους που συνήθως αργότερα μετασχηματίζεται σε ελεγχόμενη, “τελετουργικά” επαναλαμβανόμενη παγιωμένη συμπεριφορά. Αυτή είναι η στιγμή που ο ολοκληρωτισμός μειδιά.

Μετά έρχεται η ηδονή του ρυθμού και της καταστροφής.

Δεν είναι κάτι τόσο απλό.

Προηγείται της έκρηξης ο ρυθμός. Στις ειδικές δυνάμεις των πιο σύγχρονων στρατών επιβάλλονται στα κλειστά, ελεγχόμενα πλήθη των καταστροφέων προετοιμασίες τύπου χάκα.

Στις αναμετρήσεις πόλεων μεταξύ κλειστών μαζών τα παράθυρα, οι πόρτες, οι γυάλινες προθήκες είναι τα ευάλωτα σημεία που όταν θρυμματιστούν αφαιρούν την ατομικότητα των κτιρίων ή των κατοικιών. Ανοίγουν στο πλήθος τα άσυλα. Αφήνουν τους δημόσιους χώρους στο ενδεχόμενο θανάτου της μιας ή της άλλης πλευράς. Ο θρίαμβος της επιθυμίας για ύπαρξη του εγώ χωρίς τον άλλο.

Φυσικά τίποτε δεν μπορεί να συγκριθεί με το θέαμα που προσφέρει η καύση, η πυρά και το “Αντικείμενο” που μετουσιώνει. Το “εσώτερο”, οι κρυμμένες “ψυχές” των εξουσιών πόσο δε βασίστηκαν σε τέτοιους μηχανισμούς απελευθέρωσης, μέσω ανοικτών ή κλειστών μαζών.

Σάββατο 23 Απριλίου 2016

Απρεπείς αντιστάσεις


Πάντα είχα τη μανία να σκέφτομαι πρώτα τη γη, τον φυσικό τόπο και μετά το είδος των ανθρώπων που ζει εκεί ή τον κατακτά. Απ' αυτή την άποψη η σκληρή ενδοχώρα της Αυστραλίας ή της Αμερικής βρίθουν κρυμμένων ιστοριών ανθρώπινου μεγαλείου αλλά και ενοχών των κατακτητών. Η περισσότερη από τη γη αυτή δεν άντεξε την τρισυπόστατη καπατσοσύνη του λευκού ανθρώπου: ως Ευφυούς, ως Κατακτητή και ως Αγίου. Ξεχωρίζω όμως την περίπτωση της Νέας Γουινέας.

Όποιος δει τις ταξιδιωτικές οδηγίες της αυστραλιανής κυβέρνησης προς τους επιθυμούντες να επισκεφθούν τη Νέα Γουινέα θα τρομοκρατηθεί. Η εγκληματικότητα είναι απίστευτη. Ο φόβος του ανοιχτόχρωμου ξανθού για το τι μπορεί να του συμβεί δεν περιγράφεται. Τα στοιχεία είναι υπαρκτά, αδιάψευστα.

Αυτό το δεύτερο σε μέγεθος νησί του κόσμου “ανακαλύφθηκε” από έναν Πορτογάλο θαλασσοπόρο το 1526. Το 1828 κατείχε το μισό δυτικό μέρος η Ολλανδία ενώ το υπόλοιπο ανατολικό μοιράστηκε μεταξύ Γερμανίας και Βρετανίας. Όμως, αυτή η σημαντικότατη έκταση για τους “πολιτισμένους” δεν μπόρεσε μέχρι τα τέλη του 19ου αιώνα να εποικιστεί με Ευρωπαίους όπως έγινε με την Αμερική, την Αυστραλία και τη Νότιο Αφρική. Η μαλάρια και άλλες τροπικές επιδημίες αποδεκάτιζαν σταθερά τους τολμηρούς κατακτητές με την ιατρική να μην μπορεί να σταθεί αρωγός στις κατακτητικές αποστολές. Όταν ο πεισματάρης Γάλλος Μαρκήσιος de Rays επιχείρησε με 1000 Γάλλους (του Διαφωτισμού και της εκκλησίας) να διαπεράσει τη μικροβιακή αντιαποικιοκρατική ασπίδα έμεινε μετά από τρία χρόνια με 70 μόνο ακόμα επιζώντες.

Μέχρι σήμερα η ηπατίτιδα Α, ο τυφοειδής πυρετός, οι δυσεντερίες και οι λοιπές ασθένειες καταφέρνουν να κρατήσουν σε απόσταση τον αδημονούντα Λευκό (όχι καρχαρία) ενώ οι ντόπιοι Παπούα, Μελανήσιοι, Μικρονήσιοι, Πολυνήσιοι και Νεγκρίτο μπορούν ποικιλοτρόπως και ασφαλώς απρεπώς να ανθίστανται.

Παρασκευή 15 Απριλίου 2016

Πού κατοικεί ο “συνηθισμένος” ;

Ας δεχτούμε, χάριν της συζήτησης, τη δυσφορία, τις δυσαρέσκειες μέσα στον πολιτισμό (Das Unbehagen in der Kultur) ως ένα φιλοσοφικό μύθο στον οποίο ο ομιλητής (ο Freud) είναι ο συνηθισμένος άνθρωπος, ο αντι-ήρωας Κανένας, ο everyman και nobody, ο Jedermann - Niemand, ο “κανένας - καθένας”, ο Nemo με ελπίδες να γίνει καικάπτεν” εκεί, στον τόπο όπου η νεωτερικότητα τον επιβίβασε μαζί με τους τρελούς, τους λοιπούς εγκλείστους και εξωτικούς: στο περίφημο πλοίο (μια αντιστροφή του σκαριού του Νώε).

Διφορούμενη, δυσεξήγητη και ίσως ενοχική η απόφαση του συγγραφέα των Discontents του πολιτισμού να επιλέξει την οπτική του “συνηθισμένου ανθρώπου”. Εγώ όμως τη χαιρετίζω. Ίσως δεν ένοιωθε ακριβοδίκαιος με τον Κανένα όταν τον αγνοούσε στο “Μέλλον μιας Αυταπάτης” εξαιρώντας από τη θλιβερή μοίρα του ανώνυμου πλήθους μόνο εκείνο τον μικρό αριθμό των “διανοουμένων” και των “καλλιτεχνών”. Είναι να γελάει κανείς όταν σήμερα αυτός ο μικρός αριθμός έχει γίνει πλειονότητα. Σήμερα περισσότερο από ποτέ αυτή η μάζα, το θηριώδες μείγμα από ύποπτες ελίτ αντάμα με “διάφορους - αδιάφορους” ζει ικανοποιημένη μέσα σε αναπαραστάσεις. Κάποτε ας δούμε πού κατοικεί ο “συνηθισμένος”.

Τετάρτη 23 Μαρτίου 2016

Ένας διαφορετικός Απρίλης

Με τη σειρά τους όμως. Τα του Απρίλη τον Απρίλη. Τώρα, καθώς ο Μάρτης φεύγει ολίγα εισαγωγικά.

1
Στις 19-20 Ιανουαρίου 1941 είχε πραγματοποιηθεί στο Salzburg μια μεγάλη γερμανο-ιταλική συνάντηση κορυφής με τη συμμετοχή του Χίτλερ, του Μουσολίνι, των δύο υπουργών εξωτερικών των δύο χωρών Ρίμπεντροπ και Τσιάνο και ανώτατων στρατιωτικών με θέμα τον πόλεμο κατά της Ελλάδας. Σ' εκείνη τη συνάντηση ο Χίτλερ είχε αποκαλύψει το σχέδιό του να τελειώνει με την Ελλάδα για να οργανώσει τη μεγάλη επίθεση κατά της Σοβιετικής Ένωσης.

Μόλις το άκουσε ο Μουσολίνι αποφάσισε να τον προλάβει με μια δική του θεαματική νίκη, οπότε οργάνωσε τη γνωστή “μεγάλη εαρινή επίθεση” κατά της Ελλάδας (9-16 Μαρτίου 1945) η οποία κατέληξε σε παταγώδη αποτυχία. Ο Μουσολίνι επιστρέφει ντροπιασμένος στην Ιταλία στις 21 Μαρτίου 1941.
2
Αναφερθήκαμε στο πρώτο σημείωμα στην επιτελική σύσκεψη του Σάλτσμπουργκ τον Ιανουάριο του 1941 και την κοινοποίηση εκεί του Χίτλερ, της πρόθεσής του να καταλάβει στρατιωτικά την Ελλάδα. Ήταν μια δήλωση πρόθεσης την οποία ασφαλώς εννοούσε αλλά δεν είχε προσδιορίσει τον ακριβή χρόνο. Ο Μουσολίνι είχε “πιάσει την ατάκα” και προχώρησε μόνος του στο φιάσκο και παταγώδη αποτυχία της “Εαρινής Επίθεσης” στη βορειοανατολική Ελλάδα.

Στο δεύτερο αυτό σημείωμα θα θέσουμε το ερώτημα τι απέγινε η νικηφόρα προέλαση του ελληνικού στρατού που όπως όλοι ξέρουμε είχε συμβεί στο μέτωπο της Αλβανίας λίγους μήνες πριν;

Θυμόμαστε ασφαλώς ότι ο ελληνικός στρατός είχε καταλάβει την Β.Ήπειρο και ήδη από τα μέσα Δεκεμβρίου του 1940 θα μπορούσε να είχε επικρατήσει πλήρως έναντι του ιταλικού σε όλη την περιοχή αν και δεν διέθετε τα υποτυπώδη εφόδια που του είχαν υποσχεθεί η δε αεροπορική στήριξη που είχαν στείλει οι Άγγλοι με 80 αεροπλάνα ήταν ανήμπορη να αντιμετωπίσει τα 400 ιταλικά. Ο ελληνικός στρατός έμενε εκεί αδρανής. Για ποιο λόγο; Την απάντηση θα μας δώσει ο Αλ.Παπάγος.
3
Στα προηγούμενα δύο σημεία διατυπώσαμε το ερώτημα γιατί ο ελληνικός στρατός έμεινε αδρανής μετά τη νικηφόρα προέλασή του στο αλβανικό μέτωπο, δεν διέλυσε τον ιταλικό στρατό -χωρίς επεκτατικές προθέσεις αλλά μόνο αμυντικής εξασφάλισης- και άφησε το χρόνο να περνά προς όφελος της τελικής επιχείρησης που οργάνωνε μυστικά ο Χίτλερ με την κωδική ονομασία “Μαρίτσα”, ήδη από τις 13 Δεκεμβρίου 1940 δεδομένου ότι μέχρι και τη δεύτερη αποτυχημένη επίθεση του Μουσολίνι τον Μάρτιο 1941 η Ελλάδα βρισκόταν σε σχετικά καλή θέση.

Είπαμε, η απάντηση που έδωσε ο Αλ. Παπάγος ήταν:

Η περαιτέρω βαθύτερα, βορείως του Πόγραδετς, προχώρησις δεν συνεχίζεται διότι εκρίθη αι θυσίαι τας οποίας θα απήτει ήσαν δυσανάλογοι προς τα αποτελέσματα, λαμβανομένου υπ' όψιν ότι ο σκοπός (απόφραξις της από βορρά απειλής κατά της Κορυτσάς) επετεύχθη ήδη.

(“Ο πόλεμος της Ελλάδος 1940-41”, εκδ. Οι Φίλοι του Βιβλίου, σελ. 262)

Το ερώτημα που έθεσα δεν ήταν όμως για την “προχώρησιν” αλλά για την αμυντική εξασφάλιση! Η γενικόλογη ανάλυση όμως του στρατηγού Παπάγου ήταν του τύπου “κόστους-οφέλους”. Χάριν της συζήτησης θα την δεχτούμε με αστερίσκο.

Πριν προχωρήσω πρέπει να γίνω σαφής και καθαρός σχετικά με την επιδίωξη αυτής της απλουστευμένης αφήγησης, η οποία θα τελειώσει με ορισμένα γεγονότα μέχρι τα τέλη περίπου του Απρίλη 1941. Με πνεύμα ανοικτό και διερευνητικό θα ήθελα να φανούν οι αβεβαιότητες, οι λεπτές διαχωριστικές γραμμές, οι αμφιταλαντεύσεις, οι προδιαθέσεις και οι μεταπτώσεις σε συνθήκες πολέμου μεταξύ αφενός της αγγλικής “πλευράς” και αφετέρου της γερμανικής “πλευράς” μέχρι την κατάληψη της Αθήνας στις 27 Απριλίου 1947.
4
Απάντηση ικανοποιητική στο ερώτημα που έθεσα στα τρία πρώτα σημεία για την αδράνεια του ελληνικού στρατού στο αλβανικό μέτωπο, μετά τις αρχές Δεκέμβρη, δεν βρίσκεται εύκολα. Πάντως δεν επαρκεί η εξήγηση του Παπάγου. Κυκλοφορούσαν τότε από τον Χίτλερ και οι φήμες ότι η Ελλάδα θα έπαιρνε εδάφη της Β.Ηπείρου. Αλλά ούτε αυτές οι εξηγήσεις πείθουν πώς ένας στρατός μετά από μια νικηφόρα άμυνα κάθεται με σταυρωμένα χέρια και περιμένει τη μοίρα του.

Μετά την αποτυχία του Μουσολίνι ο Χίτλερ του ζήτησε με επιστολή του και σε αυστηρό τόνο να σταματήσει κάθε πρωτοβουλία και να περιοριστεί στην φύλαξη των συνόρων Γιουγκοσλαβίας-Αλβανίας. (Hitler e Mussolini, Lettere e Documenti, ed. Rizzoli, 1946)

Ως γνωστόν η Γερμανία θα έθετε σε εφαρμογή μετά το σχέδιο “Μαρίτα” ή “Μαρίτσα” το σχέδιο “Μπαρμπαρόσα” κατά της Σοβιετικής Ένωσης. Σύμφωνα με τον προγραμματισμό του Χίτλερ τα Βαλκάνια και η Ελλάδα έπρεπε να είχαν τελειώσει μέσα στον Μάρτιο, ώστε να ολοκληρωθούν οι επιχειρήσεις κατά της ΕΣΣΔ πριν πιάσει ο βαρύς χειμώνας.

Αλλά τα πράγματα μπλέχτηκαν με τις εξελίξεις στη Γιουγκοσλαβία. Η θέση της δεν ήταν σαφής διότι κρατούσε σχέσεις με την Αγγλία αλλά ταυτόχρονα είχε επαφές και με τη Γερμανία. Η επαμφοτερίζουσα στάση τους συνδεόταν με τις διαβεβαιώσεις που ζητούσε το γιουγκοσλαβικό Στέμμα από την Αγγλία ότι θα πάρει τη Θεσσαλονίκη.

Τελικά, και λόγω των αοριστιών των Βρετανών, το Συμβούλιο του Στέμματος υπέγραψε, σαν σήμερα, στις 25 Μαρτίου, στη Βιέννη, την προσχώρηση της Γιουγκοσλαβίας στον Άξονα, γεγονός που ο Χίτλερ πανηγύρισε.

Μια διαδήλωση και ένα κίνημα μερικές ώρες αργότερα ήταν το γεγονός που επέδρασε καταλυτικά. Θα το δούμε στη συνέχεια.

5
Μια αρχική σύντομη διευκρίνηση. Ο χαρακτηρισμός “αδράνεια” για τον ελληνικό στρατό δεν σημαίνει ότι δεν συνέχιζε ακατάπαυστα επιτόπιες επιχειρήσεις δύσκολες, με θυσίες και αγώνα ενός είδους που πάντα παράγεται από τον στρατευμένο λαό και τους μαχόμενους αξιωματικούς. Ο λόγος είναι για την σκόπιμη αδράνεια της “κορυφής”.

Η επαμφοτερίζουσα στάση του γιουγκοσλαβικού Στέμματος πήρε τέλος στις 25 Μαρτίου 1941 με την προσχώρηση αλλά μόνο για μία μέρα (!) στον Άξονα και είναι βέβαιο ότι ο Χίτλερ είχε υποσχεθεί τη Θεσσαλονίκη. Παρά την επίσημη θέση ουδετερότητας η Γιουγκοσλαβία είχε ήδη από τις κυβερνήσεις Stojadinović και Cvetković σε συνδυασμό με το ότι η Αγγλία έδειχνε απρόθυμη να στηρίξει είχε πάρει φιλική κλίση προς τον Άξονα. Mutatis mutandis η ασταθής και επαμφοτερίζουσα στάση της Γιουγκοσλαβίας απέναντι στην Αγγλία ή τη Γερμανία είχε αναλογίες με τα εν Ελλάδι συμβαίνοντα.

Αλλά οι διαδηλώσεις το βράδυ της 26ης προς 27 Μαρτίου στο Βελιγράδι, και τις πόλεις Kragujevać και Nis και ένα κίνημα στο οποίο βρίσκεται με σημαίνοντα ρόλο ο Ivan "Vane" Stefan Ivanović, γνωστός δρομέας των Ολυμπιακών του Βερολίνου (1936), μεταξύ των αρνητών χαιρετισμού στον Χίτλερ, εφοπλιστής από τον δεύτερο σύζυγο της μητέρας του Božo Banać και άνθρωπος της βρετανικής Intelligence, προκάλεσαν την ανατροπή του Συμβουλίου του Στέμματος και του αντιβασιλιά Παύλου (ο οποίος βρήκε καταφύγιο στην Ελλάδα !) και κήρυξη ως νέου βασιλιά πλέον του δεκαεπτάχρονου Πέτρου Β' Καραγιώργεβιτς. Οι εξελίξεις, μολονότι δεν είχε καταγγελθεί ανοικτά η προσχώρηση στον Άξονα, προκάλεσαν την οργή του Χίτλερ διότι του ανέτρεπαν απολύτως τον προγραμματισμό του για το ρωσικό μέτωπο. Αποφασίζει λοιπόν να χτυπήσει τη Γιουγκοσλαβία χωρίς καν τελεσίγραφο.

Αφήνουμε εκτός συζήτησης το πόση ήταν η συμβολή της Αγγλίας στη γιουγκοσλαβική Αντίσταση τιμώντας βεβαίως τον αξιέπαινο ρόλο των Ivanović και Banać.

Στο επόμενο σημείωμα θα θέσουμε το ερώτημα τι μπορούσε να κάνει η Ελλάδα μαζί με τη Γιουγκοσλαβία απέναντι στην επέλαση των Γερμανών.
6
Για να μη λησμονείται η αρχική τοποθέτηση της Γιουγκοσλαβίας, πρέπει να θυμηθούμε ότι, ενώ ήταν σύμμαχος της Ελλάδας από το Βαλκανικό Σύμφωνο του 1934, ήδη με την έναρξη του πολέμου, το μεσημέρι της 28ης Οκτωβρίου 1940, εκδήλωνε την επιθετική της πρόθεση να εισβάλλει στην Ελλάδα και να καταλάβει τη Θεσσαλονίκη. Αξίζει να σημειωθεί ότι φρόντισε η τότε γιουγκοσλαβική κυβέρνηση να ζητήσει τη συγκατάθεση του Χίτλερ για να αποφευχθούν προστριβές με την Ιταλία. Έστελναν δε ρητά μηνύματα προς τον Χίτλερ ότι “για τη Θεσσαλονίκη” ήταν έτοιμοι για προσχώρηση στον Άξονα. Η Γερμανία όμως απέφευγε να απαντήσει, γιατί δεν επιθυμούσε ευρύτερη σύγκρουση στα Βαλκάνια την εποχή εκείνη, οπότε η Γιουγκοσλαβία παρέμενε ουδέτερη.

Όμως μετά το κίνημα της 27ης Μαρτίου ο νέος αγγλόφιλος βασιλιάς Πέτρος Β' είχε κηρύξει, από τις 29 Μαρτίου, γενική επιστράτευση κατά της γερμανικής επίθεσης έχοντας ετοιμοπόλεμο στρατό ενός εκατομμυρίου διακοσίων χιλιάδων ανδρών (ο αριθμός από γερμανικά αρχεία) με ανεπαρκή όμως οπλισμό και ανεφοδιασμό απέναντι στην υπερέχουσα γερμανική πολεμική μηχανή.

Εδώ ανακύπτει το δεύτερο δύσκολο ερώτημα: μπορούσε να υπάρξει συντονισμός με την Ελλάδα; Αν και, πιθανότατα, δεν θα μπορούσαν ούτε συνδυασμένα οι δύο στρατοί να αντιμετωπίσουν την επελαύνουσα στρατιά ωστόσο έγιναν προσπάθειες; Μετακινήθηκαν μονάδες από την δυτική Θράκη και την ανατολική Μακεδονία; Συντόνιζε κάποιος αυτή την τελευταία ελπίδα ανάσχεσης των Γερμανών με ένα αμυντικό σχέδιο δράσης ;

7
Ίσως να μπορούσε να ειπωθεί, αλλά σ' αυτή τη σειρά των ιστορικών σημειωμάτων δεν θα το δεχτώ αβασάνιστα, ότι η μοίρα της Ελλάδας είχε αφεθεί στην τύχη της. Σε επόμενα σημειώματα θα παρουσιάσω τις πολυπλοκότητες με τις οποίες κάθε κρίσιμη ιστορική στιγμή δοκιμάζει τους δρώντες πρωταγωνιστές και αναδεικνύει την υπεροχή της έναντι κάθε μεμονωμένης συνείδησης, ακόμη κι αν αυτή είναι μιας υπερδύναμης.

Η βρετανική βοήθεια προσφερόταν “στάγδην” αλλά η διάσταση του πολιτικώς ορθού για το οποίο επειγόταν ο Churchill από τα μέσα Ιανουαρίου του '41 και του στρατιωτικά εφικτού για το οποίο γκρίνιαζε ο στρατηγός Sir Archibald Wavell, επικεφαλής των βρετανικών δυνάμεων στη Μ.Ανατολή και άλλοι επιτελείς πρέπει να μη φεύγει ποτέ απ' το τραπέζι. Θα τα δούμε όλα αυτά.

Στην ελληνική πλευρά η ψυχολογία ενός “πολέμου ίσα για την τιμή των όπλων” είχε καλλιεργηθεί και εμπεδωθεί στους στρατηγούς από τον Ι. Μεταξά ο οποίος στις 21 Μαΐου 1940, πέντε μήνες πριν την έναρξη του πολέμου έλεγε σε σύσκεψη με υπουργούς και στρατηγούς του ότι :

Επειδή πλην άλλων στερούμεθα χρημάτων και οι σημερινοί πόλεμοι είναι πολυδάπανοι δεν έχουμε δυνατότητας δια μακροχρόνιον πόλεμον ... η διάρκεια αναμέτρησης με τις δυνάμεις του Άξονα υπολογίζεται σε 15-20 ημέρες, διάρκεια καθ' ήν θα αντιταχθώμεν σθεναρώς, θα δείξωμεν τας αρετάς μας και θα πέσωμεν ενδόξως” (Γ.Τσολάκογλου, Απομνημονεύματα, εκδ. Ακροπόλεως, 1959, σελ. 13).
8
Μια αναμέτρηση στο αλβανικό μέτωπο η οποία απέβη νικηφόρα και κράτησε αντί 15-20 ημέρες πέντε μήνες.

Μια αναμέτρηση η οποία δεν είχε κανένα ρεαλιστικό λόγο αισιοδοξίας, δεν υπολόγισε σε βοήθεια της Βρετανίας, όδευε για ολιγοήμερες αξιοπρεπείς μάχες και ήττα, μια μάχη απέναντι σε πολλαπλάσιες δυνάμεις. Γι αυτό και όταν στον ελληνικό στρατό ακούγονταν φήμες για επέμβαση της Γερμανίας ο στρατευμένος λαός αντιδρούσε με τη σκέψη: “Είτε πέσουμε από εχθρό πενταπλάσιο είτε από εικοσαπλάσιο το αποτέλεσμα ίδιο είναι”.

Στις 6 Μαρτίου καλούνται οι αντιστράτηγοι από τη Βόρεια Ελλάδα στην Αθήνα σε σύσκεψη όπου ο “Αρχιστράτηγος” (Παπάγος) τους θέτει “προς μελέτην” το δίλημμα της γραμμής άμυνας είτε με σύμπτυξη στη γραμμή Αλιάκμονα-Βενέτικου είτε της παραμονής στις υπάρχουσες θέσεις, νικητές του ελληνο-ιταλικού πολέμου αλλά με τον κίνδυνο της κατάληψης “εκ των νώτων” από τους Γερμανούς.

Στις αρχές του δεύτερου δεκαημέρου του Μαρτίου 1941, έφτασε διαταγή στο μέτωπο να συνεχιστεί η “μελέτη υποχωρητικού ελιγμού” προς τον Αλιάκμονα. Υλικά, λάφυρα, συνεργεία συντήρησης άρχισαν να κινούνται προς τη Φλώρινα και από εκεί προς τη νότια Ελλάδα. Όλοι περίμεναν τις τελικές αποφάσεις “του Αρχιστρατήγου” !

Η αναδίπλωση και οι τελικές αποφάσεις ήταν υπόθεση ατέλειωτων συσκέψεων μεταξύ Βρετανών και Ελλήνων, ένα παιχνίδι μικρής Βαβέλ με μόνο συμπαγή και σταθερής συμπεριφοράς παίκτη τη Γερμανία και με την άλλη πλευρά να παίζει με γνώμονα το “βλέποντας και κάνοντας” !

Πώς προέκυψε η αναδίπλωση στον Αλιάκμονα;
9
Υπενθυμίζω ορισμένα κρίσιμα γεγονότα: Στις 29 Ιανουαρίου έχει πεθάνει ο Μεταξάς και Πρωθυπουργός, υπουργός Εξωτερικών Εθνικής Παιδείας και Θρησκευμάτων, Στρατιωτικών, Ναυτικών και Αεροπορίας έχει γίνει ο Αλέξανδρος Κορυζής ο οποίος έχει εκπέμψει με την γνωστή Δήλωση της 22ας Φεβρουαρίου 1941 σαφές φιλοσυμμαχικό και φιλοβρετανικό στίγμα. Στο κείμενο αυτό αφήνει ανοιχτό “ως καθαρώς στρατιωτικόν πρόβλημα” το πώς θα διαμορφωθεί η γραμμή άμυνας σε περίπτωση γερμανικής εισβολής. Οι Βρετανοί αισθάνονται άνετα μαζί του και ο μόνος δύσκολος και απρόβλεπτος συνομιλητής είναι ο στρατάρχης Παπάγος.

Στις επαφές εκείνων των ημερών οι Βρετανοί (μέσω του υπουργού Εξωτερικών Sir Robert Anthony Eden) επιμένουν να δηλώνεται ρητά από την ελληνική κυβέρνηση ότι οι βρετανικές δυνάμεις έρχονται επειδή η Ελλάδα το ζητάει. Όταν ο Eden επιστρέφει στην Ελλάδα στις 2 Μαρτίου (μια μέρα μετά τη γερμανική εισβολή στη Βουλγαρία) ανακοινώνει ότι η Τουρκία θα μείνει ουδέτερη, ότι κανείς δεν ξέρει τι θα κάνει η Γιουγκοσλαβία και ότι το βρετανικό προγεφύρωμα θα είχε νόημα να στηρίξει και τις τρεις χώρες απέναντι στους Γερμανούς. Στην ελληνική πλευρά επικρατεί απογοήτευση.

Τότε ο Παπάγος, με βάση το ότι η Τουρκία και η Γιουγκοσλαβία δεν βγαίνουν στον πόλεμο αρνείται να αποσύρει τις κύριες δυνάμεις στρατού από τα ελληνοαλβανικά σύνορα. Δεν έχω υπ' όψη μου το σκεπτικό του. Δεν έμοιαζε όμως παράλογο διότι μόλις ο γερμανικός στρατός εισέβαλε στη Βουλγαρία ο βουλγαρικός συγκεντρώθηκε στα σύνορα με την Ελλάδα.

Όμως 2 μέρες μετά, στις 4 Μαρτίου, υπογράφεται Σύμφωνο μεταξύ Παπάγου και Βρετανού επιτελάρχη Sir John Dill όπου μεταξύ άλλων ορίζεται (σημείο 2) ότι ο ελληνικός στρατός “θα συγκεντρώση μετά πάσης δυνατής ταχύτητος επί της τοποθεσίας όρος Όλυμπος-Βέροια-Έδεσσα Καϊμακτσαλάν (καλουμένης τοποθεσίας Αλιάκμονος)” τρεις μεραρχίες, διάφορα τάγματα κλπ. (The Mediterranean and Middle East The Early Successes against Italy (to May 1941) Ed. Sir James Butler, Her Majesty's Stationery Office, London, 1956)

Θα μπορούσε κανείς να πει ότι επιτέλους, καλή-κακή αλλά βγήκε μια απόφαση.

Όμως η κατάσταση δεν έμελλε να ξεδιαλύνει. Θα δούμε τι συνέβαινε.


10
Στις 5 Μαρτίου 1941 ο Eden και ο Dill τηλεγραφούν (cabled !) στον Churchill και του γνωστοποιούν ότι ενώ ανέμεναν την υποχώρηση στρατευμάτων στη γραμμή Αλιάκμονα και ενώ στην προηγούμενη συμφωνία με τον Παπάγο εκείνος είχε συμφωνήσει καμιά κίνηση δεν έχει αρχίσει και ότι ο Παπάγος αντέτεινε πως η προηγούμενη συμφωνία εξαρτιόταν από τη στάση της Γιουγκοσλαβίας. Επίσης ότι, κατά τον Παπάγο, εφόσον η κατάσταση στη Γιουγκοσλαβία είναι αβέβαιη να μείνει το αλβανικό μέτωπο ως έχει και να μείνουν οι μεραρχίες στη μεθόριο της Μακεδονίας ενώ οι βρετανικές δυνάμεις να καταφθάνουν τμηματικά αλλά προφανώς μη έγκαιρα. Σε όλες τις συναντήσεις αυτές βρήκαν τον Παπάγο “unaccommodating and defeatist”.

Εντέλει οι δύο Βρετανοί αρνήθηκαν να δεχτούν τις αποφάσεις του Παπάγου και “επειδή η στάσις του δεν ήταν συμβιβαστική” αναγκάστηκαν να ζητήσουν τη βοήθεια του Βασιλιά ο οποίος σε όλη τη διάρκεια των συζητήσεων “παρέμενεν ήρεμος, αποφασιστικός και εξυπηρετικός”. Μετά από εξέταση τριών σεναρίων εδέησε και επιλέχθηκε με συμβιβασμό ένα από αυτά αλλά οι Βρετανοί ζήτησαν να ανατεθεί η γενική διοίκηση στον στρατηγό Wilson. (Τσώρτσιλ, Απομνημονεύματα, Τόμος ΙΙΙ, εκδ. Ίκαρος, 1955)

Μεταξύ των σημείων της συμφωνίας ήταν και η καταγραφή της άποψης των Βρετανών στρατιωτικών συμβούλων ότι η απόκρουση των Γερμανών στη γραμμή Αλιάκμονα είναι εφικτή. Το όλο κλίμα είχε βελτιωθεί αλλά οι οιωνοί δεν ήταν άριστοι.

Οι ειδήσεις για τις παρεξηγήσεις μεταξύ Αρχιστράτηγου Παπάγου και Βρετανών ανησύχησαν την Αυστραλιανή κυβέρνηση η οποία ζήτησε επανεξέταση του σχεδίου επέμβασης εν όψει της αποβίβασης αυστραλιανών στρατευμάτων στην Ελλάδα. (Γενικό Επιτελείο Στρατού, Αγώνες εις την Α. Μακεδονίαν και Δ. Θράκη 1941, εκδ. 1956)

Οπότε, φτάνουμε στο κρίσιμο τηλεγράφημα που στέλνει ο Winston Churchill στον υπουργό του Sir Robert Anthony Eden.


11
Το τηλεγράφημα του Churchill στον Eden, μόλις μια μέρα μετά τη συμφωνία του Παπάγου με τους Eden και Dill, με νωπή την ανησυχία των Αυστραλών, σε πικρό, χολερικό τόνο, διαπιστώνει τη μεταβολή της κατάστασης επί τα χείρω, χαρακτηρίζει “προφανή” τη δυσκολία του Παπάγου να αποσύρει το στρατό του από το αλβανικό μέτωπο, προσθέτει διάφορες παρεμπίπτουσες δυσχέρειες και αφήνει την πρώτη “βολή” με τη φράση πώς όλα αυτά “καθιστούν δύσκολον εις την Κυβέρνησιν να πιστεύει ότι έχομεν τώρα την δύναμιν να αποτρέψωμεν την μοίραν της Ελλάδος εκτός εάν η Τουρκία ή η Γιουγκοσλαβία ή αμφότεραι εισέλθουν εις τον πόλεμον, πράγμα που φαίνεται εξαιρετικώς απίθανον.” Και λίγο μετά: “Πρέπει να είμεθα προσεκτικοί να μη πιέσωμεν την Ελλάδα να αναλάβη μίαν απέλπιδα αντίστασιν παρά την αντίθετον γνώμην της ενώ ημείς διαθέτομεν δράκα μόνον στρατευμάτων τα οποία δύνανται να φθάσουν εγκαίρως εις το πεδίον της μάχης”. We must be careful not to urge Greece against her better judgment into a hopeless resistance alone when we have only handfuls of troops which can reach scene in time. Και η τελική “βολή”: “Δεν πρέπει οι Έλληνες να θεωρούν εαυτούς υποχρεωμένους να απορρίψουν το Γερμανικόν τελεσίγραφον”.(Απομνημονεύματα)

Δεν μπορεί κανείς να μη σοκαριστεί από αυτό το κείμενο και δεν μπορεί να το αφήσει ασχολίαστο.

Ο Churchill δε θα ανεχόταν άλλο τη στάση του Παπάγου και αυτό είναι προφανές σε ένα πρώτο επίπεδο ανάγνωσης των γεγονότων. Όλες οι ερμηνείες είναι ανοιχτές και θα άξιζε συζήτηση γι αυτή τη μοιραία στιγμή. Ήταν μπλόφα των Βρετανών η συμφωνία της 5ης Μαρτίου; Ο Παπάγος μυριζόταν την κουφότητα της βρετανικής συμβολής; Ο Churchill που είχε δώσει μάχη με τους στρατιωτικούς επιτελείς για την επέμβαση στην Ελλάδα οργίστηκε με τον Παπάγο; Υποπτεύονταν οι Βρετανοί τον Παπάγο για ντεφετισμό ή ενδοτισμό στους Γερμανούς; Είχε επίγνωση της υστέρησης των βρετανικών δυνάμεων έναντι των γερμανικών και άδραξε την ευκαιρία αναδίπλωσης; Ερωτήματα προς συζήτηση.

Στις 8 Μαρτίου ο Γεώργιος Βλάχος δημοσίευε την “Ανοικτή Επιστολή” προς τον Χίτλερ, κείμενο αξίας και δεξιοτεχνίας λόγου αλλά παρακλητικό. Αλλόκοτη απόπειρα κατευνασμού του ναζιστικού τέρατος. Μεταξύ άλλων και ως μικρό δείγμα γραφής παραθέτω: “ Ἀλλὰ θὰ μᾶς ἐρωτήσετε ἴσως, Ἐξοχώτατε: «Καὶ οἱ Ἄγγλοι;...» Ἀλλὰ τοὺς Ἄγγλους, Ἐξοχώτατε, δὲν τοὺς ἐφέραμεν ἡμεῖς, τοὺς ἔφεραν εἰς τὴν Ἑλλάδα οἱ Ἰταλοί.” (!)


12
Αναφέρθηκα σε προηγούμενο σημείωμα στο φιλοσυμμαχικό κίνημα της 27ης Μαρτίου στη Γιουγκοσλαβία και την αισιοδοξία που έσπειρε έστω για λίγο στους Έλληνες και τους Βρετανούς. Αμέσως τις επόμενες μέρες οι Eden και Dill πέταξαν για την Αθήνα για να συναντήσουν τον Wilson και μαζί με τους Γιουγκοσλάβους να εξετάσουν την υπεράσπιση της Θεσσαλονίκης και το συγκοινωνιακό δίκτυο προς τη Γιουγκοσλαβία. Το σχέδιο ήταν ο διόλου ευκαταφρόνητος γιουγκοσλαβικός στρατός με 24 μεραρχίες να επιτεθεί στη Βουλγαρία και την Αλβανία τη στιγμή που ο γερμανικός θα έμπαινε στην Ελλάδα οπότε να πλαγιοκοπηθεί η ανατολική πτέρυγα των Γερμανών. Οι Βρετανοί υπόσχονταν στους Γιουγκοσλάβους δύναμη 150.000 ανδρών. Αλλά οι οριστικές συμφωνίες κανονίστηκε να γίνουν κοντά στη Φλώρινα στις 3 Απριλίου 1941. Θα έπαιρναν μέρος ο Παπάγος, ο Wilson, ο πτέραρχος Sir John Henry D'Albiac και ο Γιουγκοσλάβος στρατηγός Janković.

Η ατμόσφαιρα των σχεδιασμών επί χάρτου φλεγόταν από αισιοδοξία. Ώσπου κάποια στιγμή ο στρατηγός Janković συνειδητοποίησε ότι δεν έχουν καταφθάσει όσες βρετανικές δυνάμεις του είχαν υποσχεθεί. Έγραφε αργότερα ο Dill πως οι Γιουγκοσλάβοι στρατιωτικοί έδειχναν καταφανώς σύγχυση και ηττοπάθεια.

Μετά τη σύσκεψη της Φλώρινας ο Παπάγος και ο Wilson κατηφόριζαν με το τρένο κατά την Αθήνα και φλυαρούσαν σχετικά με την απογοητευτική κατάσταση του γιουγκοσλαβικού στρατού. Και περί ποίου άλλου θα μπορούσαν να συζητούν; Το αναπόφευκτο ερχόταν και ήταν κάτι περισσότερο από “μια κάποια λύσις”.

Στις 4 Απριλίου κάθε προοπτική συντονισμού Ελλάδας-Γιουγκοσλαβίας είχε οριστικά χαθεί. Όλα ήταν έτοιμα για τη γερμανική εισβολή.


ΤΕΛΟΣ ΠΡΩΤΟΥ ΜΕΡΟΥΣ

Κυριακή 28 Φεβρουαρίου 2016

Μια "άλλη" Παραβολή (του Ασώτου)

Το 238 ήταν η χρονιά των Έξι Αυτοκρατόρων! Όταν πια δε γινόταν αλλιώς και η εξέγερση στην Africa Proconsularis είχε φουντώσει ο Ρωμαίος αυτοκράτωρ Μαξιμίνος ο Θραξ, εκείνος ο τραχύς, βίαιος, γιγαντόμορφος, κακόφημος για τη φρικώδη πολιτεία του άνδρας αλλά και περιφρονητής της ελεεινής Συγκλήτου πήρε απόφαση να καταστείλει τον γηραιό ευγενή, γενναίο στη σταδιοδρομία του αλλά απρόθυμο για τέτοια -ανακηρυγμένο άθελά του “αυτοκράτορα”, από την εκβιαστική απαιτητικότητα του όχλου- Γορδιανό.

Αυτοκράτορας, κι αυτός, για τριάντα έξι όλες κι όλες μέρες!

Η αναμέτρηση θα γινόταν, πού αλλού, στην Καρχηδόνα αλλά όπως πολύ συχνά, οι εξελίξεις ήταν γοργές και κρίσιμες στη Νουμιδία. Βέβαια εκεί, ο Καπελιανός, ένας ασήμαντος τοποτηρητής πιστός στον Μαξιμίνο σπεύδοντας υπηρετικά να κινητοποιήσει την παρακμασμένη Legio Tertia Augusta, την Τρίτη Αυγουστιανή Λεγεώνα, έστω, διέσωζε τη φήμη της, αφού το ειρηνικό έργο της στη Βόρεια Αφρική ήταν εξίσου σημαντικό με το στρατιωτικό.

Καθώς είχε αρχίσει μάλιστα να χάνει την αμιγή ρωμαϊκή της σύνθεση και να μετατρέπεται σε Καρχηδονιακή και Λιβυκή, οι ισορροπίες των γειτονικών Βερβερικών φυλών ήταν καθοριστικές.

Οι φιλοπόλεμοι, τετραπέρατοι Γκαράμαντες ήξεραν το συμφέρον τους και θα ήταν ικανοί με γρήγορες επιχειρήσεις να στρατολογήσουν, να εμπορευθούν, να μεσολαβήσουν υπέρ της Ρώμης. Θα μπορούσαν να έχουν επικεφαλής έναν που εμφανιζόταν με το πομπώδες όνομα Αμίλκας. Αλλά αυτός ήταν ικανός να προτείνει την επέκταση των φορολογιών της Καρχηδόνας και στα δικά τους μέρη. Ήταν πιο Ρωμαίος απ' τους Ρωμαίους. Έτσι, η ομοσπονδία τους με τους Φαζάνι είχε προτιμήσει κάποιον Ιάρβα. Δεν ήταν βέβαια αυτός, ο Ιάρβας, κάποιος σαν εκείνον τον παλιό, τον ένδοξο, που είχε πολεμήσει με τους Γέτουλους, τους Νασάμονες και τους Μάκες στο πλευρό του Αννίβα. Τέτοια ωραία υποσχόταν με ρητορείες και κομπασμούς μέχρι να πάρει την υποστήριξη των φυλάρχων. Μετά άρχισε να στενολεσχεί. Αλλά τον προτιμούσαν επειδή τον σύγκριναν με τον Αμίλκα. Έτσι κι αλλιώς ήξεραν την έκβαση. Ο Γορδιανός ηττήθηκε και όπως ήταν τότε τα ήθη αυτοκτόνησε. Όσο για τον γίγαντα Μαξιμίνο τον Θράκα τον εκτέλεσαν έμπειροι και σώφρονες στρατιώτες της Legio Secunda Parthica, της Δεύτερης Παρθικής Λεγεώνας.

Χρόνια πολλά στους Άσωτους!

Θάνος Κωτσόπουλος

Τρίτη 8 Δεκεμβρίου 2015

Το βλήμα - μονόπρακτο για τον ελληνικό εμφύλιο


TO BΛHMA


© Μονόπρακτο των Θάνου Κωτσόπουλου και Έφης Ευστρατουδάκη για τον ελληνικό εμφύλιο.

Αθήνα 2015



Σκηνικό

Αφαιρετικό, μια σκηνή με διάφορα πεταμένα και ανακατεμένα αντικείμενα. Έπιπλα, ηλεκτρικά είδη, ρούχα κλπ αναποδογυρισμένα, στοιβαγμένα φύρδην μίγδην. Στο φόντο προβάλλεται ένα τοπίο που παραπέμπει σε σκουπιδότοπο όχι όμως ρεαλιστικό. Ένα τοπίο πληθώρας αντικειμένων -όχι σκουπιδιών. Ένα νεκροταφείο αντικειμένων. Ημίφως.

Από αριστερά μπαίνουν στη σκηνή δύο άνδρες όχι πάνω απ' τα πενήντα, ντυμένοι με φθαρμένα ρούχα, ελεεινή εμφάνιση αλλά όχι άθλιοι. Είναι δύο “αξιοπρεπείς” συλλέκτες παλιών αντικειμένων. Προπορεύεται ο (G) Τζι. και έπεται ο (D) Ντι. Κρατάνε φακούς για να βλέπουν στο μισοσκόταδο. Εξερευνούν το αριστερό μέρος της σκηνής.


ΣΚΗΝΗ 1η

Τζι. Ντι! ... Ντί, σου μιλάω, δεν ακούς; Από δω έλα, πλησίασε, έχει κάτι καλό.

Ντι. Πού έχει Τζι; Είδες τίποτα;

Τζι. Εκεί ... κοίτα! Βλέπεις;

Ντι. Δε βλέπω κάτι καλό. Όλο τα ίδια.

Τζι. Δε βλέπεις; Στάσου να το πιάσω. Να! Δες εδώ! Τα σπλάχνα από ένα ακορντεόν !

Ντι. Έχουν σπλάχνα τα ακορντεόν; Δεν το 'ξερα.

Τζι. Πιο ωραία σπλάχνα μουσικού οργάνου δεν υπάρχουν.

Ντι. Δεν έχουμε μαζέψει ποτέ τέτοιο πράγμα, ε;

Τζι. Όχι. Καθένας μας έχει το υπόγειο του τίγκα, με τα πιο απίθανα πράγματα, αλλά τέτοιο δεν έχουμε.

Ντι. Εντάξει, να το πάρουμε τότε.

Τζι. Το θες εσύ;

Ντι. Εσύ το θες;

Τζι. Ναι, πολύ. Αλλά αν κι εσύ το θες παρ' το εσύ.

Ντι. Το είδες πρώτος, το παίρνεις πρώτος. Δίκαιες δουλειές.

Τζι. Το λες αλήθεια Ντι; (Τρέχει το ξετρυπώνει και το αγκαλιάζει. Προσπαθεί να βγάλει ήχο χωρίς αποτέλεσμα. Είναι εντελώς άχρηστο.) Ωραίο είναι! Τα σπλάχνα ενός ακορντεόν έχουν κάτι το νοσταλγικό, τρυφερό, ποιητικό.

Ντι. Τα σπλάχνα ενός άχρηστου ακορντεόν είναι και άχρηστα και φριχτά. Πά' να δούμε πιο κάτω. (Προχωρούν αργά ψάχνοντας με τους φακούς στα άχρηστα αντικείμενα. Ξαφνικά ο Τζι κοντοστέκεται.)

Τζι. Ντι! Κοίτα! Πάμε λίγο από εδώ, στο ύψωμα να δούμε όλη την περιοχή.

Ντι. Εγώ λέω να φορτώσουμε μερικά απ' αυτά που έχει εδώ και να φύγουμε. Πέρασε κι η ώρα.

Τζι. (Έχει ανέβει σ' ένα μικρό ύψωμα και κοιτάζει κάτω) Τι λες Ντι! Δε βλέπεις τι υπάρχει σ' όλη αυτή την περιοχή; Και είναι απέραντη!

Ντι. Βλέπω μια καρέκλα Μπέργκαμο του Μεσοπολέμου, Τζι. Έχει τα χάλια της αλλά φτιάχνεται. Είναι σπάνιο κομμάτι. Τι πάνε και πετάνε!

Τζι. Έχεις άλλες δυο στην αποθήκη σου Ντι. Κάθε φορά που βρίσκεις καινούργια λες τα ίδια.

Ντι. Εσύ πήρες το ακορντεόν. Εγώ θα πάρω τη Μπέργκαμο.

Τζι. Μα δε βλέπεις σε τι μέρος έχουμε φτάσει; Είναι η πρώτη φορά μετά από πέντε χρόνια που αναγκαστήκαμε να ζούμε έτσι – θέλω να πω που ... επιλέξαμε να ζούμε έτσι – που φτάνουμε σε τέτοιο... σε τέτοιο... παράδεισο.

Ντι. Μπούρδες. Παντού στα ίδια πέφτουμε. Εγώ με άλλη μια τέτοια καρέκλα συμπληρώνω σετ και πού ξέρεις, μπορεί κάποιος να το αγοράσει. Λέω να γυρίσω πίσω.

Τζι. Όχι, όχι, εδώ που φτάσαμε είναι διαφορετικά Ντι. Εδώ υπάρχουν άπειρα αντικείμενα καινούργια, διαφορετικά, σπάνια. Έλα, έλα να εξερευνήσουμε. Έχω ενθουσιαστεί.

Ντι. (απρόθυμα) Καλά. Ρίχνουμε μια γρήγορη ματιά. Αλλά δεν κάθομαι για πολύ. Εμένα μου φαίνεται πως έχει συνηθισμένα πράγματα. Κι έπειτα, έχει κάτι αυτός ο τόπος που δε μ' αρέσει.

Τζι. Έχει κάτι αυτός ο τόπος; Είσαι στα καλά σου; Εδώ είναι ο Παράδεισος της Αφθονίας. Η Γη της Επαγγελίας της Αυθεντικότητας. Είμαι ενθουσιασμένος. Θα ονομάσω αυτόν τον τόπο “Κοιλάδα της Ελπίδας”. Και θα ανήκει και στους δυο μας Ντι.

Ντι. Είσαι ονειροπαρμένος. Αλλά, όπως λες, θα έχω το μερίδιό μου. Τι με νοιάζουν εμένα οι φανταχτεροί τίτλοι που σ' αρέσει να δίνεις στους σκουπιδότοπους;

(Σβήνουν τα φώτα. Για μισό λεπτό. Μουσική)


ΣΚΗΝΗ 2η

(Ο Τζι και ο Ντι ξαπλωμένοι κοιτάνε τ' αστέρια)

Τζι. Ντι, πάνε πάνω από πέντε χρόνια που κάνουμε παρέα.

Ντι. Αναγκαστικά. Αφού μας παράτησαν όλοι.

Τζι. Ναι. (στενοχωρημένος) Θα σου πω κάτι. Κι εγώ αναγκαστικά βρίσκομαι μαζί σου. Είμαστε σαν συνέταιροι με ξεχωριστά ταμεία.

Ντι. Ποια ταμεία; Αφού δε βγάζουμε φράγκο απ' αυτή τη δουλειά.

Τζι. Τέλος πάντων...έστω, με ξεχωριστές αποθήκες, ξεχωριστές κατσαρόλες... ξεχωριστά όνειρα.

Ντι. Α! Α! Εγώ ζω στην πραγματικότητα. Επειδή είναι δύσκολη θα την κουκουλώσω με όνειρα;

Τζι. (Ζωηρά) Είναι δύσκολη γιατί τη δεχόμαστε Ντι!

Ντι. Είναι δύσκολη γιατί έτσι είναι ... και γιατί φταίμε.

Τζι. Είναι δύσκολη γιατί πολλοί σαν κι εσένα είσαστε μοιρολάτρες.

Ντι. Εσύ δηλαδή και κάποιοι άλλοι είσαστε πιο έξυπνοι;

Τζι. Μην τσακωνόμαστε, Ντι. Απλώς κοίτα γύρω σου και στάσου ειλικρινής.

Ντι. (Έντονα) Για όλα έχουμε βάλει την υπογραφή μας Τζι. Κι εγώ κι εσύ. Μην προσπαθείς να βγάλεις απ' έξω την ουρά σου.

Τζι. Έχω δικαίωμα να ονειρεύομαι. Εγώ ονειρεύομαι Ντι, ο-νει-ρεύ-ο-μαι.

Ντι. Κι εγώ ονειρεύομαι. Αλλά τι σκούζεις; Χθες έβαλες ξανά την υπογραφή σου και μάλιστα φαρδιά – πλατιά. Δήλωσες: “Τα όνειρα δεν απαγορεύονται όσο δεν εφαρμόζονται”. Κι αν με ρωτάς, καλά έκανες. Θα σε προσγειώσει αυτή σου η πράξη Τζι. Βλέπεις, πάντα φοβόσουνα το ύψος. Είσαι ένας φανταράκος του πεζικού που καμώνεται τον πιλότο μαχητικού αεροπλάνου.

Τζι. (Φωνάζει) Έχω δικαίωμα να ονειρεύομαι... (καταρρέει) Και το μόνο που θέλω αυτή τη στιγμή, Ντι, είναι να ονειρευτούμε μαζί σ' αυτό τον υπέροχο τόπο.

Ντι. Καταλαβαίνω.

Τζι. (Ανάλαφρα) Θέλεις να προχωρήσουμε;

Ντι. Εντάξει, λίγο ακόμα.

(Σηκώνονται, και βαδίζουν αργά προς το βάθος της σκηνής. Ο Ντι μουρμουρίζει ένα ελαφρύ άσμα)

Τζι. Μμμ... Ξαφνικά κέφια;

Ντι. Για κάποιο λόγο, Τζι, νοιώθω επαληθευμένος.

Τζι. Εγώ σου λέω να ψάξουμε για κάτι καινούργιο εδώ πέρα. (Ψάχνει) Κοίτα, κοίτα, να μια Στέλα.

Ντι. Ποια Στέλλα εννοείς;

Τζι. (Ενθουσιασμένος) Μια Στέλα, με ένα λου! ...Αχ! Ποιος ξέρει από ποιο παλιό μαραγκούδικο παράπεσε. Η Στέλα, Ντι, είναι το μοιρογνωμόνιο του μαραγκού. Σου είπα, Ντι, εδώ είναι ο Παράδεισος. Να, κι εκεί, σ' εκείνο το σωρό, βλέπω ένα υπέροχο παλιό ξύλινο ροκάνι.

Ντι. Α! Εγώ... όμως ενδιαφέρομαι για μεταλλικά αντικείμενα. Πάω να δω προς τα κει. (Ψάχνει) Αυτό πάλι τι είναι Τζι; Αρκετά βαρύ είναι, μου κάνει.

Τζι. Δώσε να δω. (Το περιεργάζεται) Ξέρεις τι είναι αυτό που βρήκες, Ντι; Είσαι πολύ τυχερός!

Αυτό το πράγμα είναι ένας παμπάλαιος χειροκίνητος προτζέκτορας για κινούμενα σκίτσα. Κοίτα... εδώ έμπαινε το λαμπάκι του, βλέπεις; Εδώ, στο καρουλάκι το φιλμ με τα σκίτσα, κι από 'δώ γυρνούσαν τη μανιβέλα και τα σκίτσα έμοιαζαν να κινούνται. (Κοιτάζει τη σφραγίδα του) Ντι, είναι όλος από σίδερο. Και, όπως λέει εδώ, πως φτιάχτηκε στη Σοβιετική Ένωση το 1950.

Ντι. Ε, και; Μ' ενδιαφέρει το βαρύ, καθαρό σίδερο. Θα το πάρω.

Τζι. Βλέπεις, Ντι, είναι παράδεισος εδώ. Ο καθένας μας μπορεί να παίρνει ελεύθερα αυτό που θέλει.

Ντι. Παρ' όλα αυτά, Τζι, δε θέλω να αργήσουμε. Η νύχτα έχει προχωρήσει. Κι έχει πιάσει κρύο.

(Σβήνουν τα φώτα. Μουσική)

ΣΚΗΝΗ 3η

(Φώτα πολύ πιο δυνατά. Ξημερώνει)

Ντι. Ξημερώνει Τζι. Πέρασε η ώρα και δεν το κατάλαβα.

Τζι. Βλέπεις που σου έλεγα; Μπορούμε να είμαστε κάθε μέρα εδώ, ο καθένας θα παίρνει ό,τι έχει ανάγκη. Η Κοιλάδα της Ελπίδας είναι ανεξάντλητη.

Ντι. Εμένα δώσε μου ευκαιρίες. Η αλήθεια είναι, εδώ βρήκα ευκαιρίες. Αρκεί να μην ανακαλύψουν κι άλλοι αυτό το μέρος.

Τζι. Για τον καθένα υπάρχει ένα τέτοιο μέρος Ντι. Εμείς το ανακαλύψαμε γιατί ψάχνουμε.

Ντι. Να σκεφτείς, δε μου κάνει καρδιά να γυρίσω στην υπόγεια βρωμο-αποθήκη μου που μένω.

Τζι. Μη σε νοιάζει. Εδώ θα βρούμε σίγουρα κάποιο σπίτι να μείνουμε.

Ντι. Κι έτσι δε θα χρειάζεται να κουβαλάμε όλα αυτά τα πράγματα στις αποθήκες μας.

Τζι. Όλα αυτά τα αντικείμενα θα είναι δικά μας Ντι, δικά μας.

Ντι. Και μπροστά στα πόδια μας. Όλος αυτός ο τόπος θα είναι η αυλή μας.

Τζι. Είσαι λοιπόν ευχαριστημένος Ντι;

Ντι. Είμαι χαρούμενος.

Τζι. Σταματάμε ή συνεχίζουμε την εξερεύνηση;

Ντι. Συνεχίζουμε!

(Εύθυμη μουσική, καθένας τους ψάχνει, βρίσκει κάτι, το καλοκοιτάει με θαυμασμό, το αφήνει κάτω. Ένα είδος clownesque παντομίμας με μουσική υπόκρουση. Ξαφνικά ο Ντι βρίσκει ένα αντικείμενο)

Ντι. Τι είναι αυτό; Και είναι και πολύ βαρύ! Ασήκωτο! Τζι! Έ! Βρήκα κάτι μεταλλικό και πολύ βαρύ και το θέλω. Έλα να βοηθήσεις.

Τζι. Έρχομαι Ντι. Για να δω ... τι πράγμα είν' αυτό;

(Προσπαθούν και οι δύο μαζί να μετακινήσουν ένα βαρύ μεταλλικό αντικείμενο. Καταφέρνουν να τραβήξουν έξω μια παλιά οβίδα, ένα βλήμα)

Τζι. Πω-πω! Τι είναι αυτό που βρήκες Ντι! (Ο Ντι το περιεργάζεται και αποφαίνεται)

Ντι. Μοιάζει με γλυπτό μπαρόκ!

Τζι. Μα... μα τι έπαθες Ντι! Στραβός είσαι; Δε βλέπεις τι είναι; Κοίτα καλά! Είναι ένα πολεμικό βλήμα!

Ντι. Εγώ λέω ότι είναι μια θριαμβευτική κραυγή. Μια στεντόρεια καλλιτεχνική δήλωση σχετικά με την ενέργεια που περιέχει η καμπυλόγραμμη κίνηση !!!

Τζι. Μάλλον δε σε καταλαβαίνω.

Ντι. Το σύνολο της ύλης αντανακλά μια καμπύλη δύναμης Τζι. Αυτό εδώ είναι ένα γλυπτό που κατασκευάστηκε από κάποιον σπουδαίο καλλιτέχνη που ήξερε καλά αυτή την αλήθεια.

Τζι. Ντι, σύνελθε. Αυτό εδώ το πράγμα είναι μια παλιά οβίδα, ένα άσκαστο βλήμα. Δεν το βλέπεις; Πώς είναι δυνατόν να μη βλέπεις τι είναι αυτό που έχουμε μπροστά στα μάτια μας, Ντι; Είναι ένα βλήμα!

Ντι. Αυτή η μεγαλοφυής καλλιτεχνική δήλωση λέει με άλλα λόγια ότι η καμπύλη είναι ο θρίαμβος της δύναμης πάνω στην ύλη. Όχι – όχι. Αυτό δεν θα το πάρω για το βάρος του. Είναι η πρώτη φορά που ένα μεταλλικό αντικείμενο αποτελεί για μένα αληθινό έργο τέχνης.

Τζι. Στάσου Ντι. Στάσου να δω κάτι. (Το περιεργάζεται από κοντά) Βλέπεις; Έλα κοντά να δεις. Υπάρχουν γράμματα επάνω του. Βαμμένα με στένσιλ, όπως τότε που βάφαμε στο στρατό. Θυμάσαι, όλη μας τη θητεία την περάσαμε βάφοντας πινακίδες. Δεν τα αναγνωρίζεις αυτά τα μισοσβησμένα γράμματα; Απόδειξη πως δεν είναι γλυπτό.

Ντι. Για να δω. Βέβαια, υπάρχουν γράμματα ... αγγλικά είναι ... αλλά ο καλλιτέχνης τα έκανε επίτηδες αχνά! Ο καλλιτέχνης είναι ξένος...

Τζι. Τι λες Ντι; Είναι αχνά απ' την πολυκαιρία. Και δε μου φαίνονται αγγλικά. Δεν είμαι και σίγουρος αλλά ... σαν κυριλλικά τα βλέπω. Καλύτερα όμως άφησέ το αυτό το πράγμα Ντι. Είναι επικίνδυνο!

Ντι. Είναι το σύμβολο της πτύχωσης. Είναι αυτό που πέφτει. Άγγιξέ το με τα χέρια σου.

(Και οι δυο ακουμπούν τα χέρια τους πάνω στο βλήμα. Σιωπηλοί αυτοσυγκεντρώνονται λίγη ώρα.)

Τζι. Νοιώθω παράξενα Ντι. Αυτό το πράγμα είναι σα να πάλλεται. Κάτι περνάει μέσα απ' τα χέρια μου και απλώνεται μέσα μου ... Αισθάνομαι υπέροχα!

Ντι. Σταμάτα Τζι. Βγάλε τα χέρια σου. Το είπες γλυπτό;

Τζι. Το είπα; ... Γιατί; Τι συμβαίνει;

Ντι. (Απότομα, εκνευρισμένα) Τράβα τα χέρια σου. Κάτι κάνω. (Εκείνος συμμορφώνεται. Ο Ντι αναζωογονείται) Ο νεκρός μηχανισμός της ύπαρξής μου υπερχειλίζει από ζωτική ενέργεια!

Τζι. (Παρακλητικά) Σε παρακαλώ Ντι. Δεν είμαι σίγουρος. Σταμάτα να το ακουμπάς. Σε παρακαλώ! ... Στάσου όμως να το αγγίξω πάλι. (Το αγγίζει και μένει για λίγη ώρα) Ντι, είχες δίκιο. Είναι γλυπτό. Ένα έργο τέχνης αφιερωμένο στον Αγώνα, στον Αγώνα για... τη Χειραφέτηση του Ανθρώπου... Είναι ωφέλιμο. Είναι επιβεβλημένο.

Ντι. Τράβα τα χέρια σου Τζι. Το γλυπτό είναι δικό μου και επομένως δεν μ' ενδιαφέρουν οι ερμηνείες σου. Άσε που πάντα είναι αποτυχημένες. Τράβα τα χέρια σου είπα!

Τζι. Ήρεμα Ντι. Αυτό το πράγμα έχει πολύ μεγάλη αξία. Πρέπει να ανήκει και στους δυο μας.

Ντι. Είπαμε, τα μέταλλα δικά μου. Αθετείς το λόγο σου;

Τζι. Μπα; Τώρα το γλυπτό έγινε μέταλλο; Και μη μου προσβάλλεις τις ερμηνείες μου Ντι!

Ντι. Έχεις μια επικίνδυνη αλαζονεία. Αλλά ποτέ δεν πήρα στα σοβαρά τις θεωρίες σου.

Τζι. Ντι, δε θέλω να μαλώσουμε. Σου προτείνω μια συμφωνία. Ή παρατάμε κι οι δυο αυτό το πράγμα, το ξεχνάμε, το αφήνουμε εκεί που το βρήκαμε ή το έχουμε και οι δυο. Τι λες;

Ντι. Ωραία λοιπόν. Ξέρεις τι είναι αυτό Τζι;

Τζι. Είναι ένα γλυπτό.

Ντι. Όχι Τζι. Ήθελα να σε παραπλανήσω. Είναι ένα βλήμα ενός πολέμου που δεν γνωρίσαμε εμείς γιατί δεν είχαμε γεννηθεί τότε. Ενός εμφύλιου σπαραγμού που δεν πρέπει να ξαναζήσουμε. Είναι ένα άσκαστο βλήμα που αν εκραγεί σκοτωνόμαστε. Δε γίνεται να το έχουμε και οι δύο. Καταλαβαίνεις; Δε γίνεται να το αγγίζεις εσύ. Θα το κρατήσω εγώ.

Τζι. Ωραία λοιπόν! Κι εγώ, Ντι, ήθελα να σε παραπλανήσω. Αυτός εδώ ο τόπος δεν είναι η Κοιλάδα της Ελπίδας. Ένας άθλιος σκουπιδότοπος είναι, κι εμείς δυο ελεεινοί. Κι αν σ' αφήσω να κρατήσεις το βλήμα θα το βάλεις κι αυτό στη σιχαμένη αποθήκη που ζεις. Ούτε κι εγώ θέλω να επαναληφθεί εκείνος ο πόλεμος. Δεν θα επιτρέψω όμως να κρατάς εσύ το Γλυπτό. Η καμπύλη νικά τον κύκλο. Αγγίζοντας και οι δύο αυτό το αντικείμενο έχουμε κάποια ελπίδα Ντι. Πρέπει να μείνουμε μαζί. Κι εσύ το δέχεσαι. Έχει ζωογόνα δύναμη. Την έχουμε ανάγκη. Θα ξαναγίνουμε άνθρωποι, Ντι. Είναι η περηφάνια μας Ντι. Θα αναστηθούμε!

Ντι. Ζεις μέσα απ' τις λέξεις. Θα αναστηθούμε! Αυτή ήταν πάντα μια δική μου ιδέα Τζι. Ναι! Βέβαια! Θα αναστηθούμε απ' την ενέργεια που περικλείει η ύλη αυτού του θαυμάσιου Γλυπτού. Η καμπύλη νικά τον κύκλο.

Τζι. Ζεις μέσα απ' τις ιδέες. Η ενέργεια της ύλης ήταν πάντα δικές μου λέξεις Ντι. (Παύση) Θα αναστηθούμε όμως!

(Αγγίζουν και οι δύο το βλήμα σιωπηλοί και πέφτουν για λίγες στιγμές σε έκσταση. Ξαφνικά γίνονται ακραία επιθετικοί)

Τζι. Τράβα τα χέρια σου απ' το γλυπτό Ντι!

Ντι. Εννοείς το γλυπτό ΜΟΥ! (Κινείται προς το μέρος του και τον σπρώχνει)

Τζι. Μπορεί να μην το ξέρεις. Μπορεί να μην το παραδέχεσαι. Εγώ τώρα θα στο πω πάλι Ντι: ο Θεός δεν έφτιαξε έναν Αδάμ. Έφτιαξε δύο. Έχεις εσύ το δικό σου λαό κι έχω εγώ τον δικό μου. Έχεις εσύ το δικό σου Μεσσία, έχω εγώ τον δικό μου. Τώρα, βλέπω το χείλος της αβύσσου. Δε θα επιτρέψω τον αφανισμό του δικού μου λαού. Εσύ κάνε ό,τι θέλεις. (Κάνει να πιάσει το βλήμα)

Ντι. Τράβα τα χέρια σου μακριά Τζι και μην ξαναπλησιάσεις το γλυπτό μου. Ο Θεός έφτιαξε ΕΝΑΝ Αδάμ. Και όχι αλήτη, όπως εμείς τον καταντήσαμε. Αυτός ο ένας με εμπνέει. Αυτός ο ένας Αδάμ είμαι εγώ Τζι. Αυτός ο ένας είναι και δικός σου και θα γίνει και δικός σου. Αυτός ο ένας θα οδεύει μέχρι τέλους. Μην ξεχνάς τη δύναμή μου. Θυμάσαι; Σ' έβαλα κάτω τότε. Χρειάστηκε να καταστρέψω το μισό μου κεφάλι αλλά σε νίκησα. Μην τολμήσεις Τζι να αναμετρηθείς ξανά μαζί μου. Πάρ' το απόφαση. (Φωνάζοντας) Δεν είσαι διαφορετικός!

Τζι. Πέταξα το κεφάλι μου στα πόδια σου. Αλλιώς δε θα με νικούσες. Θέλω πίσω αυτό το κεφάλι! (Φωνάζοντας) Είμαστε διαφορετικοί!


(Με αργές χορογραφικές κινήσεις απωθούν ο ένας τον άλλο και καθένας προσπαθεί να αγγίξει το βλήμα. Φωνάζουν δυνατά, επαναλαμβάνοντας εναλλάξ τελετουργικά κάθε φράση: “Κάτω τα χέρια από το γλυπτό μου”, “Είμαστε ίδιοι” ,“Είμαστε διαφορετικοί”, “Τεθναίην”, “Θα αναστηθούμε”.

Μουσική κρεσέντο. Τα φώτα σβήνουν. Αυλαία)

 

ΤΕΛΟΣ


Τετάρτη 25 Νοεμβρίου 2015

Έστω

Μια πρόταση πριν φύγει ο Νοέμβρης. “Περίπτερο της Ειρήνης” σημαίνει στα κινεζικά το όνομα της πόλης Anting ( 安亭 ), στα περίχωρα της Σαγκάης. Δεν ήξερα ότι το 2006 τοποθετήθηκε εκεί το πέμπτο (μετά από εκείνων του Σαν Φρανσίσκο, του Κλίβελαντ, του Μιλγουόκι και των νεοϋρκέζικων Συρακουσών) αντίγραφο του γλυπτού “Goethe–Schiller” του Ernst Rietschel που κοσμεί την Βαϊμάρη. Tο έργο είχε ανατεθεί στον διασημότερο Γερμανό γλύπτη της εποχής, τον Christian Daniel Rauch ο οποίος επέμενε να ενδύσει τους τιμώμενους δημιουργούς με κλασικό ελληνικό ένδυμα. Το πρόπλασμα σώζεται στο Μουσείο Rauch. Μια παλιά “ενδυματολογική” διαμάχη αναζωπυρώθηκε. Με ένδυμα της εποχής ή με κλασικό; Ο Rauch έπρεπε να παραμεριστεί.

Ποιο το νόημα τώρα; Οι δύο άνδρες στέκονται υποχρεωτικά μαζί από Ανατολή σε Δύση σε μια πόζα φιλίας όπως δεν την είχαν και δεν θα μπορούσαν να την φανταστούν. Ο Goethe διότι δεν θα δεχόταν τόση πια ισοτιμία και ο Schiller γιατί την ώρα του ταπεινού και δύστυχου τέλους του θα αναστέναξε : “Ο γερο-φίλος μου φαίνεται πως είναι όντως αθάνατος”. Πάντως, προτείνω, αν πρόκειται η μανία των αντιγράφων να συνεχιστεί, να ολοκληρωθεί κι εκείνο το πρόπλασμα του Rauch. Έστω στην Κορέα ή στο Ντουμπάι.